Πιστεύοντας ακράδαντα ότι η Γη είναι το λίκνο το οποίο η ανθρωπότητα θα αναγκαστεί κάποτε να εγκαταλείψει, ο Ντένις Οβερμπάι, συγγραφέας επιστημονικών θεμάτων, ειδικευμένος στη Φυσική και στην Κοσμολογία, γράφει στους New York Times με οίστρο αναπολώντας τις ημέρες του «Apollo 11» και ανασυνθέτοντας την εποχή του. Ο ίδιος δηλώνει ότι ανήκει στην κατηγορία των Αμερικανών που θέλουν «να ξαναπαίξουν με διαστημόπλοια».
Το μεγάλο κείμενό του ξεκινάει από την «ποιητικής συμπύκνωσης» ιστορική φράση «ο Αετός προσεληνώθηκε» (που αφορά την επιχείρηση του «Apollo 11» _ Eagle, δηλαδή Αετό είχε βαφτίσει η NASA τον θαλαμίσκο με τον οποίο κατέβηκαν στη Σελήνη οι αστροναύτες), στέκεται με μελαγχολικό σεβασμό στη διαπίστωση ότι οι δώδεκα αστροναύτες όλων των προγραμμάτων «Apollo» που ακόμη βρίσκονται εν ζωή είναι μέλη «ενός όλο και πιο ολιγομελούς συλλόγου του οποίου το νεαρότερο μέλος είναι 83 ετών» και τελειώνει με την πίστη ότι ο άνθρωπος θα κατακτήσει και νέους στόχους στο Διάστημα.
Τα πενηντάχρονα του «Apollo 11» ο Οβερμπάι τα γιορτάζει με το «αιώνιο» ερώτημα: «Γιατί στείλαμε ανθρώπους στο Διάστημα;» Η απάντησή του ίσως ξαφνιάσει τους ρομαντικούς και τους αφελείς: «Διότι είχαμε Ψυχρό Πόλεμο και διότι οι Ρώσοι είχαν τον Γιούρι Γκαγκάριν».
Πάνω στη μεγάλη επέτειο των ΗΠΑ ο αρθρογράφος μνημονεύει τους νεότερους «εξερευνητές του Σύμπαντος», τους Κροίσους με τις διαστημικές ανησυχίες και τα ανάλογα ταξιδιωτικά οράματα που επιχειρούν να κάνουν πράξη, αλλά και τον πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ που «θέλει να επιστρέψουν οι Αμερικανοί στη Σελήνη μέχρι το 2024».
Τα υπόλοιπα είναι Ιστορία: ο πρώτος σοβιετικός δορυφόρος Sputnik του 1957 που τόσο πολύ ανησύχησε τους Αμερικανούς, το «γάντι» που σήκωσε το 1961 ο πρόεδρος Τζον Κένεντι και ανακοίνωσε ότι «η Αμερική αναλαμβάνει να στείλει έναν άνθρωπο στο φεγγάρι», το κόστος του προγράμματος που εξόργισε τον προηγούμενο πρόεδρο Ντουάιτ Αϊζενχάουερ («όποιος ξοδεύει 40 δισ. δολάρια για κούρσα στο φεγγάρι και το κάνει για να ενισχύσει το εθνικό κύρος, ε, αυτός είναι τρελός»), οι επιφυλάξεις των πολιτών που θεωρούσαν πεταμένα λεφτά τις διαστημικές αποστολές (γκάλοπ του 1966), ακόμη και το κοινωνικο-πολιτικο-καλλιτεχνικό πλαίσιο της εποχής.
Ο χωροχρονικός μηχανισμός του κειμένου σταθμεύει στο 1969: από τις αράδες του κειμένου του Οβερμπάι περνούν οι ταραχές στο νεοϋορκέζικο καρτιέ Γκρίνουιτς Βίλατζ, οι δολοφονίες της Σάρον Τέιτ και των υπολοίπων από την ομάδα του Μάνσον, χωρίς να παραγνωρίζονται και τα υπόλοιπα χρόνια της τρομερής δεκαετίας του ’60 με την Αμερική να βρίσκεται «εν βρασμώ»: Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, Μάλκολμ Εξ, πόλεμος Βιετνάμ, φεστιβάλ Γούντστοκ και Αλταμοντ, Ρόλινγκ Στόουνς, όλα αυτά στο φόντο…
Μνημονεύεται και η ρήση του Νίξον, που ως πρόεδρος υποδέχθηκε το «Apollo 11» στα πάτρια χαρακτηρίζοντας τον χρόνο της αποστολής του αμερικανικού διαστημοπλοίου «τη μεγαλύτερη εβδομάδα στην ιστορία του κόσμου μετά τη Δημιουργία».
Μετά όμως τι; «Εχοντας ‘δείρει’ τους Ρώσους, αφήσαμε το φεγγάρι αμήχανα και κυνικά όπως το είχαμε αγκαλιάσει μία δεκαετία νωρίτερα. Η επιστήμη συνεχίστηκε, βέβαια. Στα κατοπινά χρόνια μη επανδρωμένα ερευνητικά σκάφη επισκέφθηκαν κάθε πλανήτη του ηλιακού συστήματός μας, τα ρομπότ εισέβαλαν στον Αρη, τα διαστημικά τηλεσκόπια όπως τα Κέπλερ και Χαμπλ έφεραν επανάσταση στην Αστρονομία».
Οι τελευταίες αράδες του Οβερμπάι είναι αφιερωμένες στους «ολιγάρχες των διαστημικών πυραύλων», τον Ελον Μασκ, τον Τζεφ Μπέζος, τον Ρίτσαρντ Μπράνσον που είναι «οι πιο ειλικρινείς απόστολοι του παλαιού διαστημικού μυστικισμού»…
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News