Ναι, ήταν… ύποπτος για μετάλλιο. Επειδή είναι σπάνιο ταλέντο, παγκοσμίου επιπέδου. Και γιατί πήγε στο Βερολίνο με εφετινή επίδοση τα 8,24 μέτρα: τη δεύτερη καλύτερη ανάμεσα στους 31 άλτες που αγωνίστηκαν χθες (Τετάρτη) βράδυ στο μήκος. Ο στίβος, όμως, δεν έχει τις βεβαιότητες των μαθηματικών. Ενα και ένα δεν κάνουν, πάντοτε, δύο. Εδώ ισχύει αυτό που συνηθίζουν να λένε οι σύμβουλοι επενδύσεων στους πελάτες τους: οι προηγούμενες αποδόσεις δεν διασφαλίζουν τις μελλοντικές.
Είναι άλλο πράγμα ένα πανελλήνιο πρωτάθλημα στο Παμπελοποννησιακό στάδιο -εκεί πήδησε τα 8,24μ. ο Μίλτος- και (εντελώς) διαφορετικό ένα ευρωπαϊκό πρωτάθλημα στο Βερολίνο. Στους μεγάλους αγώνες, το ταλέντο δεν αρκεί. Οι υψηλές επιδόσεις είναι και ζήτημα εμπειρίας. Χαρακτήρα. Προσωπικότητας. Κι αυτή ήταν η πρώτη συμμετοχή του βενιαμίν της ελληνικής αποστολής στη διοργάνωση. Θα είχε τα «κότσια»;
Φάνηκε ότι τα είχε, με το… καλησπέρα των αγώνων. Στον απογευματινό προκριματικό της Δευτέρας, εκκινώντας πρώτος, εξασφάλισε τη συμμετοχή του στον τελικό με ένα, και μόνο, άλμα. Το όριο πρόκρισης των οκτώ μέτρων το ξεπέρασαν δύο αθλητές, όλοι κι όλοι: ο Τεντόγλου (8,15μ.) και ένας Γερμανός (8,02 μ.). Και χθες, ο 20χρονος πρωταθλητής από τα Γρεβενά προσγειώθηκε στα 8,25μ. Το παληκάρι βελτίωσε το εφετινό ατομικό του ρεκόρ (τα 8,24μ.) στον πιο απαιτητικό αγώνα της χρονιάς. Εκεί που οι περισσότεροι αθλητές της ηλικίας του θα λύγιζαν από το βάρος των προσδοκιών. Ο Ράντεκ Γιούσκα, ο Τσέχος με την καλύτερη επίδοση εφέτος, τερμάτισε 12ος.
Ο Μίλτος έγινε ο νεαρότερος έλληνας πρωταθλητής Ευρώπης (20 ετών και 143 ημερών). Αλλά ήταν ο πρωταγωνιστής της βραδιάς και για τον ευρωπαϊκό στίβο, καθώς έφτασε σε ένα μοναδικό επίτευγμα: κατέκτησε το χρυσό μετάλλιο στο μήκος σε δύο διαδοχικές χρονιές, και ως έφηβος, και ως άνδρας.
Ως έφηβος έλαμψε πέρυσι τον Ιούλιο στο Γκροσέτο, όπου επτά από τους οκτώ αθλητές του τελικού πέτυχαν ατομικό ρεκόρ, όμως κανείς τους δεν κατάφερε να τον νικήσει. Εχει προλάβει, μεταξύ άλλων, να έρθει δεύτερος στο παγκόσμιο πρωτάθλημα Κ-20 (2016), να συμμετάσχει στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Ρίο ντε Τζανέιρο και να πάρει την πέμπτη θέση στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Παίδων του 2015, στο Κάλι της Κολομβίας.
Οποιος πει «σιγά το πράμα», ασφαλώς δεν γνωρίζει την ιστορία του νεαρού πρωταθλητή, η οποία δεν μοιάζει με κανενός άλλου «ήρωα των σταδίων». Ο Τεντόγλου συνάντησε τον στίβο μόλις το 2013. Στα 15 του. Εξαιρετικά καθυστερημένα και όλως τυχαίως. Πήγαινε συχνά με την παρέα του στο στάδιο των Γρεβενών, για να κάνουν παρκούρ. Οσο ο επιστάτης προσπαθούσε να τους βγάλει έξω, για να μην τραυματιστούν, ο προπονητής στίβου Βαγγέλης Παπανίκος παρατηρούσε την αλτικότητα και την ταχύτητα του Μίλτου. Κάποια μέρα του έπιασε την κουβέντα. Με τα πολλά, τον έπεισε να δοκιμάσει τις ικανότητές του στο μήκος. Ο «μικρός» δέχτηκε, για να βρίσκει αφορμή να μπαίνει στο στάδιο με το πατίνι του. Ο στίβος δεν τον συγκινούσε καθόλου. Με τον καιρό, όμως, άρχισε να του αρέσει. Τα άλματα στο κενό είχαν μετατραπεί σε άλματα προς την επιτυχία.
Δύο χρόνια αργότερα ήρθε πέμπτος στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Παίδων (ήταν ο μοναδικός Ευρωπαίος στους επτά πρώτους) και μέσα σε δύο μήνες είχε καταρρίψει δύο φορές το πανελλήνιο ρεκόρ της ηλικίας του. Οι ειδικοί το έλεγαν από την πρώτη στιγμή, ότι τόσο σταθερό άλτη του μήκους δεν είχαν ξαναδεί στον ελληνικό στίβο. Ο Μίλτος είχε αυτοπεποίθηση και πάθος για πρόοδο. Δεν τον ένοιαζε να βγει πρώτος. Ηθελε, μόνο, να βελτιώνεται. Να πηδά, κάθε μέρα, έναν πόντο μακρύτερα από την προηγούμενη. Πάλευε να κερδίσει αυτό το ιδιότυπο στοίχημα που έβαζε με τον εαυτό του. Ο ανταγωνισμός με τους άλλους δεν τον αφορούσε. Γι’ αυτό, στους αγώνες δεν είχε άγχος. Ποτέ.
Το στιλ του είναι, πάντα, το ίδιο. Τρέχει προς το σκάμμα χαλαρά στην αρχή και πολύ γρήγορα στη συνέχεια. «Το σώμα με διδάσκει πώς να τρέχω. Δεν είναι μόνο σωματικό αλλά και θέμα μυαλού. Εννοώ τη θέλησή μου να γίνομαι καλύτερος, τον εγωισμό μου που με έχει δικαιώσει ως τώρα», είχε αποκαλύψει πριν από τρία χρόνια σε συνέντευξή του στην Εφ.Συν. Για τις ανάγκες εκείνης της συνέντευξης είχε φωτογραφηθεί στο στάδιο των Γρεβενών, δίπλα στον προπονητή του. Ηταν 17 και του έριχνε ένα κεφάλι (σήμερα έχει ύψος 1,87). Ετσι όπως τον έβλεπες, λιπόσαρκο με κάτι ποδαράκια σαν καλαμάκια, δεν το περίμενες, ότι πολύ σύντομα θα μιλούσε γι’ αυτόν όλη η Ευρώπη.
Στο στάδιο των Γρεβενών, είπαμε; Εχει καταντήσει κουραστικό, ύστερα από κάθε διεθνή θρίαμβο έλληνα αθλητή να ανακαλύπτουμε τις δυσκολίες της προετοιμασίας του. Αλλά, δυστυχώς, αυτό είναι το κοινό τους σημείο. Ο Τεντόγλου δεν ξέφυγε από τον κανόνα. Ανοιξε τα φτερά του πηδώντας σε ένα σκάμμα που έμοιαζε με οργωμένο χωράφι, τρέχοντας πάνω σε διάδρομο που ήταν καλυμμένος με κοκκινόχωμα. Επειδή γλιστρούσε, κάποια στιγμή άπλωσαν ένα στρώμα πίσσας, και πάνω του κόλλησαν έναν λαστιχένιο τάπητα. Χωρίς κάτι τέτοιες πατέντες, δουλειά δεν γίνεται. Τουλάχιστον, όχι στην περιφέρεια. Τον χειμώνα, ο Μίλτος έκανε προπόνηση στο κλειστό γήπεδο μπάσκετ. Τι προπόνηση, δηλαδή; Ετρεχε πέρα – δώθε ανάμεσα στα κάγκελα και τις κερκίδες, σε έναν πλαστικό διάδρομο 30 μέτρων.
Ο ίδιος δεν θα παραπονεθεί, ποτέ, για όλα αυτά. Το ότι προσπαθεί να κάνει διεθνή πρωταθλητισμό με πρωτόγονα μέσα, τον πεισμώνει ακόμη περισσότερο. Αθλητή – πρότυπο δεν έχει. Ούτε πιστεύει πως είναι πρότυπο για κάποιους άλλους. Δεν αγωνίζεται για τους Ελληνες που περνάνε δύσκολα. Ενας από αυτούς είναι ο πατέρας του, που το 2012 έφυγε μετανάστης στη Γερμανία. Ούτε, καν, για τα μετάλλια. Αυτά είναι, απλώς, η πιστοποίηση της προόδου του.
Το αγώνισμά του τον «γεμίζει», όπως παλιά η μουσική. Παίζει δύο όργανα, πήγαινε και σε μουσικό σχολείο. Μουσικός ήθελε να γίνει. Ωσπου το παρκούρ και η διορατικότητα ενός προπονητή τον οδήγησαν σε αυτό που φαίνεται να είναι το πεπρωμένο του.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News