Τα αρώματα έχουν έναν τρόπο να γίνονται πολύ προσωπικά, συχνά ανακαλώντας στη μνήμη μας κάποιο γεγονός ή ένα άτομο. Γι’ αυτό έχουμε έντονη σχέση μαζί τους και τους είμαστε πιστοί. Πιστεύουμε ότι μας ανήκουν, και κατά κάποιο τρόπο είναι κάτι που συμβαίνει αφού το ίδιο άρωμα διαφέρει σε διαφορετικές επιδερμίδες.
Ωστόσο, πίσω από τα πάρα πολλά χρόνια που απαιτούνται για τη δημιουργία κάθε ενός από τα πιο επιτυχημένα αρώματα, δεν υπάρχει μόνο ένας αρωματοποιός -ή «μύτη», όπως λέγεται, και μάλλον είναι ο πιο αστείος τίτλος εργασίας- και ένα εργαστήριο, αλλά επίσης παραγωγοί και καλλιεργητές. Eνα μπουκάλι άρωμα δίνει σαγηνευτικές υποσχέσεις «μυστηρίου» και «θηλυκότητας» («σαγήνης» επίσης), αλλά η δημιουργία ακόμα και του πιο μαγικού είδους ξεκινά, πολύ προσγειωμένα, με την παλιά καλή γεωργία.
Για όλα αυτά και πολύ περισσότερα μιλάει τώρα ο Φρανσουά Ντεμασί, αρωματοποιός του οίκου Christian Dior σε ένα νέο ντοκιμαντέρ 70 λεπτών με τίτλο «Nose: The Most Secret Job In The World», στο οποίο αποκαλύπτει το ταλέντο του, αλλά ταυτόχρονα επαινεί εκείνους που του παρέχουν ρίζες, φρούτα και λουλούδια για τις δημιουργίες του.
«Νομίζεις ότι το άρωμα δημιουργήθηκε σε ένα εργαστήριο από έναν άνθρωπο μόνο, θέλαμε, όμως, να δείξουμε ότι το άρωμα είναι μια ανθρώπινη αλυσίδα», λέει ο Ντεμασί στη Σούζι Ράστον της Telegraph, τηλεφωνικά από το γραφείο του στο Παρίσι. Δημιουργός το 2015 του «Sauvage» (το αγαπημένο του) -που ταυτίστηκε με την «άγρια πλευρά» του Τζόνι Ντεπ που επέλεξε ο οίκος για την καμπάνια του- ο Φρανσουά Ντεμασί είναι επίσης υπεύθυνος για περισσότερα από 140 αρώματα Dior.
Γεννημένος στη Γκρας, την «πρωτεύουσα» της γαλλικής αρωματοποιίας, ο έμπειρος αρωματοποιός ταξιδεύει συνεχώς σε όλο τον κόσμο για να συναντήσει τους προμηθευτές του τα προϊόντα των οποίων καταλήγουν στα δύο εργαστήριά του, στο Νεϊγί-συρ-Σεν, έξω από το Παρίσι, και άλλο ένα στη Νότια Γαλλία. Σε μια «κανονική» χρονιά, εξηγεί στην Telegraph, αφιερώνει έως και το 30% του χρόνου του σε ταξίδια «αναζητώντας πρώτες ύλες». Οι κινηματογραφιστές Αρτούρ ντε Κερσοζόν και Κλεμάν Μποβέ πέρασαν δύο χρόνια μαζί του τεκμηριώνοντας αυτά τα εμμονικά ερευνητικά ταξίδια.
Το ντοκιμαντέρ ξεκινάει από τους αγρούς με το πατσουλί στο τροπικό νησί Σουλαβέζι της Ινδονησίας. Μετά από τρεις ημέρες ταξιδιού, ο Ντεμασί βλέπει για πρώτη φορά το φυτό στο φυσικό του περιβάλλον. Είναι ντυμένος σαν πεζοπόρος του Σαββατοκύριακου, με μπλουζάκι πόλο και χακί παντελόνι. Σε αντίθεση, όμως, με τον μέσο τουρίστα, περνά τον περισσότερο χρόνο του με τα χέρια του κοντά στο πρόσωπό του, αισθάνεται, μυρίζει, απολαμβάνει. «Βρίσκω πολύ συγκινητική αυτή την εμπειρία», λέει, χαμογελαστός με μια χούφτα από τα τρυφερά πράσινα κλαδάκια πατσουλί στο χέρι του, «Από εδώ ξεκινούν όλα για το άρωμα».
Στη συνέχεια, οι θεατές ανακαλύπτουν το αμπέρι (ambergris), μια από τις πιο πολύτιμες ύλες στον κόσμο της αρωματοποιίας, που παράγεται από εμετό φάλαινας και μεταμορφώνεται σε σκληρή μάζα, η οποία ξεβράζεται στις παραλίες της κομητείας Κλέιρ στην Ιρλανδία, και εκεί την ανακαλύπτουν ειδικά εκπαιδευμένα σκυλιά. Παρακολουθούν τη συγκομιδή γιασεμιού και τριαντάφυλλων στην περιοχή της Γκρας, τα άνθη της πορτοκαλιάς που μαζεύονται σε ηλιόλουστες πεζούλες, από τα οποία βγαίνει το αιθέριο έλαιο νερολί. Και μαθαίνουν ότι χρειάζονται τέσσερις τόνοι ρίζας ίριδας για να φτιαχτούν μόλις 300 γραμμάρια της ουράνιας εσάνς «iris butter».
Το ντοκιμαντέρ τους ταξιδεύει στο Σαν Κάρλο της Καλαβρίας, όπου οι θεατές βλέπουν τον μεσιέ Ντεμασί να σκύβει σε έναν από τους καλύτερους οπωρώνες με περγαμόντο της Ευρώπης μαζί με μια ομάδα ιταλών αγροτών, που καπνίζουν, παρά την εκλεπτυσμένη «μύτη» ανάμεσά τους. Ο αρωματοποιός ξύνει με το νύχι του την επιδερμίδα του ωχρού κίτρινου εσπεριδοειδούς, και το φέρνει κοντά στα ρουθούνια του: «Είναι όπως ο δολοφόνος που επιστρέφει στη σκηνή του εγκλήματος», λέει, «Είναι σημαντικό να βρίσκεσαι επί τόπου, ώστε να μπορείς να μυρίσεις και να αισθανθείς»
Το έργο της υπερφυσικής μύτης του Ντεμασί βρίσκεται στην καρδιά της ταινίας. Τον βλέπουμε να μυρίζει σιδερένιες ράγες σιδηροδρόμου, ένα παράθυρο αεροπλάνου, τη θάλασσα. Περιφέρεται σαν λαγωνικό στο duty free ενός αεροδρομίου με αρώματα Dior. Οι επαγγελματικές «μύτες» πρέπει να απομνημονεύσουν χιλιάδες διαφορετικές μυρωδιές, και να τις συνδυάζουν με εικόνες και εμπειρίες. «Αποθηκεύουμε ψυχικές εικόνες», λέει ο Ντεμασί, ο οποίος είναι ο επικεφαλής των αρωματοποιών του οίκου Dior από το 2006, μετά από μια θητεία στη Chanel.
Περισσότερο και από τα αρώματα, όμως, ο Ντεμασί αγαπά τις γυναίκες.Παραδέχεται με ειλικρίνεια ότι ένας λόγος που μπήκε στη βιομηχανία ήταν για να γνωρίσει γυναίκες: σε ένα σημείο της ταινίας, τον βλέπουμε στο Φεστιβάλ των Καννών να συνομιλεί με μια σειρά από στάρλετ. Είναι επίσης στο στοιχείο του σε ένα αγρόκτημα με τριανταφυλλιές στη Νότια Γαλλία συζητώντας για τον καλύτερο τρόπο μπολιάσματος υβριδικών τριαντάφυλλων με μια κομψή αγρότισσα και το σούπερ μόντελ Εύα Χερτσίκοβα που εμφανίζεται ανεξήγητα στις εξοχές της Προβηγκίας.
Ο Ντεμασί πιστεύει ότι οι γυναίκες έχουν πλεονεκτήματα στη βιομηχανία των αρωμάτων, η οποία άργησε να περάσει σε βιολογικές μεθόδους καλλιέργειας. «Πολλοί παραγωγοί με τους οποίους συνεργαζόμαστε στη Γκρας είναι γυναίκες, αν και δεν ήταν έτσι πριν, επιτρέψτε μου να το πω!», λέει, «Οι γυναίκες είναι πιο προσαρμόσιμες, συνδέονται περισσότερο με τη φύση και επίσης είναι πιο θαρραλέες». Προς το τέλος της ταινίας μία από αυτές τις πρωτοπόρες γυναίκες, περιγράφει τη δουλειά της με τη φράση «πόδια στη λάσπη, κεφάλι στα σύννεφα», περιγραφή, που δεν απέχει καθόλου και από τον ίδιο τον Ντεμασί.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News