Το βιβλίο του Τζακ Κέρουακ «Στον Δρόμο», ένα ταξίδι δρόμου με μια «’49 Hudson», αποδείχτηκε διαχρονικά κλασικό μυθιστόρημα, που έχει ξεπεράσει αβίαστα τους περιορισμούς της εγωπάθειας και των ναρκωτικών της γενιάς των μπιτ.
Ο Κέρουακ έγραψε την πρώτη εκδοχή του μυθιστορήματος τον Απρίλιο του 1951, σε τρεις εβδομάδες, δακτυλογραφημένη με μονό διάστημα χωρίς παραγράφους σε οκτώ φύλλα λεπτού χαρτιού ιχνογραφίας, τα οποία στη συνέχεια κόλλησε μεταξύ τους ώστε να σχηματίσουν ένα ρολό. Ακατέργαστο, άγριο και απροκάλυπτα σεξουαλικό, σε σχέση με την ξαναδουλεμένη εκδοχή του «On the Road», που εκδόθηκε το 1957, το «ρολό» αποτελεί την «χωρίς περικοπές» εκδοχή του αριστουργήματος του Κέρουακ. (Το αρχικό χειρόγραφο χωρίς περικοπές κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις Εκδόσεις Πλέθρον).
Και τώρα ζούμε το τέλος μιας εποχής, γράφει ο Στίβεν Μπέιλι σε ένα απόσπασμα του βιβλίου του «The Age of Combustion: Notes on Automobile Design», που αναδημοσιεύεται στους Financial Times. Τελειώνει η εποχή του κινητήρα εσωτερικής καύσης, μια ιστορική εποχή τόσο ιδιαίτερη και σπουδαία, η οποία δημιούργησε, επίσης, τόση ομορφιά όση το ροκοκό ή το μπαρόκ. Αλλά επίσης είναι μια εποχή βασάνων και αγωνίας. Ισως γιατί κάθε εποχή έχει τη δική της τρομακτική Ιερά Εξέταση.
Το ταξίδι δρόμου του Τζακ Κέρουακ είναι ένα από τα καλύτερα λογοτεχνικά αναγνώσματα για το αυτοκίνητο. «Πού πηγαίνουμε, φίλε;», «Δεν ξέρω αλλά πρέπει να φύγουμε», γράφει σε μια φράση, που αποτυπώνει τέλεια την παράλογη υπόσχεση του αυτοκινήτου και ταυτόχρονα τη σοκαριστική προδοσία του: οι οδηγοί θέλγονται από μια υπόσχεση ελευθερίας, αλλά τελικά με τον ένα ή τον άλλο τρόπο γίνονται δέσμιοι.
Ωστόσο, η οδήγηση του αυτοκινήτου δεν αφορά μόνο το ταξίδι. Είναι επίσης η εμπειρία τριβής και η πειθαρχία των ταχυτήτων, η επίγνωση της διείσδυσης στην ατμόσφαιρα, η συγκίνηση της ταχύτητας, η ευκαιρία να δοκιμάσεις τις αντιλήψεις, τα νεύρα και τα αντανακλαστικά σου, η εμπειρία της απόδρασης, περιστασιακά και η αντιμετώπιση του φόβου. Και όλη αυτή η έξαψη σε καθημερινή βάση, γράφει ο Μπέιλι στο απόσπασμα του βιβλίου του που δημοσιεύεται στους FT. Η καθημερινή μετακίνηση προσφέρει μια ακατέργαστη αισθησιακή εμπειρία, η οποία, πριν από έναν αιώνα, ήταν το υλικό της τρελής φαντασίας των Φουτουριστών.
Ο Τομ Γουλφ έχει πει ότι τα αυτοκίνητα είναι «ελευθερία, στιλ, σεξ, δύναμη, κίνηση, χρώμα… τα πάντα». Και πράγματι, από τον Χάκλμπερι Φιν του Μαρκ Τουέιν μέχρι τα σύγχρονα βιντεοπαιχνίδια Grand Theft Auto, με ενδιάμεσους σταθμούς «τον Δρόμο» του Κέρουακ και το άλμπουμ «Highway 61 Revisited» του Μπομπ Ντίλαν, η Αμερική διαβάζεται σαν ένα έπος δρόμου. Σκεφτείτε τον Φράνσις Σκοτ Φιτζέραλντ, τον μεγάλο ποιητή της κατεστραμμένης αίγλης και των χαμένων υποσχέσεων.
Το 1920, μετά την επιτυχία του πρώτου του μυθιστορήματος, «This Side of Paradise», η Ζέλντα τον παντρεύεται αμέσως, και το ζευγάρι φεύγει με ένα σπορ αμάξι Marmon Speedster του 1918 για ένα ταξίδι 2.000 χλμ από το Κονέκτικατ στην Αλαμπάμα, όπου η Ζέλντα θα ανακαλύψει ξανά τα ροδάκινα και τα μπισκότα των νιάτων της στον αμερικανικό Νότο. Το οκταήμερο ταξίδι του έδωσε το υλικό για μια σειρά άρθρων, που δημοσιεύτηκαν το 1924 στο περιοδικό US Motor, και το 2011 εκδόθηκαν σε βιβλίο, με τίτλο «The Cruise of the Rolling Junk».
Ο Σκοτ και η Ζελντα αναζητούσαν τη χαμένη Χρυσή Εποχή, μια αναζήτηση που αργότερα θα γινόταν το θέμα του «Μεγάλου Γκάτσμπι», όπου μια κίτρινη Rolls-Royce παίζει σημαντικό ρόλο. Δεν την βρήκαν ποτέ, ο Φιτζέραλντ, όμως, δεν μπορούσε να αφήσει τη φαντασία του να πάει χαμένη. Περιέγραψε «μια αιθέρια εικόνα για το πώς κυλούσαμε προς τα νότια κατά μήκος λαμπερών λεωφόρων σε πολλές πόλεις, τότε, μέσω ήσυχων λωρίδων και αρωματισμένων κοιλάδων όπου κλαδιά από αγιόκλημα αναστάτωναν τα μαλλιά μας …», κάτι που μπορούσε να σου προσφέρει ένα Marmon. Ωστόσο μετά την επιστροφή τους, η Ζέλντα έγραψε παγερά ότι «οι χαρές της οδήγησης είναι λίγο πολύ φανταστικές»…
Ακόμα και όταν το ιδιωτικό αυτοκίνητο παύει να είναι το κορυφαίο καταναλωτικό προϊόν, οι εξαιρετικές εικόνες του θα επιβιώσουν. Το design των αυτοκινήτων, μαζί με την ποπ μουσική και τις ταινίες, ήταν μια από τις καθοριστικές δραστηριότητες του 20ου αιώνα. Σκεφτείτε τον ρόλο του αυτοκινήτου στον κινηματογράφο. Ο «Επαναστάτης χωρίς Αιτία», (1955) που έκανε διάσημο τον Τζέιμς Ντιν, προήλθε από μια ψυχολογική μελέτη για τη διαταραγμένη νεολαία της εποχής.
Στην ταινία, το αυτοκίνητό του ήταν μια Mercury Club Coupé του 1949 (το πρώτο μεταπολεμικό αυτοκίνητο της Ford) με κινητήρα flathead V8, που θα γινόταν το αγαπημένο αυτοκίνητο των παθιασμένων οδηγών της Καλιφόρνιας και πηγή έμπνευσης για τον Τομ Γουλφ. Ενα μήνα πριν από την πρεμιέρα του «Επαναστάτη Χωρίς Αιτία», ο 24χρονος Τζέιμς Ντιν σκοτώθηκε στην καλιφορνέζικη έρημο όταν η Porsche 550 Spyder που οδηγούσε συγκρούστηκε με ένα Ford Tudor. Ο θάνατός του οδήγησε σε μια υπερβολική μεταθανάτια λατρεία ενισχύοντας παράλληλα τη φήμη για την επικινδυνότητα της Porsche.
Ο Αλφρεντ Χίτσκοκ κατάλαβε τον τρόπο με τον οποίο τα αυτοκίνητα μεταφέρουν νόημα, γράφει ο Μπέιλι. Και μας τον έδειξε. Η σύζυγός του Αλμα διάλεξε το Sunbeam Alpine Series III, το μυθικό κουπέ σε μεταλλικό μπλε του πάγου με τα δερμάτινα καθίσματα, που οδηγούσε η Γκρέις Κέλι στο ρομαντικό θρίλερ «Κυνήγι του Κλέφτη» (1955). Το Alpine ήταν κάτι ανάμεσα στο πρωτόγονο MG TD και την πιο εξελιγμένη Jaguar XK120, που ταίριαζε τέλεια στον όμορφο αλλά ψυχρό χαρακτήρα της Γκρέις Κέλι.
Οι σκηνές, στις οποίες η εξίσου μυθική οδηγός πατάει με χάρη το γκάζι στις απότομες στροφές του Μονακό και τα χαλίκια τρίζουν κάτω από τα λάστιχα, έχοντας δίπλα της τον άψογα ντυμένο και νευρικό πρώην κλέφτη κοσμημάτων, Κάρι Γκραντ, είναι ίσως από τις καλύτερες σεκάνς κινηματογραφικής οδήγησης. Ηταν μάλιστα τόσο επιδραστικές εκείνες οι σκηνές ώστε αργότερα η θέα του Μόντε Κάρλο από την Κορνίς έγινε κλισέ στη διαφήμιση αυτοκινήτων.
Ο «Πρωτάρης» (1967) του Μάικ Νίκολς, ήταν επίσης μια τεράστια ταινία (μια από τις πιο εμπορικές όλων των εποχών) βασισμένη σε ένα μέτριο μυθιστόρημα. Είναι μια από τις καλύτερες ταινίες ενηλικίωσης, που συνδυάζει μοτίβα απαγορευμένου σεξ, επανάστασης και λύτρωσης, και -σε συνδυασμό με την αξέχαστη μουσική των Simon & Garfunkel- η Alfa Romeo Spider Duetto του 1966, που οδηγεί ο Μπέντζαμιν Μπράντοκ, το οποίο υποδύεται ο νεαρός Ντάστιν Χόφμαν, διαδραματίζει πρωταγωνιστικό ρόλο ως μέσο διαφυγής.
Οι γνωστές αδυναμίες του αυτοκινήτου παρουσιάζονται σε μια δραματική στιγμή στην ταινία όταν η Duetto μένει από βενζίνη στην έρημο της Καλιφόρνιας λόγω ελαττωματικού μετρητή καυσίμου, γράφει Στίβεν Μπέιλι στο απόσπασμα του βιβλίου του, που αναδημοσιεύεται στους Financial Times. Αλλά η πιο σπουδαία στιγμή της ταινίας είναι όταν ο (όχι και τόσο «πρωτάρης», τελικά) Μπέντζαμιν τρέχει πάνω στην Bay Bridge του Σαν Φρανσίσκο για να χαλάσει τον γάμο της Ιλέιν, της κόρης της κυρίας Ρόμπινσον, με την οποία είναι ερωτευμένος. Το γρήγορο αυτοκίνητο είναι κατά κάποιον τρόπο η τέλεια έκφραση της λαχτάρας, η κομψή Alfa προσδίδει στον Χόφμαν – Μπράντοκ την έντονη αίσθηση του ερωτικού στιλ και της νευρικότητας του επείγοντος, γράφει ο Στίβεν Μπέιλι.
Ας μην ξεχνάμε όμως τι μας λέει το μεγαλύτερο franchise ταινιών για τα αυτοκίνητα. Αν ο Γουίλιαμ Λάιονς, ιδρυτής και ιδιοκτήτης της Jaguar, δεν ήταν τόσο επικά σφιχτός, το αυτοκίνητο του Τζέιμς Μποντ θα ήταν μια E Type, πράγμα, που προσπάθησαν μεν οι παραγωγοί αλλά ο Λάιονς ήταν απρόθυμος. Ετσι, ο 007 στον «Χρυσοδάκτυλο» οδηγεί μια Aston Martin DB5, αφού στις δύο προηγούμενες ταινίες το αυτοκίνητό του είναι ένα Sunbeam Alpine.
Σύμφωνα με την ποπ κουλτούρα τα αυτοκίνητα στον κινηματογράφο προσθέτουν νόημα και μυστικισμό στους ήρωες και τους κακούς. Φυσικά, ο δημιουργός του Μποντ, Ιαν Φλέμινγκ, είχε ήδη προσθέσει στα αριστουργήματά του εντυπωσιακές ποσότητες σνομπισμού συνδεδεμένου με επώνυμες φίρμες. Το δικό του γούστο, ωστόσο, ήταν εντελώς διαφορετικό: οδηγούσε Thunderbirds, επειδή του άρεσε η δύναμη και τα gadget τους, και αργότερα μια Studebaker Avanti. Και ο πραγματικός κατάσκοπος Κιμ Φίλμπι οδηγούσε ένα απαίσιο Humber του υπουργείου Αμυνας.
Ο Σον Κόνερι, λοιπόν, πρόσθεσε στο brand name της Aston Martin μερικές πολύ «ιδιαίτερες» αξίες: σαδισμός, σεξισμός, σνομπισμός, ηδονισμός, εκλεπτυσμένη βία, καλό γούστο, μια έντονη αλλά χαλαρή αίσθηση του στιλ, ευγένεια, ευφυΐα και μυϊκή δύναμη. Πράγματι, δεν θα μπορούσε να υπάρχει πιο πολύτιμο σύνολο συνδέσεων με τα γρήγορα αυτοκίνητα.
«Λένε ότι το αυτόνομο ηλεκτρικό αυτοκίνητο θα μας απελευθερώσει. Αλλά το αυτοκίνητο χωρίς οδηγό, από κάθε άποψη, δεν έχει ψυχή. Και οι άνθρωποι συμπαθούν την ψυχή, κι ας είναι ο δεσμοφύλακάς τους. Και η αυτονομία αγνοεί την ψυχολογική πραγματικότητα της ιδιοκτησίας αυτοκινήτου, η οποία, για να είμαι ειλικρινής, βασίζεται στις έννοιες της υπερηφάνειας και της ικανότητας και της προσωπικότητας», γράφει τέλος ο Στίβεν Μπέιλι προσθέτοντας: «Μας λένε ότι το τιμόνι θα εξαφανιστεί. Αλλά τι θα πάρει τη θέση του;» Η απάντηση είναι: «Η οθόνη θα αντικαταστήσει το τιμόνι. Καθώς ταξιδεύετε θα παρακολουθείτε τις ειδήσεις ή ταινίες» και την έχει δώσει ο Νόρμαν Φόστερ, αρχιτέκτονας τόσο αφοσιωμένος στο μέλλον της τεχνολογίας, που σχεδίασε το γυάλινο «αστρόπλοιο» της Apple στο Κουπερτίνο.
Φαίνεται ότι η σημειολογία του αυτοκινήτου δεν θα επικεντρώνεται πλέον στις εγωιστικές έννοιες της ιδιοκτησίας και της κυριαρχίας, αλλά σε μια ουτοπική, του κοινού χώρου. Τι θα αντικαταστήσει, όμως, τη γοητεία και τον ρομαντισμό; Οι καλά σχεδιασμένες οθόνες θα έχουν τη γοητεία τους, αλλά η δίψα για στιλ, δύναμη και έλεγχο μπορεί να μην σβήσει εύκολα.
Ο Νόρμαν Φόστερ καταλήγει: «Και όταν φτάσετε, μετά από ένα ειρηνικό ταξίδι κοιτάζοντας σε μια οθόνη, θα μπείτε στο κλασικό αυτοκίνητό σας και θα απολαύσετε τον δρόμο»…
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News