Με το χαρακτηριστικό της ύφος, ήρεμη και αποφασιστική, η Κριστιάν Αμανπούρ στάθηκε μπροστά στην κάμερα κοιτάζοντας κατευθείαν τον φακό, όπως κάνει κάθε μέρα. Μόνο που αυτή τη φορά δεν ήταν για να μεταδώσει τα νέα. Το θέμα ήταν αυστηρά προσωπικό. Την Δευτέρα, 14 Ιουνίου, η επικεφαλής της διεθνούς υπηρεσίας του CNN κοινοποίησε στους τηλεθεατές της ότι διαγνώστηκε με καρκίνο των ωοθηκών. Και όπως δήλωσε, το έκανε «για λόγους διαφάνειας» και κυρίως για να καλέσει «όλες τις γυναίκες να υποβληθούν σε εξετάσεις το συντομότερο δυνατόν».
Κορυφαία πολεμική ανταποκρίτρια στα τέλη του 20ου και στις αρχές του 21ου αιώνα, η 63χρονη Αμανπούρ έχει τιμηθεί για την προσφορά της στη δημοσιογραφία με δεκάδες βραβεία και τιμητικές διακρίσεις μεταξύ άλλων και με το παράσημο του Τάγματος της Βρετανικής Αυτοκρατορίας από τη βασίλισσα Ελισάβετ.
Εγινε γνωστή στο ευρύ κοινό με τις ανταποκρίσεις της κατά τη διάρκεια της ιρακινής εισβολής στο Κουβέιτ το 1990 και τον επακόλουθο Πρώτο Πόλεμο στον Περσικό κόλπο, για λογαριασμό του CNN, ενώ σημαντική επιτυχία είχαν και οι ανταποκρίσεις της από το Σαράγεβο κατά τη διάρκεια του πολέμου (1992-1995), που οδήγησε στην διάλυση της Γιουγκοσλαβίας.
Η Κριστιάν Αμανπούρ γεννήθηκε στις 12 Ιανουαρίου 1958 στο Λονδίνο από τον μουσουλμάνο Ιρανό Μαχμούτ Αμανπούρ, στέλεχος της ιρανικής κρατικής αεροπορικής εταιρείας, και τη βρετανίδα χριστιανή Πατρίτσια Χιλ. Σχεδόν αμέσως μετά τη γέννησή της, η οικογένεια μετακόμισε στην Τεχεράνη, όπου έζησαν μια ζωή πλούσια και με πολλά προνόμια κατά τη διάρκεια του καθεστώτος του Σάχη της Περσίας με τον οποίο διατηρούσαν άριστες σχέσεις. Στην ηλικία των 11 ετών, η Κριστιάν στάλθηκε πίσω στην Αγγλία, στο παρθεναγωγείο Holy Cross Convent School του Μπάκιγχαμσαϊρ.
Εμεινε στο Holy Cross μέχρι τα 16 της, και στη συνέχεια πήγε στο περίφημο New Hall School, το παλαιότερο καθολικό σχολείο θηλέων στο Ηνωμένο Βασίλειο. Τον Ιανουάριο του 1979, η Ισλαμική Επανάσταση στο Ιράν ανέτρεψε τον Σάχη, αναγκάζοντας πολλούς από τους οπαδούς του να εγκαταλείψουν τη χώρα, μεταξύ των οποίων ήταν και η οικογένεια Αμανπούρ. Ο πατέρας της έχασε όλη του την περιουσία στο Ιράν και η Αμανπούρ αποκάλυψε αργότερα ότι η επιθυμία της να γίνει δημοσιογράφος οφειλόταν σε εκείνη την πρώιμη εμπειρία.
Το 1978, έχοντας τελειώσει το λύκειο και πριν πάει στο πανεπιστήμιο, η 20χρονη Κριστιάν είχε τη βεβαιότητα ότι θα παντρευόταν νωρίς και θα έμενε στο Ιράν, όπου θα ζούσε μια σχετικά προστατευμένη ζωή. Ομως η Ισλαμική Επανάσταση τα άλλαξε όλα αυτά.
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
Με τον γιο της Δαρείο στο Λονδίνο παρακολουθώντας έναν αγώνα ράγκμπι (Instagram)
«Θυμάμαι ότι καθόμαστε τα βράδια στη βεράντα με τους γονείς και τις αδελφές μου ακούγοντας την υπόκωφη φωνή του Αγιατολάχ Χομεϊνί, που μεταδιδόταν από το κοντινό τζαμί, να κηρύσσει την προσευχή και την επανάσταση. Κοιταζόμαστε μεταξύ μας και αναρωτιόμαστε τι θα σήμαινε αυτή η σεισμική πολιτική αλλαγή τόσο για τη ζωή μας όσο και για τη χώρα μας», είχε πει σε συνέντευξή της στην ιστοσελίδα της Οπρα Γουίνφρεϊ Oprah.com.
Μια μέρα, οκτώ μήνες πριν από την πτώση του Σάχη, ήταν με τον πατέρα της στο σαλόνι του σπιτιού τους στην Τεχεράνη: «Εκείνος κοίταξε έξω από το παράθυρο και είπε “Τέλειωσαν όλα. Τίποτα δεν θα είναι ποτέ πια το ίδιο”. Οταν το λέει αυτό ο πατέρας σου, ο ενήλικος στον οποίο βασίζεσαι περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο, και μπορείς να νιώσεις την πολύ βαθιά θλίψη του, την αβεβαιότητα και τον φόβο του, έχει αποτέλεσμα», είπε αναφερόμενη σε εκείνες «τις τρομακτικές και αβέβαιες στιγμές».
Ωστόσο εκείνες οι δυσκολίες παγίωσαν στο μυαλό της την επιθυμία να βρίσκεται «στη μέση των παγκόσμιων γεγονότων. Όχι ως θύμα όπως τότε αλλά ως αφηγήτρια. Βρήκα την αποστολή της ζωής μου και πλέον δεν κοίταζα πίσω», είπε. Πράγματι στο μέλλον θα τα κατάφερνε -όπως δεσμεύτηκε- να μεταφέρει με μεγάλη ευαισθησία στο διεθνές κοινό όλα όσα συμβαίνουν στον πλανήτη. Μπορεί άλλωστε να καταλάβει και να εξηγήσει τους Μουσουλμάνους καλύτερα από οποιονδήποτε άλλο.
Τότε συνέβη κάτι πραγματικά μοιραίο. Η αδελφή της πήγαινε σε μια σχολή δημοσιογραφίας στο Λονδίνο αλλά πολύ γρήγορα αποφάσισε ότι δεν ήθελε να συνεχίσει. Για να μην πάνε χαμένα τα δίδακτρα που είχε πληρώσει η οικογένεια, η Κριστιάν αποφάσισε να πάρει τη θέση της. Γι’ αυτό και μερικές φορές λέει ότι έγινε «δημοσιογράφος κατά τύχη». Εξι μήνες αργότερα, αποφασισμένη να δουλέψει σκληρά, η Κριστιάν Αμανπούρ μετακόμισε στις Ηνωμένες Πολιτείες και σπούδασε δημοσιογραφία στο πανεπιστήμιο του Ρόουντ Άιλαντ.
Πήρε το πτυχίο της το 1983, εργάστηκε ως ασκούμενη σε ένα τοπικό κανάλι, και τον Σεπτέμβριο του 1983 προσελήφθη στο νεοσύστατο CNN (είχε ιδρυθεί τρία χρόνια πριν) ως βοηθός στο γραφείο διεθνών ειδήσεων στην Ατλάντα. Το 1986 πραγματοποίησε την πρώτη της αποστολή στο εξωτερικό, στην Ανατολική Ευρώπη. Τρία χρόνια αργότερα έκανε το μεγάλο της άλμα όταν προήχθη σε μια θέση στη Φρανκφούρτη και έφτασε εκεί την κατάλληλη στιγμή.
Το κίνημα υπέρ της δημοκρατίας σάρωνε την Ανατολική Ευρώπη και η Αμανπούρ έγινε αμέσως η επίσημη ανταποκρίτρια του CNN στέλνοντας ρεπορτάζ για την πτώση των κομμουνιστικών καθεστώτων στις πρώην ανατολικές χώρες. Το 1990-1991 υπήρξε ανταποκρίτρια του δικτύου στον Πρώτο Πόλεμο του Περσικού Κόλπου καλύπτοντας τη σύγκρουση από την ιρακινή εισβολή στο Κουβέιτ έως τον τελικό θρίαμβο του συνασπισμού υπό την ηγεσία των ΗΠΑ. Στη συνέχεια κάλυψε την κουρδική εξέγερση στο βόρειο Ιράκ.
Ακολούθησαν το 1992, πολεμικές ανταποκρίσεις τόσο από τον πόλεμο της Βοσνίας – Ερζεγοβίνης όσο και από την εμφύλια σύρραξη στην Ρουάντα. Η Αμανπούρ πήγε στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη για να καλύψει το ξέσπασμα βίας, που πίστευε ότι θα γινόταν «ο πόλεμος της γενιάς μου». Με τα ρεπορτάζ της ήθελε να στρέψει την προσοχή του κόσμου στην άγρια φύση αυτής της σύγκρουσης. Ωστόσο, όπως αναφέρει η Britannica, ορισμένοι την επέκριναν, ισχυριζόμενοι ότι ήταν σαφώς προκατειλημμένη εναντίον των Σέρβων.
Από το 1992 ως και το 2010 ήταν διευθύντρια του γραφείου ανταποκριτών του CNN, ενώ την περίοδο 1996-2005 συνεργάστηκε και με την διάσημη εκπομπή «60 Minutes» του CBS, ως αναλύτρια διεθνών θεμάτων. Το 2009 ξεκίνησε τη δική της εκπομπή στο CNN, με τίτλο «Amanpour», με συνεντεύξεις από σημαίνοντα πρόσωπα της επικαιρότητας, αλλά την περίοδο 2010 – 2011 έφυγε από το CNN για να αναλάβει στο ABC News την εκπομπή «This Week». Η εκπομπή σταμάτησε μετά από έναν χρόνο, ωστόσο η Αμανπούρ συνέχισε την συνεργασία της με το ABC. Παράλληλα ανανέωσε τη συνεργασία της με το CNN και το 2012 η εκπομπή της «Amanpour» επανήλθε και συνεχίζεται μέχρι και σήμερα, αλλά από το 2013 μεταδίδεται από τα γραφεία του δικτύου στο Λονδίνο.
Για το CNN δημιούργησε επίσης μια σειρά ντοκιμαντέρ που εμβαθύνουν σε ένα ζήτημα περισσότερο από ό,τι είναι δυνατό σε μια νυχτερινή ειδησεογραφική εκπομπή. Σε αυτά περιλαμβάνονται τα: «Where Have All the Parents Gone?»( «Πού πήγαν όλοι οι γονείς;» 2006) για τα παιδιά της Κένυα που έμειναν ορφανά λόγω AIDS, «In the Footsteps of Bin Laden» («Στα Βήματα του Μπιν Λάντεν», 2006) και «The War Within» («Ο Πόλεμος Εντός», 2007), για τις ισλαμικές ταραχές στο Ηνωμένο Βασίλειο. Παρουσίασε επίσης την εξάωρη σειρά «God’s Warriors» («Οι Πολεμιστές του Θεού», 2007), για τα φονταμενταλιστικά κινήματα του Ιουδαϊσμού, του Χριστιανισμού και του Ισλάμ.
Το 2008, μαζί με την Φιλαρμονική Ορχήστρα της Νέας Υόρκης επισκέφτηκε την Βόρεια Κορέα. Και παρουσίασε τις εντυπώσεις της από αυτή την κλειστή στους περισσότερους δυτικούς χώρα, στο πολυσυζητημένο ντοκιμαντέρ «Notes from North Korea». Ακόμη, το 2008 επισκέφτηκε τον Δαλάι Λάμα και τους υποστηρικτές του, και στη συνέχεια παρουσίασε το ντοκιμαντέρ «Buddha’s Warriors», ενώ ένα χρόνο αργότερα έκανε το ντοκιμαντέρ «Generation Islam», στο οποίο διερευνά την σχέση των νέων Μουσουλμάνων με τον Ισλαμισμό.
Κατά την διάρκεια της σπουδαίας καριέρας της, η Αμανπούρ έχει πάρει συνεντεύξεις από σημαντικές προσωπικότητες, ανάμεσα στις οποίες ξεχωριστή θέση κατέχουν οι συναντήσεις της με τους Μιχαήλ Γκορμπατσώφ (1999) στην επέτειο των 10 χρόνων από την διάλυση της Σοβιετικής Ενωσης, Περβέζ Μουσάραφ (2001) πρόεδρο του Πακιστάν κατά τη διάρκεια του πολέμου των Η.Π.Α και των συμμάχων τους με το Αφγανιστάν, Γιασέρ Αραφάτ (2002) κατά την διάρκεια του εγκλωβισμού του στη Ραμάλα, Τόνι Μπλερ και Ζακ Σιράκ ( 2003) λίγο πριν από τον πόλεμο στο Ιράκ, Δαλάι Λάμα (2008), Μουαμάρ Καντάφι και τους δυο γιούς του (2011), Χασάν Ρουχανί (2013), πρόεδρο του Ιράν, ο οποίος εκφώνησε και το πρώτο τηλεοπτικό μήνυμα ιρανού προέδρου στα αγγλικά για το αμερικανούς πολίτες, και τον Νικολάς Μαδούρο (2014), τον πρόεδρο της Βενεζουέλας.
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
Με τα απομνημονεύματα του Μπαράκ Ομπάμα «Η Γη της Επαγγελίας» (Instagram)
Η Αμανπούρ δεν έζησε τελικά στο Ιράν, όπως φανταζόταν όταν ήταν έφηβη. Ωστόσο παντρεύτηκε το 1998 στις ΗΠΑ, με τον Τζέιμι Ρούμπιν, υφυπουργό Εξωτερικών και εκπρόσωπο Τύπου του Στέιτ Ντιπάρτμεντ κατά την διάρκεια της προεδρίας του Μπαράκ Ομπάμα, και έχουν ένα γιό, τον Ντάριους Ρούμπιν.
Φοράει σχεδόν πάντα σκουλαρίκια κρίκους, με πιο αγαπημένα ένα ζευγάρι του Λαλαούνη –χοντροί κρίκοι από ροζ χρυσό- δώρο του συζύγου της, όπως αποκάλυψε σε μια συνέντευξή της στους Financial Times, που φοράει συνήθως όταν βγαίνει στον αέρα από στούντιο, ενώ έχει και ένα ζευγάρι με μικρότερους κρίκους, που φοράει όταν είναι σε πολεμικές ανταποκρίσεις. Εξίσου σημαντικό για την ίδια είναι και το δαχτυλίδι της με πέτρα λάπις λάζουλι από το Αφγανιστάν, που της χάρισε μια «θεία» -όπως αποκαλούν μια στενή φίλη της οικογένειας- όταν γεννήθηκε ο γιος της Δαρείος.
Πάντα κομψή, η Αμανπούρ δεν προσπαθεί να ντύνεται «σαν στρατιώτης ή σαν φωτογράφος». Ντύνεται απλά ακολουθώντας τις οδηγίες του φίλου της Τομ Φορντ, φανατικού των ειδήσεων και του CNN, που ανέλαβε να «αναβαθμίσει» την εμφάνισή της με μια σειρά από κοστούμια. Και προτιμάει τα ίσια παπούτσια, ειδικά ένα ζευγάρι ίσια μποτάκια Tods με κορδόνια, που αγόρασε το 1998 στο Παρίσι και την έβγαλαν ασπροπρόσωπη σε πολλά πεδία μαχών…
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News