Ο Ντένις Κουέιντ είχε έναν επιπλέον λόγο για να γίνει διάσημος. Μπορούσε να παίξει το ίδιο καλά κωμωδία και δράμα. Και ήταν κάτι που αποδείκνυε κάθε φορά που αναλάμβανε ρόλο στα 40 χρόνια που κάνει καριέρα στο Χόλιγουντ. Τώρα, ο Guardian του κάνει συνέντευξη και στο επίκεντρο βρίσκονται δύο πράγματα που του αλλάζουν δραματικά τη ζωή. Μία γυναίκα και ένα καινούργιο «στυλ» δουλειάς.
Λίγο μετά τον αρραβώνα του με την κατά 39 χρόνια μικρότερη Λόρα, μίλησε στη Μάρθα Χέις, η οποία τον συνάντησε σε ξενοδοχείο του Μπέβερλι Χιλς.
Η «κουβέντα» ξεκίνησε με μία ερώτηση κλισέ που θα έκανε κάποιος σε έναν «κοινό θνητό», ίσως θέλοντας να του δώσει μία πιο ανθρώπινη διάσταση, παρά να τον αντιμετωπίσει ως σταρ.
«Σας ενοχλεί η μεγάλη διαφορά ηλικίας, που θεωρείται ταμπού στη σημερινή κοινωνία», ρώτησε, παίρνοντας παράλληλα θέση η δημοσιογράφος. «Οχι, δεν μας ενοχλεί», απάντησε ο Κουέιντ, δίνοντας το στίγμα ότι είναι κάτι που έχει συζητήσει με την αρραβωνιαστικιά του και γνωρίζει πολύ καλά ότι είναι μία από τις πιο συχνές ερωτήσεις που θα γίνουν και στους δύο. Ο Κουέιντ έχει εμπειρία άλλωστε και στις συνεντεύξεις και στους… γάμους.
Watch out for those twins. ?♀️ https://t.co/Rloat1gLCy
— Elaine Hendrix (@elaine4animals) October 21, 2019
Πρώτη του σύζυγος ήταν η Πάμελα Τζέιν Σολς, δεύτερη η Μεγκ Ράιαν, η οποία τον εγκατέλειψε για χάρη του ηθοποιού Ράσελ Κρόου και τρίτη ήταν η Κίμπερλι Μπάφινγκτον. Με την τελευταία είχαν παντρευτεί το 2004 και απέκτησαν δίδυμα αγόρια το 2007. Η Κίμπερλι έκανε αίτηση διαζυγίου το 2012, λόγω «αγεφύρωτων διαφορών και ασυμφωνίας χαρακτήρων».
Τώρα, όπως εξηγεί στη δημοσιογράφο, ο έρωτας του χτύπησε την πόρτα και δεν σκοπεύει να του την κλείσει στα μούτρα. «Τα συναισθήματα είναι κάτι που δεν μπορούμε να ελέγξουμε. Δεν μπορείς να πεις αυτήν θα ερωτευτώ και αυτήν όχι, διότι είναι μερικά χρόνια μικρότερη ή μεγαλύτερη».
Η 26χρονη Λόρα Σαβουά είναι διδακτορική φοιτήτρια στο Πανεπιστήμιο του Τέξας και φοράει ήδη το εντυπωσιακό μονόπετρο στο χέρι της, αφού η πρόταση γάμου έχει πριν από περίπου δύο μήνες.
«Εξάλλου η τέχνη μιμείται τη ζωή. Αυτό ήταν και το θέμα της ταινίας του 1998 “The Parent Trap”, στην οποία ένας μεσήλικας, ρόλο που έπαιζα εγώ, ερωτεύεται μία 26χρονη», λέει, ταυτίζοντας εσφαλμένα τον εαυτό του με μεσήλικα.
Οι γλαφυρές περιγραφές του για τον τρόπο της γνωριμίας και τις στιγμές που περνά με τη μικρή αγαπημένη του, εντυπωσίασαν τη δημοσιογράφο.
«Δεν είθισται οι σταρ του Χόλιγουντ να είναι τόσο αναλυτικοί και τόσο εκδηλωτικοί. Ισως η ζωή του να βρίσκεται σε τέτοια φάση που δεν τον ενοχλεί τίποτα πια», σχολιάζει στο μέσο της συνέντευξης η Μάρθα Χέις.
Και αφήνοντας πίσω τους έρωτες, τους γάμους, τα παιδιά και τις σχέσεις, ο Ντένις ξεκίνησε να μιλάει για την εξέλιξη της καριέρας του μετά τα 65. Η οποία αναμένεται να πάρει την ανιούσα, αφού η σειρά του Netflix στην οποία πρωταγωνιστεί, φαίνεται πολλά υποσχόμενη.
«Δεν προσπαθώ ούτε να πάω παραπέρα, ούτε και να κερδίσω βραβείο Οσκαρ. Ούτε να αυξήσω το κασέ μου ως ηθοποιός. Ούτε φυσικά να αποδείξω κάτι. Το κάνω επειδή αισθάνομαι το αίμα μου να βράζει» λέει στη δημοσιογράφο.
O ηθοποιός, παρά τη μακροχρόνια χρήση ναρκωτικών, θυμάμαι με κάθε λεπτομέρεια τις όμορφες στιγμές που πέρασε στα στούντιο και σε γυρίσματα μεγάλων ταινιών όπως το «Ο Παράδεισος είναι μακριά» (Far From Heaven, 2002) με την Ντέμι Μουρ και το «Βάπτισμα του πυρός» (The Rookie, 2012) σε σκηνοθεσία Κλιντ Ισγουντ.
Επίσης, απαντάει ειρωνικά στις προτάσεις που είχε απορρίψει τη δεκαετία των μεγάλων επιτυχιών, αυτή του ‘80. «Ω, ναι, απέρριψα την καριέρα του Τομ Χανκς. Ο ρόλος στο “Αγρυπνος στο Σιάτλ” ήταν δικός μου. Και ξαφνικά δεν ήταν».
Από τη μεγάλη οθόνη στο Netflix
Η τελευταία δουλειά του είναι το «Merry Happy Whatever» («Καλά και ευτυχισμένα… οτιδήποτε»), όπου ο Κουέιντ υποδύεται τον Ντον Κουίν, έναν αυστηρών αρχών πατέρα από τη Φιλαδέλφεια των ΗΠΑ, που θα δει τις πατροπαράδοτες αρχές του να κλονίζονται από αυτόν τον νεαρό που του φέρνει σπίτι η κόρη του Εμι (Μπρίτζιτ Μέντλερ), επιστρέφοντας από το Λος Αντζελες.
«Οταν μου προτάθηκε ο ρόλος, ένιωσα ρίγη στη ραχοκοκαλιά μου. Τρόμαξα, φοβήθηκα. Και έτσι σκέφτηκα ότι μάλλον πρέπει να τον πάρω…», λέει στον Guardian.
Πώς είναι όμως να μεταπηδάς και από σταρ του κινηματογράφου να γίνεσαι σταρ της διαδικτυακής τηλεόρασης; Ο Ντένις όχι απλώς δεν έχει πρόβλημα, αλλά πλέον ο κινηματογράφος δεν του κάνει καθόλου κλικ.
«Βαριέμαι αφόρητα οτιδήποτε συμβαίνει σήμερα στα κινηματογραφικά στούντιο. Βλέπω τα τρέιλερ, πηγαίνω στον κινηματογράφο να δω το τελικό αποτέλεσμα και τελικά μου φαίνονται όλες οι ταινίες ίδιες», απαντάει.
Στη μεγάλη οθόνη, οι τελευταίες εμφανίσεις του Κουέιντ ήταν στη θρησκευτική ταινία «Μπορώ μόνο να φανταστώ» (I Can Only Imagine), που έλαβε πολύ καλές κριτικές, καθώς και στο «Ο καλύτερος φίλος μου» της Universal.
Στην τηλεόραση ήταν πρωταγωνιστής και διευθυντής παραγωγής στη δραματική σειρά της Sony Crackle «Η τέχνη του περισσότερου» (The Art of More), με θέμα τις δημοπρασίες, ενώ έπαιξε και στο υποψήφιο για BAFTA οικολογικό «Fortitude».
Ο Κουέιντ άρχισε να γίνεται γνωστός στα τέλη της δεκαετίας του ’70 συμμετέχοντας σε ταινίες όπως το «Αγρια συντροφιά», πριν από την ευρύτερη αποδοχή του, τόσο από το κοινό όσο και από τους κριτικούς, ενώ τη φήμη του απογείωσε η ταινία του 1983 «Οι κατάλληλοι άνθρωποι».
Εχει παίξει σε ταινίες ταινίες όπως «Κατακτώντας το όνειρο», «Μετά την επόμενη μέρα», «Σημείο υπεροχής», «Φονική συχνότητα», «Δίδυμοι μπελάδες» και άλλα.
Για τον ρόλο του στην ταινία του Τοντ Χέινς «Ο Παράδεισος είναι μακριά» κέρδισε τρία βραβεία Β’ Ανδρικού Ρόλου από τον Κύκλο Κριτικών Κινηματογράφου της Νέας Υόρκης, την Ενωση Κριτικών Κινηματογράφου του Σικάγου και την Ενωση Κινηματογραφικών Κριτικών στο Διαδίκτυο (OFCS), καθώς και ένα βραβείο Independent Spirit στην ίδια κατηγορία.
Το 2010, διεκδίκησε SAG, Emmy, Χρυσή Σφαίρα και άλλα πολλά βραβεία για τον ρόλο του ως Μπιλ Κλίντον στην τηλεοπτική ταινία «The Special Relationship».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News