507
Μάρκες και Μπάρτσα σε μια φωτογραφία τους από τη δεκαετία του 1990 | Τwitter / alejandra_frausto

To alter ego του Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες πηγαίνει να τον βρει

Protagon Team Protagon Team 17 Αυγούστου 2020, 17:15
Μάρκες και Μπάρτσα σε μια φωτογραφία τους από τη δεκαετία του 1990
|Τwitter / alejandra_frausto

To alter ego του Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες πηγαίνει να τον βρει

Protagon Team Protagon Team 17 Αυγούστου 2020, 17:15

Διάβαζε πρώτη από όλους τα χειρόγραφά του, του έδινε συμβουλές ενώ δεν δίσταζε μέχρι και να… υποθηκεύει ακίνητα ή να πουλάει προσωπικά της αντικείμενα προκειμένου να δίνει την ευκαιρία στον σύζυγό της να συνεχίζει απρόσκοπτα το γράψιμο.

Ομως η Mερσέντες Μπάρτσα Πάρντο, χήρα, αλλά και «μούσα» του κολομβιανού συγγραφέα Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες, πέθανε το Σάββατο σε ηλικία 87 ετών.

Ολως τυχαίως, στα 87 του είχε πεθάνει και ο «Γκάμπο», το 2014.

Το ζευγάρι είχε αποκτήσει δύο γιους, τον Ροντρίγκο Γκαρσία και τον Γκονζάλο Γκαρσία.

Γεννημένη τον Νοέμβριο του 1932, στο Μαγκάγκουε της Βόρειας Κολομβίας, η Mερσέντες γνώριζε τον Γκαρσία Μάρκες από τα 13 της κιόλας χρόνια.

Συναντήθηκαν στην πόλη Σούκρε το 1941 και το 1945 τής ζήτησε να τον παντρευτεί – πράγμα που έγινε ωστόσο πολλά χρόνια μετά.

Οταν ρωτήθηκε η Mπάρτσα σε μια συνέντευξη για την πρώτη τους συνάντηση, είπε: «Δεν θυμάμαι ακριβώς. Ημασταν πάντως και τα δύο μας μικρά παιδιά. Είναι μία από αυτές τις περιπτώσεις όπου ο ένας μεγαλώνει μαζί με τον άλλον».

Σχετικά με την περιβόητη πρόταση γάμου στα 13 της, η ίδια είπε: «Μια μέρα, από το πουθενά και εντελώς ξαφνικά, μου είπε, “Πρέπει να με παντρευτείς”. Εμεινα έκπληκτη από αυτόν τον επιτακτικό του τόνο, αλλά δέχτηκα, έστω και λίγο φοβισμένα».

Παντρεύτηκαν το 1958.

Τη δεκαετία του ’80 με τους δυο γιους τους

Ο Μάρκες ήταν ένας άγνωστος 40χρονος δημοσιογράφος όταν ξεκίνησε να γράφει τα «Εκατό χρόνια μοναξιάς».

Η Μερσέντες, προκειμένου να του επιτρέψει να συνεχίσει να το γράφει χωρίς περισπασμούς, έβαλε υποθήκη πολλά από τα προσωπικά της αντικείμενα, μέχρι και πολύτιμα τιμαλφή.

Σε ένα περιστατικό που ο ίδιος ο συγγραφέας διηγήθηκε, αφού τελείωσε τα «Εκατό χρόνια μοναξιάς», ήθελε να το στείλει σε έναν γνωστό εκδοτικό οίκο στο Μπουένος Αϊρες.

Ετσι, πήγαν μαζί στο ταχυδρομείο.

Ηταν ένας τόμος 490 σελίδων και η αποστολή θα του κόστιζε 83 πέσος για να το στείλει από το Μεξικό  –όπου διέμενε τότε– στην Αργεντινή.

Είχαν μόνο 45 πέσος μαζί τους, οπότε αυτός χώρισε το βιβλίο στα δύο και έστειλε ένα μέρος του στον εκδότη.

Οταν επέστρεψαν στο σπίτι, η Μπάρτσα πήρε όσα αντικείμενα αξίας τούς είχαν απομείνει –μια θερμάστρα, έναν στεγνωτήρα μαλλιών και ένα μπλέντερ– και πουλώντας τα στη μαύρη αγορά, το ζευγάρι κατάφερε να έχει πλέον αρκετά χρήματα για να στείλει ο «Γκάμπο» ολόκληρο τον τόμο με το βιβλίο.

Μάρκες και Μπάρτσα στην Μπογκοτά το 1967

Ο Μάρκες ομολόγησε μετέπειτα σε έναν φίλο του: «Οταν εξαντλήθηκαν όλα τα χρήματά μας, δεν μου είπε τίποτα για αυτό. Και όμως, η Mερσέντες κατάφερε –δεν ξέρω πώς– να τα έχει πάντα καλά, από τον χασάπη και τον αρτοποιό, μέχρι τον ιδιοκτήτη του διαμερίσματός μας, στον οποίο χρωστούσαμε μέχρι και εννέα νοίκια».

Κυρίως, βέβαια, η επί 56 συναπτά έτη σύζυγός του υπήρξε ο άνθρωπος που τον στήριζε 100% σε ό,τι και έγραφε, ενώ ήταν ασφαλώς η πρώτη που διάβαζε τα χειρόγραφά του, ασκώντας του κριτική.

Οπως αναφέρει μάλιστα γλαφυρά ένα αμερικανικό ΜΜΕ, «η Μπάρτσα ήταν αυτή που είχε τα πόδια της σταθερά στο έδαφος, ενώ ο Γκάμπο περιπλανιόταν στα συγγραφικά εδάφη του μαγικού του ρεαλισμού».

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News

Διαβάστε ακόμη...

Διαβάστε ακόμη...