Δεν πάει πολύς καιρός από τότε που ο Μίκης Θεοδωράκης, ο εμβληματικός αυτός μουσικοσυνθέτης και αγωνιστής, έλεγε για τη Χρυσή Αυγή (εδώ) ότι «αγαπά την πατρίδα, αλλά με έναν τρόπο εριστικό» –ήταν η εποχή των διαδηλώσεων κατά της Συμφωνίας των Πρεσπών, όπου οι χρυσαυγίτες είχαν μεγάλη συμμετοχή και ο Μίκης αφηνόταν να ξεχνά ότι επρόκειτο για μια οργάνωση που δικαζόταν ως εγκληματική και τη βάρυναν άγρια εγκλήματα, των οποίων είχε ήδη αναλάβει την πολιτική ευθύνη.
Τριάντα δύο μήνες μετά, ο κ. Θεοδωράκης έγραψε στα «Νέα» για τη χαρά του που οι δικαστές αψήφησαν τους «κινδύνους» (!) και τα «εμπόδια» (!) αναγνωρίζοντας τη Χρυσή Αυγή ως εγκληματική οργάνωση. Ο 95ετης εθνικός συνθέτης δεν εξήγησε τι είδους κινδύνους και τι εμπόδια μπορεί να αντιμετώπισαν οι δικαστές στην Ελληνική Δημοκρατία του 2020.
«Η έκδοση της δικαστικής απόφασης για τη Χρυσή Αυγή δεν πρέπει να μας οδηγήσει σε εφησυχασμό ότι ο αγώνας κατά του φασισμού δικαιώθηκε, άρα τελείωσε», προειδοποίησε κατά τα άλλα ο Μίκης στο άρθρο-παρέμβασή του με το οποίο σημειώνει, όπως ανέφερε, όχι μόνο τα ευχάριστα αλλά και τα δυσάρεστα.
«Γι’ αυτό προτίμησα να μη μιλήσω την ημέρα που εκδόθηκε η δικαστική απόφαση. Γιατί δεν ήθελα μια τόσο σημαντική μέρα για τη Δημοκρατία να πω δυσάρεστα, αλλά και από την άλλη δεν μπορούσα να μιλήσω για το θέμα αυτό και να τα αποκρύψω, αφού δεν συνήθισα ποτέ τα μισόλογα», έγραψε ο κ. Θεοδωράκης.
«Η φασιστική νοοτροπία –σαν το σαράκι που σαπίζει το ξύλο– σαπίζει καθημερινά το εθνικό σώμα με δραματικές συνέπειες τόσο για την υγεία της κοινωνίας, όσο και για τη δυνατότητα υπεράσπισής μας από τους πολλούς και μεγάλους κινδύνους που συσσωρεύουν οι διεθνείς εξελίξεις μπροστά στην πόρτα μας», προειδοποίησε.
Το άρθρο του Μίκη Θεοδωράκη στα «Νέα» ήταν το ακόλουθο:
Η φασιστική νοοτροπία σαπίζει το εθνικό σώμα
Συγχαίρω και χειροκροτώ τους δικαστές που είχαν το θάρρος να αψηφήσουν κινδύνους και εμπόδια και με την απόφασή τους να καταδικάσουν τη Χρυσή Αυγή αναγνωρίζοντάς την ως εγκληματική οργάνωση.
Οταν απαλλαχθήκαμε από το άγος της Χούντας, ήταν βέβαιο ότι η τεχνητή διαίρεση του Λαού μας θα μείωνε τις αντιστάσεις του σε σημείο να δεχθεί την επανεμφάνιση μιας νέας Χούντας, εξίσου προσβλητικής και επικίνδυνης για τη Δημοκρατία.
Βεβαίως, το μέσον ανόδου της Χρυσής Αυγής διέφερε από το προηγούμενο. Δηλαδή δεν ήρθε με την απειλή των τανκς αλλά με την ανοχή των εξουσιών, πολιτικών και δικαστικών.
Και ενώ η πρώτη μορφή, η Χούντα, αντιμετωπίστηκε με την αντίσταση του ελληνικού λαού, η δεύτερη, η Χρυσή Αυγή, κατόρθωσε να αποσπάσει την ανοχή θεσμών και κομμάτων, καθώς και την ψήφο μισού περίπου εκατομμυρίου ελλήνων ψηφοφόρων, εξασφαλίζοντας την παρουσία των εκπροσώπων της μέσα στο Ιερό της Δημοκρατίας, τη Βουλή των Ελλήνων!
Μετά την ιστορική απόφαση αυτής της ομάδας των δικαστών, διέπρεψε ο φαρισαϊσμός όλων των υπευθύνων για την κατάντια της χώρας μας, που δίπλα στην τραγική αλλά και ηρωική μορφή της Μάγδας Φύσσα, δίπλα σε όλους εκείνους που πραγματικά έδωσαν τον μεγάλο αγώνα εδώ και τόσον καιρό, «πανηγύριζαν» για τη «νίκη κατά του φασισμού».
Δεν υπήρξε ούτε αυτοκριτική, ούτε προσπάθεια να αποκαλυφθούν και να καταδικασθούν οι βαθύτεροι λόγοι-ασθένειες εξαιτίας των οποίων από το 1967 έως σήμερα ζήσαμε δύο επταετίες με τη θηριώδη παρουσία δύο εγκληματικών μορφωμάτων με τη σφραγίδα του φασισμού-ναζισμού, που τόσο τραγικά εβίωσε ο Λαός μας κατά τις τελευταίες δεκαετίες.
Γι’ αυτό προτίμησα να μη μιλήσω την ημέρα που εκδόθηκε η δικαστική απόφαση. Γιατί δεν ήθελα μια τόσο σημαντική μέρα για τη Δημοκρατία να πω δυσάρεστα, αλλά και από την άλλη δεν μπορούσα να μιλήσω για το θέμα αυτό και να τα αποκρύψω, αφού δεν συνήθισα ποτέ τα μισόλογα.
Γιατί το χειρότερο είναι το γεγονός ότι έχουμε καθημερινά και ολοένα αυξανόμενα δείγματα φασιστικής νοοτροπίας στην καθημερινή μας ζωή, τόσο στις διαπροσωπικές σχέσεις με την έλλειψη κάθε έννοιας σεβασμού της διαφορετικότητας, όσο και στις διακομματικές σχέσεις με την έλλειψη κάθε έννοιας σεβασμού στο δικαίωμα της διαφωνίας και της διαφορετικής άποψης. Πράγμα που αποτελεί απόδειξη έλλειψης πραγματικής Παιδείας και Πολιτισμού.
Ετσι, η φασιστική νοοτροπία – σαν το σαράκι που σαπίζει το ξύλο – σαπίζει καθημερινά το εθνικό σώμα με δραματικές συνέπειες τόσο για την υγεία της κοινωνίας, όσο και για τη δυνατότητα υπεράσπισής μας από τους πολλούς και μεγάλους κινδύνους που συσσωρεύουν οι διεθνείς εξελίξεις μπροστά στην πόρτα μας.
Η έκδοση της δικαστικής απόφασης για τη Χρυσή Αυγή δεν πρέπει να μας οδηγήσει σε εφησυχασμό ότι ο αγώνας κατά του φασισμού δικαιώθηκε, άρα τελείωσε. Αντίθετα, θα πρέπει να δούμε την απόφαση αυτή σαν έναν σημαντικό σταθμό στον αντιφασιστικό αγώνα, που πρέπει να συνεχιστεί με αμείωτη ένταση, αφού γνωρίζουμε καλά πόσο ύπουλο είναι το μικρόβιο του φασισμού.
Μόνο με τη συνέχιση του αγώνα αυτού θα δικαιωθούν ο Παύλος Φύσσας και όλα τα θύματα της Χρυσής Αυγής.
Αντίθετα, με τον φαρισαϊσμό, τον κρυφό και ύπουλο φασισμό-ρατσισμό και την άγνοια του κινδύνου που τροφοδοτεί τον εθνικισμό, το πλοίο ΕΛΛΑΣ είναι περισσότερο από βέβαιο ότι θα πέσει σε κάποια απροσδόκητη ξέρα, καθώς τα τρία Φ (Φαρισαϊσμός, Φασισμός και Φανατισμός) εμποδίζουν την ασφαλή πορεία προς το μέλλον.
Σήμερα, τόσο τα εσωτερικά μας προβλήματα όσο και οι διεθνείς εξελίξεις απαιτούν να έχουμε τα μάτια μας ορθάνοιχτα, τη σκέψη μας ανεξάρτητη και απαλλαγμένη από ιδεοληψίες και τις καρδιές μας καθαρές και αμόλυντες από το εμφύλιο μίσος, καθώς ταξιδεύουμε σε αχαρτογράφητα νερά.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News