Η Αργεντινή είναι ποδόσφαιρο. Εχει για θρησκεία την ασπρόμαυρη μπάλα και Θεό τον Μαραντόνα. Στα «φλεγόμενα» γήπεδά της οι οπαδοί ζουν ακραία. Κάθε παιχνίδι, κάθε στιγμή του. Κι όλοι μαζί ορκίζονται αιώνια πίστη στην «Αλμπισελέστε», την εθνική τους ομάδα. Τούτες τις μέρες, όμως, η καρδιά της χώρας χτυπά εξίσου δυνατά για ένα άλλο σπορ: το μπάσκετ.
Η εκπληκτική πορεία του Λουίς Σκόλα -ενός θρυλικού μπασκετμπολίστα από το Μπουένος Αϊρες- και της «παρέας» του στο Μουντομπάσκετ της Κίνας (την Κυριακή στις 15:00 παίζουν στον τελικό του τουρνουά με αντίπαλο την Ισπανία) δεν άφησε ασυγκίνητους τους Αργεντινούς. Κανείς δεν την περίμενε -και ελάχιστους ενδιέφερε στην αρχή-, όμως η «οσμή» του χρυσού μεταλλίου έστρεψε την προσοχή της χώρας σε αυτό το άθλημα, που μέχρι της αρχές των ’90s ήταν… εναλλακτικό: παιζόταν από μια μικρή μειονότητα, έτσι για ποικιλία. Ούτε το ΝΒΑ δεν μετέδιδε -τότε- η τηλεόραση στην Αργεντινή.
Περισσότερο από αθλητική επιτυχία, οι αργεντινοί φίλαθλοι την υποδέχτηκαν ως έναν εθνικό άθλο, που δείχνει στον Κόσμο τα… cojones τους. Το τι μπορούν να κατορθώσουν, ως λαός, με το παροιμιώδες πάθος τους. Στην μπασκετική ομάδα της Αργεντινής δεν θα βρεις άλλον μεγάλο «σταρ» εκτός από τον Σκόλα, ο οποίος στις 30 Απριλίου έκλεισε τα 39. Περηφανεύονται, λοιπόν, ότι στον τελικό τούς έφτασαν -κόντρα σε όλες τις προβλέψεις- οι «γκαούτσος»: η τόλμη τους, η υπέροχη απειθαρχία τους στη λογική, η πίστη πως κανένα εμπόδιο δεν είναι ανυπέρβλητο για ‘κείνους.
Το αθλητικό τους παραμύθι έχει για πρωταγωνιστή τον «γερόλυκο» Σκόλα. Την Κυριακή θα γίνει ο μεγαλύτερος σε ηλικία μπασκετμπολίστας που έπαιξε, ποτέ, σε τελικό Παγκοσμίου Κυπέλλου: 39 ετών, 4 μηνών και 17 ημερών. Ο κάτοχος του ρεκόρ που θα περάσει στα χέρια του, ο Σεργκέι Μπέλοβ, είναι τέσσερα χρόνια και (σχεδόν) οκτώ μήνες μικρότερος. Αλλά, το πιο σημαντικό είναι πως ο αργεντινός φόργουορντ/σέντερ υπήρξε ο καλύτερος -μακράν- παίκτης της ομάδας του σε αυτήν την πορεία προς τον τελικό. Στη νίκη επί της Γαλλίας (80-66), στον ημιτελικό, «έγραψε» 28 πόντους, 13 ριμπάουντ και 2 ασίστ!
Η χαρακτηριστική του «χαίτη» δεν υπάρχει, πια, και τα μαλλιά του έχουν γκριζάρει. Αλλά το μπάσκετ του είναι ίδιο -και καλύτερο- με εκείνης της εποχής, που ήταν μέλος της κορυφαίας Αργεντινής όλων των εποχών. Δίπλα στον «θρύλο» Μανού Τζινόμπιλι, τον Πριχινιόνι, τον Νοσιόνι, τον Ντελφίνο, τον Ομπέρτο, τον Πέπε Σάντσεθ, τον Ερμάν… Είναι ο μόνος που έχει απομείνει απ’ αυτή τη φοβερή ομάδα, η οποία το 2002 έφτασε στον τελικό, όμως ποτέ δεν κέρδισε όσα άξιζε. Και, σήμερα, καθοδηγεί τα παιδιά που έγιναν μπασκετμπολίστες για να τους μιμηθούν. Με τον μεγαλύτερο συμπαίκτη του, τον Λαπροβίτολα, έχουν δέκα χρόνια διαφορά!
Τίτλους δεν χάρηκε πολλούς. Μόνον ένα πρωτάθλημα Ισπανίας, το 2002, με την Ουνικάχα Μάλαγα. Θα μπορούσε να έχει παίξει στη Ρεάλ Μαδρίτης ή στην Μπαρτσελόνα, όμως έμεινε πιστός -σχεδόν για μια δεκαετία- στην ταπεινή ομάδα της Βιτόρια. Το ίδιο και στην εθνική του, την οποία υπηρετεί από τα 15 του χρόνια. Από την Παίδων. Για να τη βοηθήσει (και) στο Παγκόσμιο της Κίνας, ο Σκόλα υπέβαλε τον εαυτό του σε μια σπάνια θυσία: τους τέσσερις τελευταίους μήνες κλείστηκε στο εξοχικό του σπίτι -μια φάρμα στο Παλομάρ, μισή ώρα μακριά από το Μπουένος Αϊρες-, όπου ακολουθούσε ειδικό πρόγραμμα προπόνησης, που άρχιζε στις 6 το πρωΐ. Το αποκάλυψε σε δημοσιογράφους ο κόουτς της Αργεντινής.
Η αυταπάρνηση του Σκόλα, η αφοσίωσή του στην εθνική του ομάδα, έχει «αγγίξει» τους Αργεντινούς περισσότερο και από τη μεγαλειώδη πορεία της ομάδας τους στο τουρνουά. Οι συγκρίσεις με τον Λιονέλ Μέσι είναι αναπόφευκτες. Ο Σκόλα έδωσε στη χώρα του τον καλύτερό του εαυτό. Ο Μέσι, τον κράτησε για την Μπαρτσελόνα. Ο Σκόλα είναι «μαχητής», σαν τον Μαραντόνα. Ο Μέσι, όχι.
Το πώς ξέφυγε από το εθνικό σπορ της Αργεντινής και έγινε μπασκετμπολίστας, το έχει διηγηθεί σε ένα καταπληκτικό του κείμενο που έγραψε πριν από δύο χρόνια στο The Players Tribune, με τίτλο «How we play in Argentina» – Πώς παίζουμε (μπάσκετ) στην Αργεντινή: «Ο πατέρας μου έπαιζε μπάσκετ ημι-επαγγελματικά. Ως παιδί, το έβρισκα εντυπωσιακό. Πήγαινε στη δουλειά του στην τράπεζα το πρωί για επτά ή οκτώ ώρες, επέστρεφε σπίτι για να μας δει, κι έπειτα πήγαινε για προπόνηση στις 9 ή 10 το βράδυ. Ταξίδευε σε όλη τη χώρα για να παίξει σε τουρνουά. Αγαπούσε το παιχνίδι τόσο πολύ, που ήταν… μεταδοτικό. Επαιζε αυτό που εγώ αποκαλώ “πραγματικό μπάσκετ”. Επαιζε μόνον από αγάπη για το άθλημα. Τον ακολουθούσα, όπου κι αν πήγαινε να παίξει. Ηταν θέμα χρόνου, να αρχίσω κι εγώ το μπάσκετ… Το ποδόσφαιρο ήταν το εθνικό μας σπορ, όμως το μπάσκετ έγινε ο τρόπος για να δεθώ με τον πατέρα μου».
Η Αργεντινή διεκδικεί το δεύτερο χρυσό της μετάλλιο σε Παγκόσμιο Κύπελλο. Το πρώτο της το κέρδισε στην παρθενική διοργάνωση, το 1950, την οποία φιλοξένησε. Είχε νικήσει στον τελικό τις ΗΠΑ (64-50). Αλλες εποχές, τότε. Το μπάσκετ δεν είχε γνωρίσει, ακόμη, μεγάλη άνθηση ούτε, καν, στην Αμερική. Αντίπαλός της θα είναι η Ισπανία του Μαρκ Γκασόλ, του Σέρχιο Γιούλ και του Ρίκι Ρούμπιο. Η συνεπέστερη υπερδύναμη του σπορ την τελευταία εικοσαετία, με 14 μετάλλια μετά το 1999. Μια ομάδα παικτών που αγωνίζονται σαν μια γροθιά, θα αναμετρηθεί με έναν γαλαξία «αστέρων».
Η σύγκρουση δύο εντελώς διαφορετικών κόσμων αναμένεται συναρπαστική. Μα, ό,τι κι αν συμβεί στο ματς, όποιος κι αν σηκώσει το τρόπαιο, αυτός είναι ο τελικός του Λουίς Σκόλα. Του αθλητή που έδωσε τα πάντα για να γίνει το μπάσκετ ο πιο ανταγωνιστικός μικρός αδελφός του ποδοσφαίρου στη χώρα του.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News