27 Σεπτεμβρίου. Παγκόσμια Ημέρα Τουρισμού. Κάθε χρόνο τέτοια μέρα όλα τα επίσημα χείλη αποτυπώνουν με μια δήλωση το όραμα και τη θέση τους για μια οικονομική αλυσίδα, που συνδέεται άμεσα με τον άνθρωπο, το περιβάλλον, την κοινωνία. Και κυρίως, το εγχώριο ΑΕΠ, την απασχόληση, την περιφερειακή ανάπτυξη.
Λίγο – πολύ, όλες κινούνται στο ίδιο πνεύμα.
Με το ξέσπασμα της πανδημίας οι δηλώσεις έγιναν πιο τολμηρές. Πιο ουσιαστικές μπροστά στις προκλήσεις που έφερε στην επιφάνεια η Covid-19. Αλλά και στις προκλήσεις που αντιμετωπίζει, εδώ και κάποια χρόνια ο τουρισμός, ως πλέγμα δραστηριοτήτων: βιωσιμότητα, φυσικοί πόροι, υποδομές, υπερτουρισμός, διάχυση υπεραξίας στην τοπική οικονομία, εποχικότητα, ψηφιακή μετάβαση, ποιοτική αναβάθμιση προϊόντος, στελέχωση και εκπαίδευση όσων εμπλέκονται. Σε όλο το ύψος της πυραμίδας.
Αν έδειξε κάτι ο τελευταίος ενάμιση χρόνος, σε συνέχεια της υγειονομικής κρίσης και της διαχείρισής της, είναι ότι στον τουρισμό οι «ευκολίες» δεν αρκούν. Αντίθετα, απαιτούνται ουσιαστικές, συνειδητές και δύσκολες αποφάσεις, οι οποίες θα συνοδευθούν από πράξεις.
Ακόμα και όταν φαίνεται ότι αποκαθίσταται η «κανονικότητα». Μετά από ένα αναιμικό 2020, η σεζόν του 2021 αποτυπώνει τη συσσωρευμένη επιθυμία του κόσμου να κάνει τις διακοπές που στερήθηκε πέρυσι. Η Ελλάδα προφανώς και ήταν/είναι στις πρώτες επιλογές, έχοντας ως παρακαταθήκη μια τονωτική ένεση της εικόνας της διεθνώς, με την παραδειγματική διαχείριση της πανδημίας στην πρώτη φάση της έξαρσης. Και επιδεικνύοντας αποτελεσματικά αντανακλαστικά για να υποδεχθεί ξένους ταξιδιώτες.
Τις αρχικές προβλέψεις για έσοδα πέριξ του 40% του 2019, διαδέχθηκαν πιο αισιόδοξες εκτιμήσεις για άνω του 50% και έως 60%. Με βάση τα πρώτα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος και την κινητικότητα που αναμένεται και τους φθινοπωρινούς μήνες. Ενώ παράλληλα διαπιστώνεται αύξηση της καταναλωτικής δαπάνης ανά τουρίστα.
Αν και μετρημένες, οι αναφορές του Πρωθυπουργού στον τουρισμό – στη συνέντευξη Τύπου της ΔΕΘ – είχαν το θετικό πρόσημο, που τους προσέδωσε η καλύτερη από το αναμενόμενο σεζόν. Οπως θετική αποτιμάται η συμβολή του τουρισμού και στην αναθεωρημένη εκτίμηση της Τράπεζας της Ελλάδας ότι ο ρυθμός ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας θα φθάσει εφέτος στο 7%.
Και με αυτή την αφετηρία ο Πρωθυπουργός έδωσε το στίγμα μιας άλλης προσέγγισης:
«Προσβλέπουμε σε μια πολύ καλή χρονιά το 2022. Αλλά – όπως σας είπα – θα πρέπει να αρχίσουμε να μετράμε διαφορετικά την επιτυχία μιας τουριστικής περιόδου και να επενδύσουμε πολύ περισσότερο στη διεύρυνση της τουριστικής σεζόν», δήλωσε ο κ. Μητσοτάκης απαντώντας σε σχετική ερώτηση.
Μιλώντας στη συνέχεια για την ανάγκη «να ενισχύσουμε τον χειμερινό τουρισμό και τον τουρισμό που συνδέεται με τις πολιτιστικές επισκέψεις και να εκμεταλλευτούμε την ομορφιά αυτής της χώρας 12 μήνες τον χρόνο». Για να προσθέσει: «Και αυτό για μένα είναι ένα πολύ μεγάλο στοίχημα. Δεν γίνεται ένα μεγάλο μέρος των επισκεπτών να συγκεντρώνονται στην Ελλάδα μόνο τον Αύγουστο. Αυτό δημιουργεί πάρα πολύ μεγάλη πίεση, ειδικά σε πιο ευαίσθητους προορισμούς όπως είναι τα νησιά μας».
Εποχικότητα και υπερτουρισμός. Διαφορετικά προβλήματα κι όμως, αλληλένδετα. «Κλειδί» η διεύρυνση της λειτουργίας των προορισμών. Το πώς είναι ένα άλλο ερώτημα. Χρειάζεται να εξηγηθεί γιατί στην Ερέτρια, για παράδειγμα, 90 χιλιόμετρα από την Αθήνα και με 30 βαθμούς Κελσίου οι επιχειρήσεις αρχίζουν να κλείνουν ακόμη και τα Σαββατοκύριακα από τα μέσα Σεπτεμβρίου…
Ομως η επιβάρυνση της φέρουσας ικανότητας των προορισμών εκφράζεται πλέον από τα πιο επίσημα χείλη.
«Νομίζω ότι αυτό που πετύχαμε στην πανδημία είναι ότι είχαμε περισσότερα εισοδήματα χωρίς την ίδια αύξηση των επισκεπτών. Υπάρχουν προορισμοί που φτάνουν στα απόλυτα όριά τους. Δεν θα διστάσουμε για κάποιους από αυτούς να πάρουμε πιο δραστικά μέτρα. Πρέπει να προστατεύσουμε τον πυρήνα του προϊόντος μας», τόνισε ο κ. Μητσοτάκης.
Για να καταλήξει: «Αν θέλουμε να μετακινήσουμε το τουριστικό μας προϊόν πιο υψηλά στην αλυσίδα αξίας, σε αυτό πρέπει να στοχεύουμε. Και πρέπει να το κάνουμε με πλήρη σεβασμό στο περιβάλλον, στην πολιτιστική μας κληρονομιά και στις δυνατότητες σημαντικών προορισμών να υποδεχθούν επισκέπτες, ειδικά τους δύσκολους μήνες του Ιουλίου και του Αυγούστου. Θέλω να σας μιλήσω πολύ ειλικρινά. Υπάρχουν προορισμοί που φτάνουν στα απόλυτα όρια τους, αν δεν τα έχουν ξεπεράσει. Δεν θα διστάσουμε για κάποιους από αυτούς τους προορισμούς, που βρίσκονται κατ’ εξοχήν στις Κυκλάδες, να πάρουμε πιο δραστικά μέτρα. Αν πρέπει, δηλαδή, να φτάσουμε στο σημείο να αυξήσουμε το κόστος πρόσβασης – να δώσω ένα παράδειγμα – στην κρουαζιέρα για προορισμούς, οι οποίοι αυτή την στιγμή δεν μπορούν να υποστηρίξουν πέντε κρουαζιερόπλοια ταυτόχρονα, δεν θα διστάσουμε να το κάνουμε. Το κάνουν και άλλες χώρες πια. Πρέπει να προστατεύσουμε τον πυρήνα του προϊόντος μας. Θα φτάσουμε στο σημείο να έχουμε το ανάποδο πρόβλημα. Δηλαδή να έχουμε τόσο μεγάλη προσέλευση επισκεπτών, που να πρέπει να τους διαχειριστούμε με ένα διαφορετικό τρόπο».
Αυτό το στίγμα έδωσε ο Πρωθυπουργός στην ΔΕΘ. Αυτό το στίγμα είναι η ατζέντα που καλείται να διαμορφώσει σε πολιτική και να υλοποιήσει ο νέος υπουργός Τουρισμού Βασίλης Κικίλιας. Οχι μόνο ως προς το «τι», αλλά ως προς το «πώς». Από τη διαχείριση, στην παρέμβαση.
Εξάλλου, με ένα Ταμείο Ανάκαμψης και ένα ΕΣΠΑ στο άμεσο μέλλον, με πόρους δισεκατομμυρίων που έχουν σαφή και προκαθορισμένη κατεύθυνση, το «τι» είναι σχεδόν δεδομένο. Το «πώς» είναι το ζητούμενο και φυσικά το αποτέλεσμα είναι το στοίχημα.
Και σε αυτή την περίπτωση, ουσιαστικά δεν χρειάζεται να στοχεύεις γενικά σε χώρες – αγορές του εξωτερικού, αλλά στο προφίλ του παγκόσμιου ταξιδιώτη που αναζητά αυτά τα στοιχεία σε έναν τόπο.
Πώς θα εξελιχθεί λοιπόν ο τόπος;
Μερίδιο ευθύνης σε αυτό φέρουν οι τουριστικοί προορισμοί, με τους Οργανισμούς Διαχείρισης Προορισμών (DMO) να είναι πιο απαραίτητοι από ποτέ, όχι μόνο ως θεσμική υπόσταση, αλλά ως λειτουργικό εργαλείο που θα έχει ως κύριο μέλημα την ανάδειξη και διατήρηση του τόπου.
Ανάλογα υπεύθυνοι είναι οι επιχειρηματίες του τουρισμού, οι οποίοι θα κληθούν να γίνουν κοινωνοί της νέας προσέγγισης. Ωστε να εξελιχθούν επιμέρους και να εξελίξουν το τουριστικό προϊόν συνολικά. Το ότι «η αγορά είναι ρυθμιστής» έχει αξία όταν δεν χρησιμοποιείται ως δικαιολογία.
Κρίκος της αλυσίδας και οι εργαζόμενοι στον τομέα, οι οποίοι θα πρέπει να αναβαθμίσουν τις δεξιότητές τους, σε ένα περιβάλλον που θα τους προσφέρει επαγγελματική προοπτική και όχι μόνο ευκαιριακή απασχόληση.
Γιατί αν η σύνδεση του πρωτογενούς τομέα με τον τουρισμό, όπως και του τουρισμού με τον πολιτισμό και την προστασία του περιβάλλοντος – σε μια γενική αρχή βιωσιμότητας – αποτελεί το όραμα για την Ελλάδα του αύριο, αυτό θα πρέπει να γίνει οριζόντια συνείδηση και καθετοποιημένη πράξη.
Σε έναν νευραλγικό και δυναμικά αναπτυσσόμενο τομέα, όπως ο τουρισμός, συγκεντρώνονται πολλά ζητούμενα και συμφέροντα: προορισμών, περιβάλλοντος, κοινωνίας, εργαζομένων, αεροπορικών/οδικών/ακτοπλοϊκών μετακινήσεων, κατασκευών, ταξιδιωτικών οργανισμών, τουριστικών πρακτόρων, ξενοδοχείων, καταλυμάτων, παραθεριστικών κατοικιών, εστίασης, λιανεμπορίου, κρουαζιέρας, γιότινγκ, κλπ.
Η λίστα είναι μεγάλη. Για όλους υπάρχουν συγκεκριμένα «θέλω» και προτεραιότητες.
Συχνά αυτά μπορεί να είναι αντικρουόμενα.
Το θέμα είναι ποιο είναι το «mission statement» της χώρας για τον τουρισμό. Και πώς υλοποιείται.
Για να ξέρουμε τι και πώς μετράμε όταν κάνουμε ταμείο.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News