Μετά από 202 χρόνια επιτυχημένης εμπορικής πορείας η Brook Brothers, η εταιρεία λιανικής πώλησης ενδυμάτων που έντυσε Αμερικανούς προέδρους, σταρ του Χόλιγουντ, πολιτικούς, χρηματιστές, στελέχη επιχειρήσεων και επιτυχημένους επιχειρηματίες σε όλο τον κόσμο, και κατάφερε να επιβιώσει από δύο Παγκόσμιους Πολέμους, κήρυξε πτώχευση την Τετάρτη 8 Ιουλίου.
Αιτία; Το lockdown του κορονοϊού επέβαλε το κλείσιμο των καταστημάτων, τα έσοδά τους μηδενίστηκαν ενώ τα έξοδά τους συνέχιζαν να τρέχουν. Τα μέτρα για την αντιμετώπιση της πανδημίας, τα οποία, όπως θυμίζει η Wall Street Journal, τους τελευταίους μήνες οδήγησαν και άλλες μέχρι πρότινος πανίσχυρες εταιρείες λιανεμπορίου, όπως οι J.C. Penney, Neiman Marcus, J.Crew, υπηρεσιών όπως η Hertz Global Holdings, ενέργειας όπως η Chesapeake Energy Corp, αλλά και της μαζικής εστίασης όπως ο όμιλος NPC International των brands Pizza Jut και Wendy’s να υποβάλουν αίτηση υπαγωγής στο άρθρο 11 του πτωχευτικού κώδικα των ΗΠΑ.
H Brooks Brothers, η πιο παλιά εταιρία κλασικών ανδρικών και γυναικείων ενδυμάτων στις ΗΠΑ, ιδρύθηκε στο Μανχάταν της Νέας Υόρκης το 1818 από τον Χένρι Σαντς Μπρουκς.
Το 1850 οι τέσσερις γιοι του κληρονόμησαν την οικογενειακή επιχείρηση που έκτοτε φέρει το όνομά τους.
Στις αρχές του 19ου αιώνα οι αδελφοί Μπρουκς γνώρισαν μεγάλη εμπορική επιτυχία παράγοντας βαμβακερά ρούχα με το βαμβάκι που μάζευαν οι σκλάβοι στον Αμερικανικό Νότο. Και ήταν οι πρώτοι που στην ουσία εισήγαγαν την έννοια του έτοιμου ενδύματος στις ΗΠΑ. Ο Αβραάμ Λίνκολν ήταν επιφανής πελάτης των Brooks Brothers αλλά όχι και ο μοναδικός αφού 41 από τους 45 αμερικανούς προέδρους, και σχεδόν όλα τα στελέχη της κυβέρνησης ντυνόντουσαν ανέκαθεν με ρούχα και αξεσουάρ με σήμα το «Χρυσόμαλλο Δέρας» («Golden Fleece»), το οποίο υιοθέτησαν οι Brooks Brothers το 1850, δηλαδή πολύ πριν γίνει έμβλημα των βρετανών παραγωγών μαλλιού. Ανάμεσά τους ήταν και οι Θίοντορ Ρούσβελτ, Χέρμπερτ Χούβερ, Φράνκλιν Ρούσβελτ, Τζον Κένεντι, Ρίτσαρντ Νίξον, Τζέραλντ Φορντ, Τζορτζ Μπους, Μπιλ Κλίντον, Μπαράκ Ομπάμα αλλά και ο Ντόναλντ Τραμπ.
Μεγιστάνες όπως οι Αστορ και οι Βάντερμπλιτ, σταρ του Χόλιγουντ όπως οι Κάρι Γκραντ, Κλαρκ Γκέιμπλ, Τζίμι Στιούαρτ, και Φρεντ Αστέρ, ήταν επίσης πελάτες τους, ο γάλλος πρόεδρος Ζακ Σιράκ αγόραζε τα πουκάμισά του αποκλειστικά από τη μπουτίκ της Λεωφόρου Μάντισον στο Μανχάταν, όπως άλλωστε και ο Αντι Γουόρχολ.
Πριν ιδρύσει τον δικό του οίκο μόδας, ο Ραλφ Λόρεν ήταν πωλητής στο κατάστημα της Μάντισον στο Μανχάταν. Μάλιστα σε μια διάσημη δίκη (ο Ραλφ Λόρεν είχε μηνύσει τους Brooks Brothers ), παρά το trademark «Lauren’s Polo», ο πρώην εργοδότης του πέτυχε να διατηρήσει τα δικαιώματα για το αυθεντικό βαμβακερό μπλουζάκι polo με τον γιακά και τα κουμπάκια, που εξακολουθεί να παράγεται μέχρι σήμερα. Ηταν μια καινοτομία την οποία εισήγαγε το 1896 ο εγγονός του ιδρυτή μετά από έναν αγώνα πόλο που παρακολούθησε στην Αγγλία.
Φυσικά η εταιρεία έχει «πρωταγωνιστήσει» κατά καιρούς σε λογοτεχνικά έργα, αφού τα ρούχα της έχουν γίνει πραγματικά «στολή» για ανθρώπους μιας συγκεκριμένης τάξης. Τα ρούχα των Brooks Brothers εμφανίζονται στην «Άλλη πλευρά του παραδείσου», βιβλίο με το οποίο έκανε το ντεμπούτο του ο μεγάλος αμερικανός συγγραφέας Φράνσις Σκοτ Φιτζέραλντ (κυκλοφορεί στα ελληνικά από τον Μίνωα). Στο «American Psycho» ο Μπρετ Ιστον Ελις ντύνει τον πρωταγωνιστή του, γιάπι του χρηματιστηρίου, Πάτρικ Μπέιτμαν -και τους συναδέλφους του- στους Brooks Brothers, ακόμη και στο «Junkie» του Γουίλιαμ Μπάροους ένας εθισμένος ανταλλάσσει ένα σακάκι της ιστορικής εταιρείας με δύο φιξάκια ηρωίνης.
Τα κοστούμια, τα πουκάμισα, οι γραβάτες και τα παλτά Brooks Brothers έχουν εμφανιστεί αμέτρητες φορές στην τηλεόραση, και τον κινηματογράφο. Οι ηθοποιοί της πολύ επιτυχημένης σειράς «Mad Men», προφανώς, φορούσαν Brooks Brothers, το ίδιο και ο Μπεν Αφλεκ στο «Περλ Χάρμπορ», ο Τζιν Χάκμαν στην «Οικογένεια Τενενμπάουμ», ο Γουίλ Σμιθ στο «Αλι» και ο Τζορτζ Κλούνεϊ στο «Ψηλά στον Αέρα». Ακόμη και η γκαρνταρόμπα του «Κέρμιτ» σχεδιάστηκε από την ίδια εταιρεία.
Το 1988 η εταιρεία πέρασε στο χαρτοφυλάκιο της βρετανικής Marks & Spencer και το 2001 πουλήθηκε στον όμιλο RBA, γνωστό πλέον ως The Brooks Brothers Group, που ανήκει στον ιταλό δισεκατομμυριούχο Κλάουντιο Ντελ Βέκιο, γιο του ιδρυτή της Luxotica.
Το 2013, οι Brooks Brothers έφτιαξαν όλα τα κοστούμια και τα αξεσουάρ (περίπου 1500 κομμάτια) για την μεταφορά του «Μεγάλου Γκάτσμπι» στην μεγάλη οθόνη, ήταν επίσης χορηγοί στις πρεμιέρες της ταινίας στη Νέα Υόρκη και στο Φεστιβάλ Καννών, ενώ ακολούθησε και μια σειρά ενδυμάτων limited edition, που πωλήθηκε στα καταστήματα της εταιρείας σε όλο τον κόσμο.
To 1998 δημιουργήθηκε η επίσημη ιστοσελίδα της εταιρείας, η οποία εξελίχθηκε σε αλυσίδα με 500 καταστήματα σε όλο τον κόσμο και περίπου 200 στη Βόρεια Αμερική, αποφάσισε όμως να κλείσει περίπου 50 καταστήματα λόγω της πανδημίας. Το 2019 είχε έσοδα 1 δισ. δολάρια και περίπου το ένα τέταρτο των πωλήσεών της προήλθε από το ηλεκτρονικό εμπόριο.
Το 2007 παρουσιάστηκε η «Black Fleece», μια νέα σειρά με την υπογραφή του διάσημου σχεδιαστή Τομ Μπράουν που γνώρισε τεράστια επιτυχία. Οι πωλήσεις, όμως, από το 2017, δηλαδή πολύ πριν από το ξέσπασμα της πανδημίας του κορονοϊού -που κατάφερε το τελικό πλήγμα στην εταιρεία- στάσιμες αρχικά, μειώθηκαν δραματικά.
Ο 65χρονος Κλάουντιο Ντελ Βέκιο, ιδιοκτήτης και διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας δήλωσε ότι το χρέος της ανέρχεται σε 300 εκατ. δολάρια και ανακοίνωσε ότι στις 15 Αυγούστου θα σταματήσει η παραγωγή στα τρία εργοστάσια στις ΗΠΑ και ότι θα αναζητηθεί αγοραστής. Σε συνέντευξή του, ο Ντελ Βέκιο κατηγόρησε την πανδημία και το lockdown για την μεγάλη μείωση των εσόδων, δήλωσε όμως ότι είναι συνεπής στις υποχρεώσεις του απέναντι σε υπαλλήλους, προμηθευτές και άλλους συνεργάτες.
«Σε κάθε εποχή είχαμε προκλήσεις, αλλά ήμασταν σίγουροι ότι θα μπορούσαμε να τα καταφέρουμε», είπε. «Η λιανική πώληση έχει αλλάξει πολύ τα τελευταία τέσσερα πέντε χρόνια, και βρισκόμασταν σε διαδικασία προσαρμογής σε αυτό το νέο περιβάλλον. Όταν ήρθε ο κορονοϊός, δεν υπήρχε πραγματικά τρόπος να κρατήσουμε τα πράγματα όπως ήταν».
Γεγονός είναι ότι η εμφάνιση των στελεχών επιχειρήσεων στις ΗΠΑ και αλλού γίνεται όλο και πιο απλή, με αποτέλεσμα όλο και λιγότεροι άντρες να αγοράζουν κοστούμια. Μάλιστα από τη στιγμή που οι άνθρωποι άρχισαν να εργάζονται από το σπίτι, στράφηκαν σε ακόμη πιο απλό ντύσιμο με πρώτες στη σειρά προτίμησής τους τις φόρμες. Και τώρα που επιστρέφουν σιγά σιγά στα γραφεία τους, δεν είναι ακόμα ξεκάθαρο αν θα εμφανιστούν ντυμένοι κάπως πιο επίσημα.
«Έχω παρατηρήσει μια αυξανόμενη τάση για πιο casual ένδυμα εν μέρει επειδή έτσι ντύνονται οι πελάτες μας», δήλωσε στη Wall Street Journal η Κουεϊέν Τα, συνεργάτης του δικηγορικού γραφείου King & Spalding LLP στο Σαν Φρανσίσκο, αναφερόμενη σε στελέχη εταιρειών οι οποίοι πρόσφατα άρχισαν να εμφανίζονται σε συναντήσεις με τις φόρμες τους.
Λέτε τελικά η φόρμα να γίνει τώρα η νέα «στολή» των γιάπηδων; Αν συμβεί τότε πράγματι θα σημάνει το τέλος των Brook Brothers που για δύο ολόκληρους αιώνες ήταν «τρόπος ζωής», καθώς αντιπροσώπευε «έναν παραδοσιακό, παλιομοδίτικο τρόπο ντυσίματος», όπως λέει ο Ρόμπερτ Χερμπστ. Ο 62χρονος δικηγόρος αγόρασε το πρώτο του κοστούμι Brooks Brothers όταν έπιασε δουλειά στο δικηγορικό γραφείο White & Case LLP, θυμάται όμως ότι ο πατέρας του τον είχε πάρει μαζί του για πρώτη φορά σε ηλικία επτά ετών, όταν πήγε να αγοράσει πουκάμισο, γραβάτα και ένα σκούρο μπλε μπλέιζερ της εμβληματικής φίρμας, που κινδυνεύει τώρα να μπει στο χρονοντούλαπο της ιστορίας μαζί με τα μοντέλα της.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News