Μπαίνει φουριόζος στο ταξί. Από το ραδιόφωνο ακούγεται η Πέμπτη Συμφωνία του Μπετόβεν. Κοιτάει τον οδηγό. «Νέος, λαϊκό παιδί». Εκείνος, γυρίζει προς το μέρος του: «Ρε φιλάρα, με συγχωρείς. Αν θες το κλείνω, αλλά εμένα κάτι μου κάνει αυτό». Την θυμάται ακόμη αυτή τη σκηνή. «Αυτό ήταν το μεγαλύτερο δώρο της ζωής μου», λέει. «Γιατί μου έδειξε αυτό που πίστευα: ότι η τέχνη μπορεί να μας μιλάει κι ας μην ξέρουμε τίποτα για κείνη. Σαν το φαγητό. Αν δεν σ’ αρέσει, δεν το τρως. Αν σ’ αρέσει όμως δεν χρειάζεται να ξέρεις τα πάντα για κείνο».
Στην άλλη άκρη της τηλεφωνικής γραμμής, καθισμένος σε ένα καφέ στην νυν πατρίδα του, το Παρίσι, είναι ο Διονύσης Ντερβίς – Μπουρνιάς. Μαέστρος του κινήματος της «ιστορικά πληροφορημένης ερμηνείας» (Historically Informed Interpretation), Ελληνογάλλος ή ελληνικής καταγωγής Γάλλος, κατά άλλους. Που έχει διευθύνει την περίφημη Βασιλική Φιλαρμονική Ορχήστρα, την Ορχήστρας της Εποχής του Διαφωτισμού, την Φιλαρμονική Ορχήστρα της Πράγας. Που έπαιξε ενώπιον του Μπιλ Κλίντον. Ή που διατέλεσε καλλιτεχνικός διευθυντής στις εκδηλώσεις για την 60ή επέτειο της Unesco, του «Appel d’ Athènes» και των «Folies Francaises d’ Athenes» («Γιορτή ελληνογαλλικών σχέσεων», αν θέλετε), μαζί με τον «Κόκκινο Ντάνι» του γαλλικού Μάη του ’68 και πλέον ευρωβουλευτή Ντανιέλ Κον Μπεντίτ και τον Τίτο Πατρίκιο. Πολιτικοποιημένος άνθρωπος της τέχνης που, μαζί με τον Κον Μπεντίτ, εγκαλούσε την Ευρωπαϊκή Ένωση για την πρόκληση Ερντογάν, όταν εκείνος σε επίσημη επίσκεψη του έλληνα πρωθυπουργού τον προσέβαλε, δηλώνοντας ότι επικηρύσσει τα κεφάλια των οκτώ Τούρκων αξιωματικών που είχαν ζητήσει πολιτικό άσυλο στην Ελλάδα. «Αυτό μόνον είναι το πρώτο πιάτο», έγραφαν.
Κυρίως, όμως, είναι ένας μουσικός διευθυντής που αγαπάει πολύ τη μουσική του 18ου αιώνα, μελετάει τα δεδομένα της εποχής της, ευχαριστεί σε κείμενά του τον Νικολάους Χάρνονκουρτ επειδή μας έμαθε να την ακούμε ξανά και αλλιώς. Και μπορεί να τον αποκαλεί «τσίφτη και καραμπουζουκλή», επειδή μετά τον Χάρνονκουρτ η μουσική ακρόαση δεν ήταν ποτέ ξανά ίδια. Εντάξει, ήταν και τα τουίτ του Απόστολου Δοξιάδη, που με προκάλεσαν και με προσκάλεσαν να τον γνωρίσω. Όμως έναν άνθρωπο, έναν «διαβασμένο» μουσικό που φωτίζει ευλαβικά την αλήθεια και την σημαντικότητα της μουσικής του Μότσαρτ, του Μπετόβεν, του Χάιντν, δεν ξέρω εσείς, αλλά εγώ ήθελα να τον ακούσω.
Η επικείμενη συναυλία του, με δύο εμβληματικά κι αγαπημένα έργα, την Συμφωνία Αρ. 40 του Μότσαρτ (ξέρετε, αυτή πάνω στο θέμα της οποίας ο Μάνος Χατζιδάκις βάσισε το συγκινητικό «Χασάπικο 40») και το Αυτοκρατορικό Κοντσέρτο αρ. 5 για πιάνο του Μπετόβεν, μου έδωσε την αφορμή. Ο άλλοτε (πριν από 40 χρόνια!) συμμαθητής του στα μουσικά θρανία της σύνθεσης και της ανάλυσης, Δημήτρης Παπαδημητρίου, ήταν που τον κάλεσε να διευθύνει στις 5 Δεκεμβρίου την Συμφωνική Ορχήστρα της ΕΡΤ.
Είμαστε, λοιπόν, εκείνος στο παρισινό καφέ, με τα ακουστικά στα αυτιά κι εγώ στην άλλη άκρη της γραμμής και μιλάμε για την σημασία και την ομορφιά της λεγόμενης «κλασικής μουσικής». Αιθεροβάμονες; Μπορεί. Όμως, ακούστε τον Διονύση Ντερβίς – Μπουρνιά. Να μιλάει με ζέση και ενθουσιασμό, σχεδόν παιδικό στα 59 του, για όσα κερδίσαμε από τον πολύ κύριο Χάρνονκουρτ, που άλλαξε όσο κανένας άλλος, με τις «διαβασμένες» πεφωτισμένες ερμηνείες του, τον τρόπο με τον οποίο έβλεπε ο 19ος αιώνας και στις αρχές του ο 20ός μια μουσική του 18ου, που ήταν πιο σύνθετη, πιο σοφιστικέ, πιο απροσποίητη, πιο χαρούμενη και πιο δραματική συνάμα, με πολύ χιούμορ. Καμία σχέση με την ταμπέλα «σοβαρή» που της είχαν κοτσάρει.
«Μετά τη Γαλλική Επανάσταση, που πήρε την εξουσία πια η αστική τάξη, προσπάθησε, ενώ έκοβε τα κεφάλια του βασιλιά και των αριστοκρατών, να μιμηθεί τον τρόπο ζωής τους. Έτσι ξεκίνησε μια μεγάλη παρεξήγηση για αυτή την «σοβαρότητα» της μουσικής, που κρατούσε ώς την δική μου εφηβεία. Η κλασική μουσική – και το έλεγαν και σοβαροί μουσικοί αυτό – θεωρούνταν σαν κάτι το άυλο και εξαιρετικά σοβαρό. Ξεχνούσαν ότι εκείνο που κυρίως έψαχνε ο 18ος αιώνας ήταν η διασκέδαση. Και μέσα στη μουσική. Ξεχνούσαν ότι ήταν η ποπ μουσική της εποχής τους, αυτή που έγραφαν και ερμήνευαν. Ο Μότσαρτ ήξερε πολύ λιγότερο Μπαχ από όσα ξέρει ένας σημερινός 20χρονος διανοούμενος. Και αγνοούσε πολλά. Τότε, ότι ήταν πλέον παλιό δεν ακουγόταν. Ήταν το τελευταίο σουξεδάκι, που μέτραγε στις συναυλίες».
Αν σήμερα είχαμε μόνον σύγχρονη μουσική στις συναυλίες μας, οι αίθουσες θα ήταν άδειες, μου επισημαίνει. «Στον 18ο αιώνα συνέβαινε ακριβώς το αντίθετο. Αν δεν υπήρχε η – τότε – σύγχρονη δημιουργία, κανείς δεν ασχολούνταν ή δεν πατούσε».
Μέχρι τα 29 του ο, γεννημένος στην Κυψέλη, Διονύσης Ντερβίς – Μπουρνιάς (Ντερβίς από το Δερβιτσιώτης) έκανε καριέρα, από το 1978 στο Παρίσι πλέον, ως σολίστ της κιθάρας. Έχοντας μαθητεύσει δίπλα στο διάσημο ελληνικό κιθαριστικό ντούο Λίζα Ζώη – Ευάγγελος Ασημακόπουλος. Έπειτα πήγε στον δεινό μουσικοπαιδαγωγό Γιάννη Ιωαννίδη, στα ίδια θρανία με τον Δημήτρη Παπαδημητρίου, για να τραβήξει το δρόμο της σύνθεσης. Διορατικός εκείνος του ζήτησε να αποκτήσει «δική του μουσική γλώσσα» για να προχωρήσει.
Τελικά, βρέθηκε στο πόντιουμ. «Όταν ανακάλυψα την ιστορικά ενημερωμένη ερμηνεία, άνοιξε ένας ολόκληρος κόσμος μπροστά μου, που μου έδειξε και την διαφορά ανάμεσα στην ψυχαγωγία και τη διασκέδαση. Μου έδειξαν ότι ο Μότσαρτ ή ο Χάιντν μπορούσαν στη μουσική τους να κάνουν χοντρά καλαμπούρια ή να είναι και πολύ σοφιστικέ συνάμα. Αν τους έλεγε κάποιος ότι γράφουν σοβαρή μουσική, θα γελούσαν. Αυτό που σήμερα, η αστική μουσική «αγωγή» θεωρεί ανήκουστο, τα χειροκροτήματα ανάμεσα στα μέρη μιας συμφωνίας ή ενός κοντσέρτου, στην εποχή τους ήταν κοινή πρακτική. Ο Μότσαρτ εξηγούσε μάλιστα σε επιστολές προς τον πατέρα του τι κόλπα βρήκε για να είναι σίγουρος ότι το κοινό θα χειροκροτεί συνέχεια. Δεν είχε το ψώνιο ότι γράφει για την αιωνιότητα».
Με τη Γαλλική Επανάσταση, μου επαναλαμβάνει, μπήκε μια (μικρο)αστική νοοτροπία στη μουσική, όπως και στις κοινωνικές σχέσεις. Μπήκε το φράκο και η σοβαροφάνεια. Τούτη η μουσική ήταν σαν τον γάμο με μία γυναίκα, με την οποία δεν έπρεπε απαραίτητα να περνάς καλά. Κι έτσι τα πράγματα «σοβάρεψαν». Πολύ. «Στην εποχή του Μότσαρτ δεν ήταν ντυμένοι με ρούχα, φερ’ ειεπέιν, του 16ου αιώνα, αλλά με ρούχα κάζουαλ», μου διευκρινίζει.
Το 1993, παρακολουθώντας τις πρόβες του Σερ Σάιμον Ρατλ, στην Συμφωνική του Μπέρνιγχαμ, άκουσε εκείνο που του άνοιξε το δρόμο, τον οποίο σήμερα ακολουθεί με χαρά και προσήλωση. «Του μιλούσα για την «Ιεροτελεστία της Άνοιξης» του Στραβίνσκι. Μα είναι πολύ πιο δύσκολη η Τεσσαρακοστή Συμφωνία του Μότσαρτ, μου είπε. Και καθάρισε μια και καλή με το θέμα».
Όπως ο Τζέιμς Τζόις με την «Αγρύπνια των Φίνεγκαν» «μπορεί να παρέδωσε ένα ιντελεκτουέλ έργο, αλλά παρέδωσε και ένα τρελό καλαμπούρι, με λογοπαίγνια πάνω σε διαφημίσεις της εποχής του, ξέρετε, σαν τον Ακάκιο με τα μακαρόνια, έτσι κι ο Μότσαρτ. Και κάτι ακόμη: Σήμερα υπάρχει ο ρατσισμός ότι θα έρθουν οι κακοί μωαμεθανοί και θα τα διαλύσουν. Ο Μότσαρτ από τότε δεν ήταν μόνον Ευρωπαίος μέχρι εκεί που δεν πάει, συμπυκνώνοντας στοιχεία από τόσες χώρες. Δεν ήταν μόνον η Ενωμένη Ευρώπη πριν την ΕΕ. Αλλά έβαζε και στοιχεία ανατολίτικα, τουρκικά. Εμφορούσε με τόσο χιούμορ τα έργα του. Αλλά και με τραγωδία, που ερχόταν από μόνη της. Δεν προσπαθούσε να την βάλει στα έργα του. Εντυπωσιακός από πλευράς μαστοριάς, ήταν πολύ πιο ζωντανός και διορατικός, πολύ πιο αστείος και χαλαρός απ’ ότι τον ερμήνευαν οι μαέστροι πριν τον Χάρνονκουρτ».
Δεν προϋποτίθεται παιδεία για όλα αυτά; Για να τα ακούσεις; – τον προκαλώ. «Η τέχνη είναι μια προσωπική υπόθεση. Ο στοχαστής Κώστας Αξελός δεν έλεγε «σου άρεσε» κάτι. Έλεγε «σου μίλησε;». Αυτό είναι. Αν κάτι δεν συνεχίζει να σου μιλάει, δεν ‘πα να σου λένε οι άλλοι;» Να, σαν τον νεαρό ταξιτζή στην αρχή της ιστορίας μας. Εσάς, τι σας μιλάει, αλήθεια;
Info
Συναυλία της Εθνικής Συμφωνικής Ορχήστρας της ΕΡΤ, υπό την διεύθυνση του Διονύση Ντερβίς – Μπουρνιά, την Πέμπτη 5 Δεκεμβρίου, στις 20:30, στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών (τηλ. 210 7282 333), Αίθουσα «Χρήστος Λαμπράκης»
Εργα: Λούντβιχ βαν Μπετόβεν, Κοντσέρτο για πιάνο αρ. 5, έργο 73 («Αυτοκρατορικό»). Βόλφγκανγκ Αμαντέους Μότσαρτ, Συμφωνία αρ. 40, σε σολ ελάσσονα, K 550
Σολίστ στο πιάνο: Σίμον Γκράιτσι
Εισιτήρια: 4-10 ευρώ
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News