Σύμφωνα με δήλωση του γραφείου του εισαγγελέα του Μανχάταν της 6ης Δεκεμβρίου 2021, ο δισεκατομμυριούχος Μάικλ Στάινχαρντ, πρωτοπόρος των hedge funds και ένας από τους πιο μεγάλους συλλέκτες αρχαιοτήτων της Νέας Υόρκης, παρέδωσε 180 κλεμμένα αντικείμενα αξίας 70 εκατ. δολαρίων και του απαγορεύτηκε ισόβια να αποκτήσει άλλα κειμήλια.
Στη δήλωση αναφέρεται ότι το γραφείο του εισαγγελέα κατέληξε σε συμφωνία με τον Στάινχαρντ μετά από τετραετή πολυεθνική έρευνα κατά την οποία διαπιστώθηκε ότι τα κατασχεθέντα κομμάτια ήταν προϊόντα αρχαιοκαπηλίας, που αρπάχτηκαν σε 11 χώρες, διακινήθηκαν από 12 παράνομα δίκτυα και εμφανίστηκαν στη διεθνή αγορά τέχνης χωρίς νόμιμα παραστατικά.
«Για δεκαετίες, ο Μάικλ Στάινχαρντ επέδειξε μια αρπαχτική διάθεση για λεηλατημένα αντικείμενα χωρίς να ανησυχεί για τη νομιμότητα των πράξεών του, τη νομιμότητα των κομματιών που αγόρασε και πούλησε ή τη σοβαρή πολιτιστική ζημιά που προκάλεσε σε όλο τον κόσμο», δήλωσε ο εισαγγελέας Σάιρους Βανς, και πρόσθεσε: «Η επιδίωξή του για “νέες” προσθήκες για να εκθέσει και να πουλήσει δεν γνώριζε γεωγραφικά ή ηθικά σύνορα, όπως συμβαίνει στον εκτεταμένο υπόκοσμο των επιδρομέων σε τάφους, εμπόρων αρχαιοτήτων, αφεντικών του εγκλήματος, και ανθρώπων που ξεπλένουν βρόμικο χρήμα, στους οποίους βασίστηκε για να επεκτείνει τη συλλογή του».
Ο Βανς ανακοίνωσε ότι η συμφωνία με τον συλλέκτη «εγγυάται ότι 180 κομμάτια θα επιστραφούν γρήγορα στους νόμιμους ιδιοκτήτες τους σε 11 χώρες αντί να κρατηθούν ως αποδεικτικά στοιχεία για όσα χρόνια απαιτούνται για την ολοκλήρωση του κατηγορητηρίου, της δίκης, της πιθανής καταδίκης και της ποινής, που θα επιβληθεί». Αυτή η λύση επιτρέπει επίσης στην υπηρεσία του κ. Βανς, της οποίας ηγείται ο ελληνοαμερικανός Μάθιου Μπογκντάνος, να προστατεύσει την ταυτότητα πολλών μαρτύρων στις ΗΠΑ και σε άλλες χώρες, των οποίων τα ονόματα θα έπρεπε να δημοσιοποιηθούν σε οποιαδήποτε δίκη. Της επιτρέπει επίσης να προστατεύσει την ακεραιότητα των παράλληλων ερευνών, που διεξάγονται σε κάθε μια από τις 11 χώρες και να αποφύγει την υπερβολική οικονομική επιβάρυνσή τους αν κληθούν να παρουσιάσουν μάρτυρες. Τέλος, όπως ανακοίνωσε ο εισαγγελέας του Μανχάταν «ο Στάινχαρντ θα υπόκειται σε μια άνευ προηγουμένου ισόβια απαγόρευση απόκτησης αρχαιοτήτων».
Σύμφωνα με δήλωση του δικηγόρου του Στάινχαρντ, η οποία δημοσιεύεται στους New York Times, ο συλλέκτης «είναι ευχαριστημένος με την κατάληξη της πολυετούς έρευνας του Εισαγγελέα… και στον βαθμό που οι δηλώσεις των εμπλεκομένων (αυτών δηλαδή που του πούλησαν αντικείμενα) ήταν ψευδείς, επιφυλάχθηκε για τα δικαιώματά του ώστε να ζητήσει αποζημίωση από αυτούς».
Ο Μάικλ Στάινχαρντ, ο οποίος γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Μπρούκλιν, έγινε 81 ετών την Τρίτη 7 Δεκεμβρίου. Εχει συνεισφέρει σημαντικά στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης και σε πολυάριθμες εβραϊκές φιλανθρωπικές οργανώσεις. Υπάρχει ένα Ωδείο Steinhardt στο Βοτανικό Κήπο του Μπρούκλιν και μια Γκαλερί Steinhardt στο Μητροπολιτικό Μουσείο Τέχνης.
Σύμφωνα με τους εισαγγελείς, 171 από τις 180 αρχαιότητες, που κατασχέθηκαν, εμφανίστηκαν αρχικά στην κατοχή κατηγορούμενων διακινητών αρχαιοτήτων, μεταξύ των οποίων και οι Τζιάκομο Μέντιτσι και Τζιοβάνι Μπεκίνα, που έχουν καταδικαστεί στην Ιταλία.
Γνωστός ήδη στην Ελλάδα από παλαιότερες υποθέσεις, ο Χρήστος Τσιρογιάννης, καθηγητής στο πανεπιστήμιο του Ααρχους στη Δανία, ο οποίος ειδικεύεται στην αναζήτηση φωτογραφικών αρχείων που κατασχέθηκαν από αρχαιοπώλες, δήλωσε ότι οι διακινητές χρησιμοποιούν τέτοιες φωτογραφίες για να διαφημίσουν τα λεηλατημένα προϊόντα τους σε μικρές ομάδες πλούσιων συλλεκτών. Ο δρ Τσιρογιάννης είναι ένας από τους περίπου 60 πιστοποιημένους ερευνητές, ανακριτές και ξένους αξιωματούχους επιβολής του νόμου, που συνδράμουν στη διερεύνηση της υπόθεσης λεηλατημένων αρχαιοτήτων.
Στο πλαίσιο της έρευνας του γραφείου της εισαγγελίας του Μανχάταν, οι εισαγγελείς εκτέλεσαν 17 εντάλματα έρευνας και συνεργάστηκαν με αξιωματούχους σε 11 χώρες, Βουλγαρία, Αίγυπτο, Ελλάδα, Ιράκ, Ισραήλ, Ιταλία, Ιορδανία, Λίβανο, Λιβύη, Συρία και Τουρκία.
Η πρόσφατη υπόθεση καθώς και άλλες κατασχέσεις καταδεικνύουν ότι η Μονάδα Διακίνησης Αρχαιοτήτων είναι έτοιμη να πάει χρονικά πολύ πίσω και να κατασχέσει αντικείμενα βάσει νόμου της Πολιτείας της Νέας Υόρκης, που επιτρέπει στους εισαγγελείς να επιστρέφουν κλεμμένη περιουσία στους νόμιμους ιδιοκτήτες της, ανεξάρτητα από το πότε μπορεί να έχει συμβεί κλοπή.
Οι συναλλαγές του Στάινχαρντ με τους εισαγγελείς για ύποπτες αρχαιότητες χρονολογούνται από τη δεκαετία του 1990, γράφει ο Τομ Μάσμπεργκ στους New York Times. Να σημειωθεί, επιπλέον, ότι τον Μάρτιο του 2019, ο Στάινχαρντ κατηγορήθηκε για σεξουαλική παρενόχληση από πολλές γυναίκες, εργαζόμενες στις ΜΚΟ που υποστήριζε.
Τα κατασχεθέντα αντικείμενα, τα οποία διακοσμούσαν τα σπίτια και τα γραφεία του, και τα οποία δάνειζε συχνά σε μεγάλα μουσεία, προέρχονταν κυρίως από την Ιταλία, την Ελλάδα και το Ισραήλ, σύμφωνα με κατάλογο που συνέταξαν οι ερευνητές.
Περιλαμβάνουν:
- Μια λάρνακα, ή μικρό σεντούκι για ανθρώπινα λείψανα, από την Κρήτη, που χρονολογείται μεταξύ 1400-1200 π.Χ. Αξιωματούχοι είπαν ότι το αντικείμενο, αξίας 1 εκατ. δολαρίων, αγοράστηκε από γνωστό έμπορο αρχαιοτήτων και εντοπίστηκε στην κατοχή του Στάινχαρντ μέσω ενός χρηματοπιστωτικού ιδρύματος με έδρα τη Μάλτα.
- Ενα ρυτό, δοχείο για τελετουργίες σπονδής, που απεικονίζει το κεφάλι ενός ελαφιού, και αγοράστηκε από την γκαλερί Merrin του Μανχάταν για 2,6 εκατ. δολάρια τον Νοέμβριο του 1991. Το αντικείμενο, που χρονολογείται το 400 π.Χ., εμφανίστηκε για πρώτη φορά στη διεθνή αγορά τέχνης χωρίς προέλευση, μετά από ανεξέλεγκτες λεηλασίες στο Μιλάς της Τουρκίας. Τον Μάρτιο του 1993, ο Στάινχαρντ το δάνεισε στο Μητροπολιτικό Μουσείο Τέχνης, από όπου κατασχέθηκε και στη συνέχεια επαναπατρίστηκε.
- Το «Ercolano Fresco», που αγοράστηκε έναντι 650.000 δολαρίων τον Νοέμβριο του 1995 από τον Ρόμπερτ Χεχτ, ο οποίος είχε κατηγορηθεί για εμπορία αρχαιοτήτων, «χωρίς προηγούμενη προέλευση». Χρονολογείται το 50 π.Χ. και αξίζει 1 εκατ. δολάρια. Απεικονίζει τον Ηρακλή βρέφος να στραγγαλίζει ένα φίδι που έστειλε η Ηρα για να τον σκοτώσει. Η τοιχογραφία λεηλατήθηκε το 1995 από μια ρωμαϊκή βίλα στα ερείπια του Ερκουλάνουμ, αρχαία πόλη δίπλα στην Πομπηία, που καταστράφηκε επίσης την ημέρα που εξερράγη ο Βεζούβιος.
- Ενα χρυσό σκεύος, που λεηλατήθηκε από το Νιμρούντ του Ιράκ και αγοράστηκε χωρίς έγγραφα προέλευσης, για 150.000 δολάρια τον Ιούλιο του 2020, τη στιγμή που αντικείμενα από το Νιμρούντ διακινούνταν από το Ισλαμικό Κράτος στο Ιράκ και σε χώρες της Μέσης Ανατολής. Εμφανίστηκε τον Οκτώβριο του 2019, όταν ένας αξιωματικός των Τελωνείων και Προστασίας των Συνόρων ειδοποίησε το γραφείο του Βανς ότι κάποιος σε πτήση από το Χονγκ Κονγκ στο Νιούαρκ μετέφερε στην χειραποσκευή του το σκεύος για να το παραδώσει στον Στάινχαρντ.
- Τρεις πέτρινες μάσκες θανάτου που φαίνονταν να είναι επικαλυμμένες με χώμα, σε φωτογραφίες που ανακάλυψαν οι ισραηλινές αρχές. Χρονολογούνται το 6000 π.Χ. και αγοράστηκαν από τον Στάινχαρντ έναντι 400.000 δολαρίων τον Οκτώβριο του 2007.
Οι εισαγγελείς είπαν ότι ο Μάικλ Στάινχαρντ είχε στην κατοχή του και εμπορευόταν περισσότερες από 1.000 αρχαιότητες από το 1987 και η συλλογή του με έργα τέχνης εκτιμήθηκε σε περίπου 200 εκατ. δολάρια
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News