Το 2010, συνέβη μια από εκείνες τις σουρεαλιστικές στιγμές, όπου η ελαφριά ψυχαγωγία γράφει ιστορία: σε μια φιλανθρωπική εκδήλωση για παιδιά στην Αγία Πετρούπολη όταν ο Βλαντίμιρ Πούτιν σε ρόλο τραγουδιστή έκλεισε τη βραδιά με το «Blueberry Hill», ενώ ένα πλήθος διασημοτήτων, ανάμεσά τους και οι Σάρον Στόουν, Κέβιν Κόστνερ, Κερτ Ράσελ, Γκόλντι Χόουν, Ζεράρ Ντεπαρντιέ, Βενσάν Κασέλ και Μόνικα Μπελούτσι, τον χειροκροτούσαν σαν να βρίσκονταν σε νηπιαγωγείο.
Και κανείς δεν φαινόταν να θυμάται την εισβολή στη Γεωργία το 2008, ή τη δηλητηρίαση του Αλεξάντερ Λιτβινένκο, πρώην πράκτορα των ρωσικών μυστικών υπηρεσιών, με τη ραδιενεργή ουσία πολώνιο 210 σε κεντρικό ξενοδοχείο του Λονδίνου, που πέθανε το 2006 ένα μήνα μετά την δολοφονία της Ανα Πολιτκόφσκαγια, ακτιβίστριας για την προάσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. (Δείτε το βίντεο της εκδήλωσης)
Τώρα πια όμως, μετά από όλα όσα γνωρίζουμε, το θέαμα μοιάζει περισσότερο με διασκευή του «Dr Evil / Just the Two of Us», αλλά πολύ λιγότερο αστείο. Το 2022, μετά την ανελέητη επίθεση του Πούτιν στην Ουκρανία, οι ηθοποιοί που βρέθηκαν στην φιλανθρωπική εκδήλωση του «Blueberry Hill» θα πρέπει να αισθάνονται πολύ αφελείς ή ίσως και να ντρέπονται. Ο Φιλ Χόουντ γράφει στον Guardian ότι οι σταρ είχαν προσκληθεί σε εκείνη την εκδήλωση από τον Σάμιουελ Αρουτιούνιαν, έναν Νεοϋορκέζο, που ειδικευόταν στο να φέρνει ταλέντα του Χόλιγουντ στη Ρωσία, και ο οποίος είπε αργότερα ότι δεν γνώριζε ότι θα εμφανιζόταν ο Πούτιν. Αλλά δεν είναι οι μόνοι διάσημοι Δυτικοί που είχαν φιλικές σχέσεις με τον Πούτιν.
Εκείνες τις ημέρες οι δημόσιες εμφανίσεις πλάι στον Πούτιν ήταν ακόμα αποδεκτές στο Χόλιγουντ, σήμερα όμως μεγάλα ονόματα, από την Αντζελίνα Τζολί μέχρι τον Σον Πεν και τον Μαρκ Ράφαλο, υποστηρίζουν ξεκάθαρα την πολιορκημένη Ουκρανία. Στα μέσα της δεκαετίας του 2000, ο Πούτιν είχε απλώς «τσιμπήσει» μερικές πρώην σοβιετικές επαρχίες και είχε απωθήσει κάτι περίεργους αντιφρονούντες, γεγονότα που δεν προβλημάτιζαν τους αναγνώστες των glossy περιοδικών. Η Ρωσία ήταν μια σημαντική αναδυόμενη κινηματογραφική αγορά και οι εξορμήσεις των διασημοτήτων τροφοδοτούσαν σταθερά τις κοσμικές στήλες. Ετσι, ο Ζαν Κλοντ Βαν Νταμ με χαρά παρακολούθησε μια εκδήλωση Μικτών Πολεμικών Τεχνών το 2007 στην Αγία Πετρούπολη, καθισμένος δίπλα στον ρώσο πρόεδρο, ενώ τρία χρόνια αργότερα ο Λεονάρντο Ντι Κάπριο γουργούριζε εξίσου ευχαριστημένος πλάι του κατά τη διάρκεια μιας συνόδου κορυφής για την προστασία των απειλούμενων μεγάλων αιλουροειδών.
Η ηγεμονία του είχε εν τω μεταξύ σταθεροποιηθεί και ο Πούτιν είχε δημιουργήσει ήδη μια εγχώρια μηχανή ψυχαγωγίας που εργαζόταν σκληρά υπέρ του. Το Channel One – απόγονος του κρατικού τηλεοπτικού σταθμού RTO της σοβιετικής εποχής – είχε γυρίσει τα θρίλερ «Οι Φύλακες της Νύχτας» (2004) και «Οι Φύλακες της Μέρας» (2006), δύο φιλόδοξες υπερπαραγωγές σε σενάριο και σκηνοθεσία του Τιμούρ Μπεκμαμπέτοφ, που έδιναν μια μανιχαϊκή λάμψη στη χαοτική μετακομμουνιστική Ρωσία την οποία είχε δαμάσει ο Πούτιν στις αρχές του 21ου αιώνα. «Σκοτάδι σημαίνει ελευθερία και φως σημαίνει ευθύνη, και, στην πραγματική ζωή, ο Πούτιν, σίγουρα, είναι φωτεινός», είχε πει τότε ο Μπεκμαμπέτοφ, όπως έγραφε στον Guardian ο Φιλ Χόουντ, «Προσπαθεί να τα φτιάξει όλα, να τα οργανώσει όλα. Αλλά είναι πολύ κακό για την ελευθερία».
Και ίσως, οι υπερπατριωτικές πολεμοχαρείς ταινίες της ρωσικής κινηματογραφικής βιομηχανίας, που άρχισαν τότε να διαδέχονται η μία την άλλη -όπως οι «9ος Λόχος» (2005), «Ναύαρχος» (2008) και «Στάλινγκραντ» (2013)- ήταν ένας κώδωνας κινδύνου και προάγγελος των πραγματικών στόχων του ρώσου προέδρου.
Ο Πούτιν, όμως, –κατακρινόμενος για τις επιθέσεις του στην Τσετσενία και τη Γεωργία, και με τις υποψίες να στροβιλίζονται γύρω από το Κρεμλίνο μετά από μια σειρά πολιτικές δολοφονίες– είχε τεράστια ανάγκη από διεθνή νομιμότητα. Οι φωτογραφίσεις του με μεγάλους σταρ και η υπονοούμενη είσοδός του στον χώρο των VIP της παγκόσμιας ψυχαγωγίας βοήθησαν στην εξομάλυνση της εικόνας του στα μάτια του κόσμου.
Τουλάχιστον έτσι νόμιζε. Γιατί το 2014, όταν είχε προσαρτήσει την Κριμαία και πλέον ήταν προφανές ότι δεν επρόκειτο να παραδώσει την ηγεσία σύντομα, το Χόλιγουντ άρχισε να ντρέπεται. Μιλώντας στο περιοδικό Time, ο Σάμιουελ Αρουτιούνιαν, είπε για τους δυτικούς σελέμπριτι: «Ανησυχούν πολύ περισσότερο να μην καταστρέψουν την καριέρα τους. [Με το τρέχον πολιτικό κλίμα] δεν ξέρουν τι θα τους συμβεί όταν επιστρέψουν στην πατρίδα τους. Θα αντιμετωπίσουν σκληρή κριτική».
Με τον αινιγματικό αέρα του, τα μακιαβελικά γεωπολιτικά σχήματα και τη «συνήθεια» των επικριτών του να πεθαίνουν δολοφονημένοι με περίεργους τρόπους, ο Πούτιν άρχισε να μοιάζει όλο και περισσότερο με καρτούν του τύπου Ερνστ Σταύρο Μπλόφελντ, του σούπερ-κακού εχθρού του Τζέιμς Μποντ. Ωστόσο, εξακολουθούσε να υπάρχει μια κλίκα δυτικών καλλιτεχνών, που δεν ενοχλούνταν από την κατάσταση: Στην πραγματικότητα, όχι μόνο ο Ζεράρ Ντεπαρντιέ, αλλά και οι Μίκι Ρουρκ, Στίβεν Σίγκαλ και Ολιβερ Στόουν, το θαύμαζαν από πάνω.
Τρεις από αυτούς πέρασαν στο στρατόπεδο των χρήσιμων ηλιθίων. Ο Ντεπαρντιέ αποποιήθηκε την γαλλική υπηκοότητα και την υψηλή φορολογία της πατρίδας του (75%) για να αποκτήσει το 2013 το ρωσικό διαβατήριο, που του πρόσφερε ο Πούτιν προκειμένου να απολαμβάνει στην Ρωσία τον ενιαίο φορολογικό συντελεστή του 13%. Σε ανοικτή επιστολή του αποκάλεσε τη Ρωσία «μια μεγάλη δημοκρατία» και το 2014 σε ένα φεστιβάλ κινηματογράφου της Λετονίας -σύμφωνα με το Γαλλικό Πρακτορείο- φέρεται να είπε: «Λατρεύω τη Ρωσία και την Ουκρανία, η οποία είναι μέρος της Ρωσίας». Αποτέλεσμα: Οπως έγραψε το Variety του απαγορεύτηκε η είσοδος στην Ουκρανία για τα επόμενα πέντε χρόνια και μπήκε σε μαύρη λίστα μαζί με άλλες 117 εξέχουσες προσωπικότητες της ψυχαγωγίας «που έχουν μιλήσει υπέρ της παραβίασης της εδαφικής ακεραιότητας και κυριαρχίας της Ουκρανίας», σύμφωνα με την ανακοίνωση του ουκρανικού υπουργείου Πολιτισμού.
Οταν, όμως τα τανκς άρχισαν να περνούν τα σύνορα το 2022 έκανε έκκληση σε Ρώσους και Ουκρανούς: «Η Ρωσία και η Ουκρανία ήταν πάντα δύο αδελφές χώρες. Είμαι εναντίον αυτού του αδελφοκτόνου πολέμου. Λέω “κατεβάστε τα όπλα και διαπραγματευθείτε”», είπε. (Κάποιοι σκέφτηκαν βέβαια τότε ότι ίσως τον έσπρωξε ο φόβος του παγώματος της περιουσίας του από τη Γαλλία…)
Ο Ρουρκ, εν τω μεταξύ, δεν ενοχλήθηκε από την εισβολή του Πούτιν στην Κριμαία και τον χαρακτήρισε «πραγματικό κύριο» ενώ αγόρασε και ένα μπλουζάκι με στάμπα το πρόσωπο του ηγέτη σε ένα πολυκατάστημα της Μόσχας το 2014. «Τον συνάντησα μερικές φορές και ήταν πολύ καλός, κανονικός τύπος, με κοίταξε στα μάτια», είπε στο Sky News. Εύκολα μπορεί να υποθέσει κανείς ότι ήταν κάποιου είδους διαφημιστικό κόλπο εκ μέρους του, αλλά ο ίδιος ισχυρίστηκε ότι ο πραγματικός λόγος ήταν η ρωσίδα φιλενάδα του: «Εχει να κάνει με την οικογένεια. Δεν δίνω δεκάρα για την πολιτική. Δεν είναι το είδος μου».
Ο ρεπουμπλικανός Στίβεν Σίγκαλ από την άλλη μεριά, που απέκτησε τη ρωσική υπηκοότητα το 2016 και θεωρεί προσωπικό του φίλο τον Πούτιν –μοιράζονται το ίδιο πάθος για τις πολεμικές τέχνες- είχε ήδη χαρακτηρίσει την προσάρτηση της Κριμαίας «πολύ λογική» και τον ρώσο πρόεδρο «έναν από τους μεγαλύτερους ηγέτες του κόσμου εν ζωή». Και τώρα, ενώ ο φίλος του σαρώνει την Ουκρανία, είπε στο Fox News: «Βλέπω τη Ρωσία και την Ουκρανία σαν μια οικογένεια και πραγματικά πιστεύω ότι μια εξωτερική οντότητα ξοδεύει τεράστια ποσά σε προπαγάνδα για να προκαλέσει μια διαφωνία μεταξύ των δύο χωρών»… (Δείτε το βίντεο με τον Σίγκαλ και τον Πούτιν)
Βέβαια, μπορεί κανείς να καταλάβει γιατί αυτοί οι τρεις αλαζόνες ηθοποιοί είναι δυνατό να ταυτίζονται με τον ρώσο πρόεδρο. Ωστόσο η περίπτωση του Ολιβερ Στόουν είναι πιο περίπλοκη, γράφει ο Φιλ Χόουντ στον Guardian. Ο βραβευμένος με Οσκαρ αμερικανός σκηνοθέτης, σεναριογράφος και παραγωγός, είχε ήδη γυρίσει ντοκιμαντέρ για τον Φιντέλ Κάστρο και τον Ούγκο Τσάβες, επομένως, ήταν αναμενόμενο να είναι ο Πούτιν ο επόμενος υποψήφιος. Η μίνι σειρά των τεσσάρων επεισοδίων με τίτλο «Οι συνεντεύξεις του Πούτιν» («The Putin Interviews», 2017), αναμφίβολα «χαϊδεύει» τον ηγέτη, αλλά αποκαλύπτει και τον κυνισμό του. Ο Στόουν επιλέγει, επίσης, κάποιες στιγμές για να τον αμφισβητήσει: για την Τσετσενία, για τη ρωσική «δημοκρατία», για την παρέμβαση στις εκλογές.
Το μεγαλύτερο ερώτημα, ωστόσο, είναι πώς ωφελήθηκε ο Πούτιν συζητώντας την realpolitik με τον Ολιβερ Στόουν. Θα μπορούσε, άραγε, η σειρά, επιμένοντας συνεχώς στην ισοδυναμία μεταξύ του επεκτατισμού των ΗΠΑ και της Ρωσίας, να είναι μέρος της ευρύτερης στρατηγικής του για την παραπληροφόρηση; Να ρίχνει ένα δελεαστικό κόκκαλο στους φιλελεύθερους αντιιμπεριαλιστές για να τους αποσπάσει την προσοχή από την πραγματική του προσπάθεια κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, που δεν είναι άλλη από την εγχώρια ριζοσπαστικοποίηση των ακροδεξιών στις ΗΠΑ και την Ευρώπη;
Οι συνεντεύξεις του Στόουν με τον Πούτιν έδωσαν, τουλάχιστον, στους θεατές την ευκαιρία να παρατηρήσουν την επιφάνεια του ρώσου προέδρου, έστω κι αν δεν προχώρησαν σε αυτό που βρισκόταν πιο πέρα. Σε μια αξιοσημείωτη σκηνή, ο σκηνοθέτης βάζει τον Πούτιν να δει για πρώτη φορά τη μαύρη κωμωδία «S.O.S Πεντάγωνο Καλεί Μόσχα» (« Dr Strangelove», 1964) του Στάνλεϊ Κιούμπρικ με τον Πίτερ Σέλερς. Καθώς κορυφώνεται το μοντάζ με μανιτάρι της πυρηνικής έκρηξης, ο Πούτιν φαίνεται να διασκεδάζει αμυδρά με αυτή την απεικόνιση της αμοιβαία εξασφαλισμένης καταστροφής του κόσμου: «Τίποτα δεν έχει αλλάξει», λέει. Η πραγματικότητα του Πούτιν ήταν πάντα ψυχρή και σκληρή και ίσως οι διάσημοι επισκέπτες του τον βοηθούσαν να συγκαλύψει ακριβώς αυτή την πραγματικότητά του, γράφει ο Χόουντ.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News