Σεπτέμβριος 2019: 43 βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ με επίκαιρη επερώτηση διατυπώνουν τις ανησυχίες τους για τις συνέπειες που θα προκύψουν από την ενδεχόμενη εξαγορά της εισηγμένης εταιρείας Forthnet – στην οποία ανήκει η συνδρομητική πλατφόρμα Nova, η οποία ελέγχει πλήθος τηλεοπτικών δικαιωμάτων ομάδων της μεγάλης ποδοσφαιρικής κατηγορίας.
Σεπτέμβριος 1999: Στα τέλη του μήνα – 23 Σεπτεμβρίου– το ξέφρενο ράλι της Σοφοκλέους έλαβε τέλος. Τα σχέδια των ομάδων και των βασικών μετόχων τους –ομολογημένα αλλά και ανομολόγητα– πήγαν στράφι και μαζί τους, το μεγάλο όραμα μιας χρηματιστηριακής αγοράς αθλητικού θεάματος βασισμένο στο «ψηφιακό γήπεδο» με τα τηλεοπτικά δικαιώματα, την εμπορική αξιοποίηση των συμβόλων και τις χορηγίες.
Πάντως, ο πρώτος πάγος είχε έρθει νωρίτερα χρονικά –Ιούλιος 1999- όταν η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς επέλεξε να τραβήξει χειρόφρενο. Το κείμενο της ανακοίνωσης της έχει μια ιδιαίτερη αξία να διαβαστεί… «Οι ΠAE και KAE είναι εταιρείες ειδικού τύπου, με ιδιαίτερα οικονομικά χαρακτηριστικά. Οι αρχές της κεφαλαιαγοράς θεωρούν ότι υπό τις σημερινές συνθήκες είναι εντελώς πρόωρη κάθε συζήτηση για την είσοδο των εταιρειών αυτών στο Xρηματιστήριο. Yπάρχουν πολλές κατηγορίες εταιρειών, ειδικών χαρακτηριστικών, για τις οποίες θα πρέπει στο μέλλον να εξεταστεί η δυνατότητα εισαγωγής τους στο Xρηματιστήριο, έπειτα από ενδελεχή μελέτη και επεξεργασία ειδικών υποθέσεων. Προέχει πάντοτε η εξασφάλιση της ομαλότητας της αγοράς και η προστασία τού ευρέως επενδυτικού κοινού».
Η απόφαση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς δεν έρχεται ως κεραυνός εν αιθρία. Κάθε άλλο. Το ράλι των τιμών των μετοχών –και των άνευ προηγουμένου αποτιμήσεων των εταιρειών– είχε βάλει σε σκέψεις τις περισσότερες από τις μεγάλες ομάδες. Μάλιστα, ορισμένες εξ αυτών είχαν έτοιμες λύσεις για να περάσουν στα γρήγορα το κατώφλι της τότε χρηματιστηριακής Σοφοκλέους δια της πλαγίας οδού. Για παράδειγμα, ο ΠΑΟΚ με ηγέτη τον μεγαλοεργολάβο της ΕΡΓΑΣ Γιώργο Μπατατούδη (γνωστό και ως «Μπάτμαν») έχει βάλει σκοπό να αξιοποιήσει τη δυνατότητα που έδινε η εξαγορά εισηγμένων εταιρειών που είχαν καταντήσει σκέτα κουφάρια. Έτσι, εξαγοράζεται η εισηγμένη «Νηματεμπορική» και μετατρέπεται σε «Αθλος ΠΑΟΚ». Από κοντά και μια δεύτερη εισηγμένη –ξεχασμένη από τον Θεό και τους ανθρώπους– η «Οίνων και Οινοπνευμάτων» η οποία μετατρέπεται μέσα από συγχωνεύσεις εταιρειών του προέδρου σε «Οινέργα» για να καταλήξει στην «INTERSAT» των δορυφορικών επικοινωνιών στην πλατφόρμα της οποίας θα φιγουράριζε και το «ΠΑΟΚ TV».
Την ίδια ώρα μια άλλη ομάδα η ΑΕΚ συνδεόταν μετοχικά με την NetMed, ιδιοκτήτρια της συνδρομητικής πλατφόρμας με ανεβασμένα σε αυτήν τα κανάλια Filmnet & SuperSport. Οι Νοτιοαφρικανοί της NetMed είχαν αγοράσει από την επενδυτική ENIC το 40 % των μετοχών της κιτρινόμαυρης ΠΑΕ.
Το οδυνηρό για χρηματιστηριακά όνειρα και προσδοκίες ’99 μάς λειτουργεί και για τα σημερινά ως παράδειγμα προς αποφυγή. Ταυτόχρονα, δε ως παρακαταθήκη αναγκαίας και απαραίτητης γνώσης και εμπειρίας.
Με αυτήν την έννοια η επίκαιρη ερώτηση των βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ φαντάζει ως μια κίνηση εκτός τόπου και χρόνου. Και αυτό γιατί οι συντάκτες της λειτουργούν ως εγκλωβισμένοι σε κενό (ιστορικής) μνήμης. Προφανώς οι περισσότεροι εξ αυτών – λόγω ηλικίας– αγνοούν και τις ιστορίες της ENIC αλλά και τους περίτεχνους επιχειρηματικούς ακροβατισμούς του Γιώργου Μπατατούδη. Και κάτι τέτοιο φαίνεται λογικό. Εκείνο που δεν είναι και δεν μπορεί να εισπραχθεί ως λογικό είναι η άρνηση τους στη κατανόηση των δικών τους ευθυνών.
Ας μην το ξεχνάμε: Mέχρι τις αρχές του περασμένου Ιουλίου, κυβέρνηση ήταν ο ΣΥΡΙΖΑ στηριζόμενος σε μια πολύχρωμη κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Τόσο ο υπουργός του αλήστου μνήμης υπουργείου ΨΗΠΤΕ Νίκος Παππάς, ο υψυπουργός Αθλητισμού Γιώργος Βασιλειάδης και ο υψυπουργός ΨΗΠΤΕ Λευτέρης Κρέτσος είχαν μια ενεργή – πιο ενεργή πεθαίνεις…– παρέμβαση στα πράγματα της ποδοσφαιρικής αγοράς.
Οι εκπρόσωποι του ΣΥΡΙΖΑ αρνήθηκαν και συνεχίζουν να αρνούνται δύο συστατικά στοιχεία της αγοράς.
Το πρώτο εξ αυτών είναι ότι παρά τις λαβυρινθώδεις διαδρομές των 20 χρόνων τουλάχιστον στην χώρα μας έχει εγκαθιδρυθεί και λειτουργεί μια αγορά αθλητικού θεάματος σε συνθήκες ελεύθερου ανταγωνισμού ως προς τις επιλογές των εμπλεκομένων μερών (ΠΑΕ). Οι τελευταίες έχουν την πρώτη και πλήρη ευθύνη για τις επιλογές τους από την στιγμή που μπορούν και θέλουν να λειτουργήσουν ως ολοκληρωμένες επιχειρηματικές οντότητες με συνεπή οικονομική και διοικητική επάρκεια ως προς την λειτουργία και τις δραστηριότητες. Οι επιλογές τους εκτείνονται από την διαχείριση των τηλεοπτικών δικαιωμάτων τους μέχρι την εξεύρεση χορηγών και την πλήρη αξιοποίηση των εμπορικών δυνατοτήτων ( από τις φανέλες των παικτών μέχρι τα αναμνηστικά και τα αξεσουάρ). Επιπλέον, η ύπαρξη ενός γηπέδου δίνει την ευκαιρία να αναπτυχθεί μια ικανή «συνδρομητική» βάση (π.χ εισιτήρια διαρκείας).
Δεύτερο στοιχείο της αγοράς του αθλητικού θεάματος είναι οι μετοχικές αλλαγές τόσο σε ΠΑΕ όσο και στα συνδρομητικά δίκτυα που διαχειρίζονται τηλεοπτικά δικαιώματα ποδοσφαιρικών αγώνων μέσα από τα αθλητικά τους κανάλια. Εδώ, το κρίσιμο ζήτημα είναι η ύπαρξη μιας σταθερής πολιτικής υπεράσπισης του ελεύθερου ανταγωνισμού και των πολλαπλών επιλογών των εμπλεκομένων. Και όλα αυτά μακριά από τον κρατικό εναγκαλισμό και τις κομματικές σκοπιμότητες που το μόνο που κάνουν είναι να φορτώνουν χρέη και φόρους στους πολίτες ενθαρρύνοντας τους «αεριτζήδες» να στήνουν πάρτι. Και αυτό το είδαμε μπροστά στα μάτια μας με την κρατική- κομματική παρέμβαση υπέρ συγκεκριμένων ΠΑΕ με τα υψηλά συμβόλαια της ΕΡΤ.
Αλλά, ας πάμε πίσω στο χρόνο. Σε ένα θέμα που φέρει την υπογραφή μου στην εφημερίδα «Το Βήμα της Κυριακής» (Σεπτέμβριος 1997) διαβάζω και θυμάμαι: «Μετά τη συμφωνία μεταβίβασης του 79,8% των μετοχών της ΠΑΕ ΑΕΚ στην αγγλική επενδυτική εταιρεία ENIC, ανοίγει μια άλλη σελίδα στην ιστορία της ελληνικής ποδοσφαιρικής αγοράς. Τα νέα αφεντικά της κιτρινόμαυρης ΠΑΕ, παρ’ ότι κρατούν ακόμη κλειστό το στόμα τους, ανήκουν στη νέα γενιά των ευρωπαίων επενδυτών που αποφάσισαν, στηριγμένοι στα τηλεοπτικά δικαιώματα, τις χορηγίες και την εμπορική αξιοποίηση των δημοφιλών ποδοσφαιρικών συμβόλων, να μετατρέψουν το ποδόσφαιρο από ένα παιχνίδι με μαζική απήχηση σε μια τεράστια κερδοφόρα επιχείρηση αθλητικού θεάματος.
Οι Αγγλοι της ENIC (…), δεν αγοράζουν απλώς το πακέτο των μετοχών μιας ποδοσφαιρικής ομάδας, επενδύουν σε μια επιχείρηση που διαθέτει “σωστό προϊόν” (ομάδα που πρωταγωνιστεί και κερδίζει πρωταθλήματα), “καλό όνομα” και “έτοιμη πελατεία”».
Στην ίδια εφημερίδα (Φεβρουάριος 1998) σε ένα ανάλογο θέμα γράφω: « “Αν καταφέρεις να κερδίσεις έναν οπαδό της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, είναι σαν να αιχμαλωτίζεις έναν πελάτη εφ’ όρου ζωής”. Τάδε έφη ο κ. Ντάνιελ Λέβι, ο 35χρονος απόφοιτος του Κέιμπριτζ που έγινε γνωστός στη χώρα μας εν μια νυκτί όταν η λονδρέζικη εταιρεία Enic της οποίας είναι ένα από τα «αφεντικά» αγόρασε τις μετοχές της ΠΑΕ ΑΕΚ. Ο κ. Λέβι, γνωρίζοντας από πρώτο χέρι τα ποδοσφαιρικά πράγματα της Γηραιάς Αλβιώνας, ομολογεί μια μεγάλη αλήθεια: οι ομάδες και κατ’ επέκτασιν οι ιδιοκτήτριες εταιρείες τους διαθέτουν την καλύτερη και πιο σταθερή πελατειακή βάση στον ευρύτερο επιχειρηματικό χώρο στην αυγή του 21ου αιώνα. Μια πελατειακή βάση που μπορεί, μέσω των σύγχρονων μεθόδων του μάρκετινγκ, να αξιοποιηθεί και να στηρίξει πολυσχιδείς επιχειρηματικές δραστηριότητες που έχουν άμεση σχέση με τα “μίντια”, το “θέαμα” και την ψυχαγωγία.
Η ρήση του στελέχους της Enic δημοσιεύθηκε σε μια πρόσφατη έρευνα της εβδομαδιαίας εφημερίδας The European για την επέλαση των πολυεθνικών στο ποδόσφαιρο μπορεί κάλλιστα να περιγράψει το ουσιαστικό νόημα της “ψηφιακής” σύγκρουσης που διεξάγεται με αμείωτη ένταση στον χώρο του ελληνικού ποδοσφαίρου. Όπως έδειξαν οι εξελίξεις της τελευταίας εβδομάδας, τουλάχιστον οι μεγάλες ποδοσφαιρικές ανώνυμες εταιρείες που συγκεντρώνουν και τον μεγαλύτερο αριθμό οπαδών – πελατών των τηλεοπτικών συνδρομητικών δικτύων δεν είναι διατεθειμένες να αναθέσουν, εν λευκώ, σε «τρίτους» τη διαχείριση των δικαιωμάτων τηλεοπτικής κάλυψης των αγώνων τους, που αποτελούν τον βασικό οικονομικό τους πόρο σήμερα και πολύ περισσότερο στο άμεσο μέλλον με την ανάπτυξη των νέων εφαρμογών που συνοδεύουν τη δορυφορική ψηφιακή τηλεόραση».
Ολα αυτά πριν από 20 και πλέον χρόνια… Κάπου εκεί λοιπόν στα τέλη του 20 αιώνα το ελληνικό επαγγελματικό ποδόσφαιρο χάνει και τα τελευταία ίχνη της αθωότητας του. Η επέλαση της εισηγμένης επενδυτικής εταιρείας ENIC –που φτάνει κάποια στιγμή να ελέγχει ομάδες όπως η Τότεναμ, η σκωτσέζικη Ρέιντζερς (25.1%), η τσέχικη Σλάβια Πράγας, η AEK , η ιταλική Βιτσέντσα και η ελβετική Βασιλεία– δεν αφήνει πολλά περιθώρια για ρομαντικές αναγνώσεις. Την ίδια στιγμή, η χρηματιστηριακή προσέγγιση –κυρίως μέσα από τους τζίρους των τηλεοπτικών δικαιωμάτων– καθίσταται κυρίαρχη πέραν πάσης αμφισβήτησης.
Ολα αυτά με πολύ επιμέλεια αποκρύβονται από την επίκαιρη επερώτηση των βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ. Και για αυτό το λόγο ορισμένα κρίσιμα ερωτήματα έρχονται στη πρώτη γραμμή. Γιατί, οι εκπρόσωποι του ΣΥΡΙΖΑ δεν ενόχλησαν τους υπουργούς του όταν οι σύμβουλοι των τραπεζών –που ελέγχουν την Forthnet– είχαν προκρίνει να δώσουν ρόλο προνομιακού συνομιλητή για την εξαγορά του συνδρομητικού καναλιού στον ΑΝΤ1; Ποια είναι η διαφορά του τελευταίου από την εταιρεία Alter Ego; Μήπως τελικά η αντίθεση των εκπροσώπων του ΣΥΡΙΖΑ αφορά πρόσωπα και μόνο; Η ιστορία των τελευταίων χρόνων δείχνει πως δικαιώνονται όλοι όσοι πιστεύουν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θέλει να έχει φίλους αλλά και εχθρούς στα media και στο ποδόσφαιρο. Η έννοια της ανοιχτής αγοράς ενοχλεί και φοβίζει!
Για το τέλος, άφησα ένα κρίσιμο ζήτημα –ίσως το πιο κρίσιμο των ημερών. Ο ΣΥΡΙΖΑ και λόγω των επιλογών της κυβέρνησης Τσίπρα είχε μια σημαντική (σχεδόν καθοριστική) συμβολή στην περαιτέρω απαξίωση του προϊόντος που ονομάζεται ποδόσφαιρο. Κάποτε –ακόμη και 20 χρόνια πριν– τα τηλεοπτικά δικαιώματα είχαν μια αξία. Σήμερα, είναι κάτι μεταξύ επαιτείας και κρατικής ενίσχυσης…
Μετά και την ολοκλήρωση της σχετικής διαδικασίας (Οκτώβριος 2016) –που περιελάμβανε δημόσια προσφορά και ιδιωτική τοποθέτηση μετατρεψίμων ομολογιών της Forthnet– ο έλεγχος της εισηγμένης εταιρείας στην οποία ανήκει μεταξύ άλλων η συνδρομητική πλατφόρμα Nova περνάει κυριαρχικά στις τράπεζες.
Εναν χρόνο και ένα μήνα μετά από το πέρασμα του ελέγχου (Νοέμβριος 2017) οι τράπεζες –Alpha Τράπεζα, Εθνική Τράπεζα, Τράπεζα Αττικής και Τράπεζα Πειραιώς– εξουσιοδότησαν την Nomura International plc. να εκκινήσει διαδικασία «για την πρόσκληση πιθανών επενδυτών προς υποβολή προσφορών σχετικά με τα ανοίγματά της (exposures) (συμπεριλαμβανομένων μετοχών και μετατρέψιμων ομολογιών)» της Forthnet και των θυγατρικών της.
Από τότε μέχρι και σήμερα που εμφανίσθηκε στον ορίζοντα το ενδιαφέρον της εταιρείας Alter Ego υπήρξε ένα γαϊτανάκι μνηστήρων από την Ελλάδα και το εξωτερικό. Στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων τέθηκαν διάφορες προτάσεις, όπως αυτές των Vodafone-Wind με ένταξη στο πτωχευτικό άρθρο 106Β, του ANT1 με κούρεμα των δανείων κατά 70%-90%, αλλά και άλλες προτάσεις μεγάλων επενδυτικών funds του εξωτερικού, όπως του Apollo και της Odyssey που πρότειναν επενδύσεις και σταδιακή αποπληρωμή των δανείων.
Και όλα αυτά συμβαίνουν επί κυβερνήσεων Αλέξη Τσίπρα με κοινοβουλευτική πλειοψηφία τον ΣΥΡΙΖΑplus και με υπουργό ΨΗΠΤΕ τον Νίκο Παππά.
Με λίγα λόγια – για το ηθικό συμπέρασμα και μόνο– οι προτάσεις για γερό κούρεμα στα δάνεια της Forthnet είχαν ακουστεί και συζητηθεί και με ακροατή την κυβέρνηση Τσίπρα – η οποία κατά την πάγια τακτική της σφύριζε αδιάφορα. Επιπλέον, ουδείς βουλευτής της τότε κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας έσπευσε να ζητήσει εξηγήσεις σαν και εκείνες που ζητά ο πρώην υπουργός Νίκος Παππάς και οι σύντροφοι του. Κουβέντα για το κούρεμα, κουβέντα για την ΕΡΤ που σήμερα προτείνεται ως αγοράστρια της Forthnet…
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News