893
O Ραφίνια στο Γεώργιος Καραϊσκάκης | IntimeSports

Ραφίνια: ο παίκτης που… μιλάει με τα τρόπαιά του

Sportscaster Sportscaster 25 Αυγούστου 2020, 15:30
O Ραφίνια στο Γεώργιος Καραϊσκάκης
|IntimeSports

Ραφίνια: ο παίκτης που… μιλάει με τα τρόπαιά του

Sportscaster Sportscaster 25 Αυγούστου 2020, 15:30

Είναι ένας από τους πιο αναγνωρίσιμους παίκτες στο διεθνές ποδόσφαιρο – στο Instagram τον ακολουθούν 3,2 εκατομμύρια άνθρωποι.

Αγωνίστηκε στην Μπουντεσλίγκα επί 13 ολόκληρα χρόνια. Οκτώ από αυτά, στην Μπάγερν Μονάχου, τον σύλλογο που προ ημερών κατέκτησε το τρόπαιο του Τσάμπιονς Λιγκ, όπου έγραψε τη δική του ιστορία. Πρωταγωνιστώντας, μεταξύ άλλων, στο προηγούμενο «τρεμπλ» των Βαυαρών (2013).

Ο τελειομανής Πεπ Γκουαρντιόλα τον εμπιστεύτηκε σε 120 ματς, μέσα σε μια τριετία. Και του έμαθε να μεταμορφώνεται, από μπακ, σε δημιουργό του παιχνιδιού. Είναι το χαρακτηριστικό που τον διακρίνει από άλλους, επίσης εξαιρετικούς, πλάγιους αμυντικούς.

Στα 35 του (τα κλείνει στις 7 Σεπτεμβρίου) εξακολουθεί να συλλέγει τρόπαια. Με τη Φλαμένγκο, έναν από τους πιο λαοφιλείς ποδοσφαιρικούς συλλόγους στον Κόσμο, αυτή τη σεζόν (2019-2020) κατέκτησε πέντε σημαντικούς τίτλους.

Και τώρα, αποφάσισε να διαβεί ξανά τον Ατλαντικό για να ζήσει νέες ποδοσφαιρικές περιπέτειες με τη φανέλα του Ολυμπιακού. Οπως ανακοινώθηκε το απόγευμα της Κυριακής, ο Μάρσιο Ράφαελ Φερέιρα ντε Σόουζα, παγκοσμίως γνωστός ως «Ραφίνια» (που στα Πορτογαλικά σημαίνει «Μικρός Ράφα»), υπέγραψε διετές συμβόλαιο και θα διαδεχθεί τον Ομάρ Ελαμπντελαουί στο δεξί άκρο της άμυνας των «ερυθρόλευκων».

Ο Ραφίνια και το… δολοφονικό του βλέμμα

Δεν είναι το μεγαλύτερο «όνομα» που θα απολαύσουν από κοντά (κορονοϊού επιτρέποντος) οι έλληνες φίλαθλοι -μην ξεχνάμε πως έχει παίξει μπάλα στην Ελλάδα και ο τεράστιος Ριβάλντο-, όμως κανείς άλλος ποδοσφαιριστής απ’ όσους αγωνίστηκαν στα μέρη μας δεν ήρθε φορτωμένος με τόσα τρόπαια. Ο Ζιλμπέρτο Σϊλβα, ο Κριστιάν Καρεμπέ, ο Μίκαελ Εσιέν, ο Εστέμπαν Καμπιάσο, ακόμη και ο Ριβάλντο, δεν έφταναν τους 22 τίτλους του Ραφίνια.

Το «τρεμπλ» της Μπάγερν, το 2013, του χάρισε τα τρία πρώτα κομμάτια της πλούσιας συλλογής του: μία Κούπα Τσάμπιονς Λιγκ, τον δίσκο του γερμανικού πρωταθλήματος και το Κύπελλο Γερμανίας. Στα έξι χρόνια που ακολούθησαν, έως το καλοκαίρι του 2019, ο βραζιλιάνος άσος κατέκτησε, ακόμη, ένα Σούπερ Καπ Ευρώπης, ένα Παγκόσμιο Κύπελλο Συλλόγων, έξι (διαδοχικά) πρωταθλήματα, τρία Κύπελλα και τρία Σούπερ Καπ Γερμανίας. Στο σύνολο, 17 τρόπαια. Κι άλλα πέντε με τη Φλαμένγκο: το πρωτάθλημα Βραζιλίας του 2019, το Copa Libertadores 2019, το τοπικό πρωτάθλημα Καριόκα του 2020, το Supercopa 2020 και το Recopa Sudamericana 2020. Επαιξε και στον τελικό του Παγκοσμίου Κυπέλλου Συλλόγων 2019, όπου η ομάδα του ηττήθηκε (στην παράταση) από τη Λίβερπουλ.

Εχει μια ιδιαίτερη σχέση με τα «ασημικά», ο Ραφίνια, και δεν το κρύβει. Οπως έχει εξομολογηθεί σε διάφορες συνεντεύξεις του, από τη μέρα που έχασε, ξαφνικά, τον πατέρα του, στα 16 του χρόνια, μόνον οι επιτυχίες του στο ποδόσφαιρο μπορούν να γεμίσουν το συναισθηματικό κενό που νιώθει, ακόμη και σήμερα, και να τον κάνουν ευτυχισμένο. «Οταν είμαι λυπημένος, μπαίνω στο δωμάτιο με τα τρόπαια που έχω κατακτήσει, τα κοιτάζω, τα καθαρίζω, κι αμέσως όλα γίνονται καλύτερα», έχει αποκαλύψει ο ίδιος. Ισως, επειδή του θυμίζουν πόσο γενναία πάλεψε με τους δαίμονές του. Μετά το τραγικό συμβάν είχε κλειστεί σε ένα δωμάτιο, για μήνες, και ήθελε να τα παρατήσει όλα. Βρήκε, όμως, τη δύναμη να ξανασηκωθεί και να «χτίσει» μια αξιοζήλευτη καριέρα. Τον κινητοποίησε, βεβαίως, και η ανάγκη να συνδράμει οικονομικά την πάμφτωχη οικογένειά του. Να κερδίσει χρήματα, ώστε η μητέρα του να μη χρειάζεται να δουλέψει πια.

Και εδώ με την νέα του φανέλα

Με τον Γιούπ Χάινκες, το 2012-2013, έζησε την πιο επιτυχημένη του σεζόν. Ωστόσο, τις καλύτερές του μέρες τις πέρασε δίπλα στον Γκουαρντιόλα. Οχι μόνον επειδή ο Καταλανός του έδωσε περισσότερες ευκαιρίες από κάθε άλλον προπονητή της Μπάγερν, αλλά -κυρίως- γιατί του έμαθε πολλά: πώς να κρατάει την μπάλα στα πόδια του, πώς να δημιουργεί περισσότερες φάσεις, τρέχοντας λιγότερο, πώς να «φτιάχνει παιχνίδι» και να πατάει στην αντίπαλη περιοχή όσο πιο συχνά γίνεται. Οι ασίστ του Ραφίνια είναι εντυπωσιακές. Πιο πολύ και από τα (φημισμένα του) τάκλινγκ.

Πέρασε για πρώτη φορά τον Ατλαντικό, από τη Βραζιλία προς την Ευρώπη, το 2005. Ηταν 20 ετών, όταν η Σάλκε κατέβαλε στην Κοριτίμπα 5 εκατ. ευρώ -τεράστιο ποσό εκείνη την εποχή- για να τον αποκτήσει. Πέντε χρόνια μετά οι «Βασιλικοί Μπλε» τον παραχώρησαν, με το διπλάσιο ποσό, στην Τζένοα. Και την 1η Ιουνίου 2011 έκανε το μεγάλο του άλμα: μεταπήδησε στην Μπάγερν. Παρέμεινε στο Μόναχο οκτώ ολόκληρα χρόνια. Επαιξε σε 266 αγώνες, πέτυχε έξι γκολ και μοίρασε 29 ασίστ. Το 2017 τον είχε ζητήσει ο Αντόνιο Κόντε, στην Τσέλσι, όμως οι Βαυαροί αρνήθηκαν να τον δώσουν. Επί Νίκο Κόβατς ο χρόνος συμμετοχής του άρχισε να μειώνεται. Και πέρυσι το καλοκαίρι αποχώρησε, μαζί με τον Αριεν Ρόμπεν και τον Φρανκ Ριμπερί, στο πλαίσιο της ανανέωσης που αποφάσισε η διοίκηση της γερμανικής ομάδας.

Ο Ραφίνια επέστρεψε στη χώρα του, όμως οι φιλοδοξίες του δεν έχουν ξεδιψάσει ακόμη. Υπέγραψε το συμβόλαιό του με τη Φλαμένγκο, με τον όρο να μείνει, αυτομάτως, ελεύθερος αν δεχτεί πρόταση από σύλλογο της Ευρώπης. Ο Ολυμπιακός του έκανε μια εντυπωσιακή -για τα ελληνικά δεδομένα- οικονομική προσφορά (πέντε εκατ. ευρώ, για δυο χρόνια, με μπόνους επίτευξης στόχων), κι έτσι ήρθε στην Ελλάδα άλλος ένας ποδοσφαιριστής απ’ αυτούς που, ποτέ, δεν περιμέναμε ότι θα καταδέχονταν το απαξιωμένο μας πρωτάθλημα.

Διάλεξε τη φανέλα με το Νο 13. Στον Ολυμπιακό την είχαν… στη ναφθαλίνη, για ευνόητους λόγους. Την τελευταία εικοσαετία τη φόρεσαν δυο παίκτες, όλοι κι όλοι. Ο Ζιλέ, προσφάτως, και παλαιότερα ο Ζε Ελίας. Αυτός ήταν ο τυχερός του αριθμός και στην Μπάγερν. Τι να του πουν; Οτι παραπέμπει στη Θύρα των οργανωμένων οπαδών του μισητού μας αντιπάλου; Για τον γερμανοτραφή Βραζιλιάνο αυτά είναι… ακαταλαβίστικα.

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News

Διαβάστε ακόμη...

Διαβάστε ακόμη...