Η γη δονείται, ένας ήχος αναδύεται από τα έγκατά της. Ο μεγάλος τάφος στο κέντρο της Εναλλακτικής Σκηνής της Λυρικής σείεται, η πλάκα ανοίγει. Η Βρουγχίλδη (η Ελλάδα) τρέμει καθώς βλέπει να βγαίνει από τον τάφο ο Πρώτος Γέρος, ο Εθνάρχης… Οργισμένος την προειδοποιεί ότι ο νέος ηγέτης που εξέλεξε, ο Σωτήρης (…) θα την προδώσει. «Ακόμα δεν ξεμύτισε το κωλόπαιδο από το αβγό του και το στέλνεις έξω να λέει μαλακίες» τραγουδά ο Εθνάρχης πατώντας στην μουσική που έγραψε ο Βάγκνερ για το μουσικό του δράμα «Το Λυκόφως των Θεών».
Η υπόθεση
Ναι, είναι αυτό που νομίζετε: ένα λιμπρέτο γραμμένο για την περιπέτεια της Ελλάδας με το χρέος, που περιγράφει φωτογραφικά την εποχή από την εκλογή του Αλέξη Τσίπρα ως το δημοψήφισμα και στη συνέχεια τις διαψεύσεις. Ο Τσίπρας εμφανίζεται στην αρχή ως ο σωτήρας, και λέγεται Σωτήρης. Έχει μόλις εκλεγεί, είναι η μόνη λύση «γιος και πατέρας και εραστής είσαι», στη συνέχεια πίνει το φίλτρο που του δίνει ο γερμανός δόκτωρ Μέρτεν σε συνωμοσία με τον Εκσυγχρονισμό και τη Λογική. Ο Σωτήρης ξεχνά τι έχει υποσχεθεί στον λαό, με βλέμμα υπνωτισμένο αρχίζει να πατά στη μουσική του Βάγκνερ τραγουδώντας «Ευρωπαϊσμός. Κοινή λογική. Κεντρώος Καπιταλισμός» και πολλά άλλα αντίστοιχα. Φοράει γραβάτα, πίνει σαμπάνια, ετοιμάζεται να παντρευτεί τη Λογική.
Πίνει το αντίδοτο στο φίλτρο που του έδωσε ο Μέρτεν (ναι, σωστά, πρόκειται για συνειδητή αναφορά στον λεγόμενο «χασάπη της Θεσσαλονίκης», τον Ναζί φονιά δεκάδων χιλιάδων Εβραίων, όπως μας εξήγησε και η α λα Wikipedia παρέμβαση στην οθόνη), το οποίο αντίδοτο είναι ρετσίνα (αλήθεια, ναι) αλλά είναι αργά. Η Βρουγχίλδη δεν αντέχει να τον βλέπει, τον αποκαλεί διαρκώς προσκηνυμένο και προδότη (ήταν πολλές οι στιγμές που θυμηθήκαμε την Ζωή Κωνσταντοπούλου και τον Παναγιώτη Λαφαζάνη κατά τη διάρκεια της παράστασης). Ο Σωτήρης/Τσίπρας γίνεται άγαλμα από τρεις Σουλιώτισσες, η Ελλάδα ζώνεται με φισεκλίκια, με δίκανο, με Καλάσνικοφ και φορώντας ακόμα το πέπλο που της έβαλαν για να παντρευτεί τον Εκσυγχρονισμό, ανατινάζει την Ακρόπολη.
Το genre
Έφτασα στην Εναλλακτική Σκηνή με μεγάλο ενδιαφέρον για να δω μια οπερατική παράφραση με θέμα το χρέος. Είναι εξάλλου στην αποστολή μιας τέτοιας σκηνής, με τον πειραματισμό και την τόλμη στο κυτταρικό αποτύπωμά της, να δοκιμάζει όρια. Και ομολογώ ήμουν εντελώς απροετοίμαστη να βρεθώ επί σχεδόν τρεις ώρες να ακούω τους εξαιρετικούς ερμηνευτές να τραγουδούν λόγια ενός λιμπρέτου βυθισμένου σε κλισέ, στερεότυπα και κατασκευές εθνικής υπεροχής που μας απαλλάσσουν από ευθύνες. Πλακίτσες, εύκολοι συνειρμοί, μελό συναισθηματισμοί για να εκβιάσουν μια ταύτιση, υπεραπλουστεύσεις σε βαθμό αφέλειας. Σαν να έβλεπα ένα πάνελ του Γιώργου Αυτιά να μαλώνει και να εξηγεί γιατί φτάσαμε ως εδώ, ο κάθε πολιτικός από τη δική του πλευρά. Το κείμενο κενό έστω μιας θέσης, μιας στάσης, ένα σκανάρισμα τίτλων λαϊκίστικης φόρτισης από όλο το πολιτικό φάσμα. Χωρίς κλείσιμο του ματιού, χωρίς υπαινιγμούς – είναι χαρακτηριστικό ότι αν και μας βομβάρδιζε με φράσεις όταν αφηνόταν η ορχήστρα να παίζει μόνη, διαβάζαμε στις οθόνες εξηγήσεις για αυτό που βλέπουμε, σαν λήμματα στη Wikipedia.
Επιθεώρηση; Stand up comedy; Η φόρμα βρίσκεται κάπου ανάμεσα, αλλά δυστυχώς η αυθεντικότητα, η ευρηματικότητα των ειδών αυτών ήταν άφαντη. Ο δόκτωρ Μέρτεν να κρατά με δύναμη κάτω το δεξί χέρι που έτεινε να κάνει ναζιστικό χαιρετισμό, ο Σωτήρης/ Τσίπρας χωρίς γραβάτα στην αρχή, με γραβάτα στη συνέχεια βγαίνει στο μπαλκόνι και με ένα νεύμα καλεί κοντά του την ερωμένη του, την Λογική (Ανδρέας Παπανδρέου, Μιμή Λιάνη, ναι οk το αντιληφθήκαμε) ο Εκσυγχρονισμός με μαύρα γυαλιά τύπου Ωνάση, μαύρο κοστούμι και παπιγιόν.
Δεν είναι τυχαίο ότι στο διάλειμμα ήταν αρκετοί αυτοί που επέλεξαν να φύγουν – οι άδειες θέσεις το μαρτυρούσαν. Τι δεν άκουσαν; Την προτομή του Μέτερνιχ να μορφάζει επειδή η Ελλάδα τού μυρίζει οθωμανίλα, και ένα προσκλητήριο ηρώων με τουλάχιστον τριάντα ονόματα, ανάμεσά τους ο Αριστοτέλης, ο Μάνος Χατζιδάκης, ο Γιάνης Βαρουφάκης, ο Γιώργος Παπαδόπουλος, ο Οδυσσέας Ελύτης, ο Κώστας Σημίτης, ο Γιάννης Αντεντοκούμπο. Πόσα στερεότυπα, πόσα τρικ για να προκληθεί μια έξαρση του συναισθήματος, πόσα σχήματα που προκαλούν εύκολο γέλιο υπάρχουν; Πάρα πολλά όπως φάνηκε από το πληθωρικό κείμενο του Δημήτρη Δημόπουλου. Στην αρχή νόμιζα ότι είναι σκόπιμα κυνικό, ότι θέλει να κάνει ανελέητη σάτιρα. Κι όμως δεν ήταν έτσι.
Η παράσταση
Όλα αυτά συνέβαιναν μέσα σε ένα σκηνικό ευρηματικό (Κωνσταντίνος Ζαμάνης), ευφυές στη λειτουργία και στους συμβολισμούς του, ένα σκηνικό που ένιωθες ότι ίπταται ότι ανασαίνει στο ρυθμό της δράσης. Ο τεράστιος τάφος του Εθνάρχη στη μέση, οι προτομές των ηρώων γύρω και ψηλά να αιωρείται σε όλη την παράσταση πριν πέσει και συντριβεί με εκκωφαντικό θόρυβο σηκώνοντας ένα σύννεφο σκόνης ένα γυάλινο κουτί με τον ιερό βράχο της Ακρόπολης. «Δεν ξέρει κανένας αν ο Βράχος ρουφά το χρέος, ή το χρέος τον Βράχο», ακούστηκε κάποια στιγμή.
Εξαιρετικά τα κοστούμια (Κωνσταντίνος Ζαμάνης) υπηρέτησαν την υπόθεση χωρίς να γίνονται στερεοτυπικά, με μια ελευθερία. Οι Μελίνες με τις πλατινέ περούκες στην αρχή μοίραζαν ψηφοδέλτια του Σωτήρη, τα μακριά μαλλιά τα μαύρα νύχια οι στιβαρές μπότες του Μέρτεν, η μπλε δαντέλα της Βρουγχίλδης, οι αυθεντικές στολές που φορούσαν οι Σουλιώτισσες το γνωστό γκρι κοστούμι με το παντελόνι που στενεύει στους μηρούς τον Σωτήρη…
Η σκηνοθεσία με έναν ρυθμό γρήγορο που έμοιαζε να παλεύει να κοντράρει την πλαδαρότητα του κειμένου, με χιούμορ – η Ελλάδα ξαπλώνει νωχελικά, ηδονικά στον τάφο του Γέρου, οι Σουλιώτισσες κάνουν άγαλμα τον Σωτήρη και τον βάφουν λευκό, ο Μέρτεν δίνει από το θυροτηλέφωνο οδηγίες στον Σωτήρη που δεν μπορεί να παρκάρει. Ο Αλέξανδρος Ευκλείδης κατόρθωσε να κρατήσει την προσοχή εκεί που η απορία για αυτό που ακούγαμε, ή η βαρεμάρα από την επανάληψη των κλισέ έτειναν να κυριαρχήσουν. Η οπερετική αυτή παράφραση στηρίχθηκε σε ιδέα του Αλέξανδρου Ευκλείδη βέβαια και μένουμε με την απορία αν όντως το κείμενο αυτό ήταν ό,τι είχε στο μυαλό του για αυτό το έργο που κεντήθηκε πάνω στην συγκλονιστική μουσική του Βάγκνερ με την παράθεση έντεκα παραθετικών μοτίβων (leitmotiv) που παραπέμπουν σε ελληνικά θέματα.
Το τέλος με την Ελλάδα να γίνεται αντάρτισσα και να ανατινάζει το λίκνο του Πολιτισμού, την Ακρόπολη, μια σκηνή ανυπόφορα μακριά, έμπλεη μελό συναισθηματισμού και εικόνων λαϊκών τηλεοπτικών ιστοριών έκανε να χαθεί μια –ύστατη;- ευκαιρία για την παράσταση.
Η μουσική
Εξαιρετικός μουσικός ο Χαράλαμπος Γωγιός μοιάζει να παγιδεύτηκε στο ανοικονόμητο κείμενο, υποχρεωμένος συχνά σε παρατονισμούς των λέξεων προκειμένου να ταιριάξουν με τη μουσική του Βάγκνερ. Και κάπως έτσι η γνωστή ορμή των έργων του Βάγκνερ δεν αναδύθηκε εδώ, αφού οι εννέα μουσικοί έπρεπε να ισορροπήσουν σε αυτό το σύμπαν που συγκροτούσε ο Βάγκνερ, το κείμενο με τους αστεϊσμούς, η πολυλογία και τα παραθετικά μοτίβα. Σε αυτά ξεχωρίσαμε τον Εθνικό Ύμνο, το «που’ ντο, που’ ντο το δαχτυλίδι», το «Η Ελλάδα ποτέ δεν πεθαίνει» ως «Το χρέος ποτέ δεν πεθαίνει δεν το σκιάζει φοβέρα καμιά», το «Τα βραχιόλια σου βροντούν», τους «Δρόμους της Φωτιάς» του Βαγγέλη Παπαθανασίου κ.α.
Διαβάζοντας την επόμενη της πρεμιέρας (δόθηκε την Παρασκευή 6 Οκτωβρίου) το κείμενο του Χαράλαμπου Γωγιού, ξαφνιάστηκα καθώς πολλά από αυτά που εισέπραξα ήταν σαν να με προειδοποιούσε στο σημείωμά του ότι δεν ήταν στις προθέσεις της παράστασης. Αξιοπρόσεκτο το γεγονός: αν αντιλαμβάνονταν οι συντελεστές τον κίνδυνο να αντιμετωπισθούν ως τέτοια δεν αρκεί μια δήλωση για να σωθεί. Σημαίνει ότι έβλεπαν τον πυρήνα του προβλήματος της παράστασης. Γράφει μεταξύ άλλων ο Γωγιός «Το Λυκόφως των χρεών δεν διεκδικεί δάφνες επιθεωρησιακής επικαιρότητας», «θεωρώ σημαντικό οι παρεμβάσεις αυτές να μην διαβαστούν ως πλακίτσες και εξυπνακίστικοι σχολιασμοί».
Οι ερμηνευτές
Εξαιρετικές ερμηνείες σε όλα τα επίπεδα στην πλειοψηφία τους. Και όχι μόνο όσον αφορά στο λυρικό σκέλος αλλά και στη θεατρικότητα που ήταν προαπαιτούμενο σε αυτή την παράσταση. Η Βρουγχίλδη/Ελλάδα της Τζούλιας Σουγλάκου δωρική, μετρημένη, χωρίς να πέφτει στην παγίδα της φάρσας, σαν τραγική φιγούρα της ιστορίας, με μετρημένη εκφραστικότητα και βάθος ερμηνείας. Ο Σωτήρης/Τσίπρας του Δημήτρη Πακσόγλου επιβεβαίωσε ότι ο τενόρος εξελίσσεται διαρκώς, απελευθερώνεται και είναι υποκριτικά ίσως ο καλύτερος αυτή τη στιγμή ερμηνευτής της Λυρικής, ελεύθερος αγκυλώσεων και ερμηνευτικών κλισέ.
Ο Μέρτεν/Γερμανία του Τάσου Αποστόλου (που ήταν άρρωστος όπως ανακοινώθηκε), με μέτρο, μακριά από κάθε παγίδα καρικατούρας και κλισέ ερμηνείας που έστηνε το ίδιο το κείμενο. Οι τρεις Μελίνες και μαζί τρεις Σουλιώτισσες απολαυστικές: η Ειρήνη Καράγιαννη μεστή, στιβαρή, με μια φωνή που επιβάλλεται κινητοποιώντας κάθε δυνατό συναισθηματικό κέντρο, σπουδαία καλλιτέχνιδα. Η Μαργαρίτα Συγγενιώτου η πιο εκφραστική υποκριτικά των τριών, βυθιζόταν στον πυρήνα του εκάστοτε ρόλου αποδίδοντας τον χαρακτήρα συχνά με μια μικρή σαρκαστική διάθεση που ήταν ανακουφιστική. Η Μυρτώ Μποκολίνη (ερμήνευσε και την Λογική) μια υψίφωνος που μεταλλασσόταν σαν χαμαιλέοντας από ρόλο σε ρόλο, με εσωτερικότητα που συγκρουόταν με την επιθεωρησιακή ατμόσφαιρα.
Ένας μικρός άθλος για τον Γιάννη Γιαννίση που ερμήνευσε τον Εκσυγχρονισμό, τον Γέρο και τον Μέττερνιχ, αγνώριστος από ρόλο σε ρόλο, κυριολεκτικά σαν τρεις άνθρωποι, με μέτρο και έλεγχο ιδανικό. Είχε εξαιρετικό ενδιαφέρον ο τρόπος με τον οποίο οι εξαιρετικοί ερμηνευτές δεν υπέπεσαν στην παραμικρή παγίδα του κειμένου, έμειναν πιστοί στο εσωτερικό τους μέτρο και στο ύψος του Βάγκνερ χωρίς να ξεφεύγουν από τα όρια μιας στην ουσία κωμικής φόρμας. Και αυτό βέβαια φανερώνει πόσο καλά διδάχθηκαν από τον Χαράλαμπο Γωγιό.
Στερεότυπο στο μάξιμουμ
Η Γερμανία, λοιπόν, εκπροσωπήθηκε από τον Δόκτωρα Μέρτεν, τον Μαξ Μέρτεν, τον Ναζί που οδήγησε στον θάνατο 50.000 Εβραίους της Θεσσαλονίκης. Η Γερμανία που μας βάζει τη θηλιά του χρέους ως απεικόνιση ενός μυστικού, ή πνιγμένου βιαστικά χαιρετισμού στον Χίτλερ. Ο Εκσυγχρονισμός και η Λογική είναι το φρένο της αγνής, έντιμης, πρόθεσης απελευθέρωσης της Ελλάδας από το χρέος και τον ζυγό της Δύσης. «Ο εκσυγχρονισμός στεφάνι θα σου μπει» και «νυφούλα θα ντυθείς και θα ανασυγκροτηθείς» -απορώ πώς ο κύριος Γωγιός στο σημείωμά του προτρέπει να μην το εκλάβουμε ως επιθεωρησιακή ευκολία.
Και βέβαια η Ελλάδα που έδωσε τα φώτα της στην Δύση και αυτή μας εκδικείται με το χρέος, με την κηδεμονία. Όχι, δεν ακούστηκε πάντως στην παράσταση κάτι αντίστοιχο του «όταν εμείς κάναμε πολιτισμό εσείς ήσασταν πάνω στα δέντρα». Ένα κλισέ μείον.
*Το «Λυκόφως των Χρεών» παρουσιάζεται στην Εναλλακτική Σκηνή στις 8, 10, 12, 14 Οκτωβρίου και θα επαναληφθεί στις 5, 7, 10, 12, 14, 17, 19 Ιανουαρίου. Όλο το πρόγραμμα της Εναλλακτικής Σκηνής για την τρέχουσα καλλιτεχνική περίοδο υλοποιείται με δωρεά του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News