Δεν υπάρχει πιο ενδιαφέρον ερώτημα να θέσει ένας δάσκαλος σε τελειόφοιτους μαθητές Γ´Λυκείου, αφού πρώτα έχει εκθέσει τα κύρια ιστορικά γεγονότα γύρω από την έλευση και το έργο του Καποδίστρια. «Εσείς τι πιστεύετε ότι είναι ο Καποδίστριας; Ενας statesman; Ή ένας αυταρχικός ηγεμόνας;». Τέτοια ερωτήματα κινητοποιούν τους μαθητές, εξάπτουν το ενδιαφέρον τους, οξύνουν την πολιτική τους ματιά.
Αντίθετα προς αυτά, ο επίσημος διδακτικός λόγος της Ιστορίας στο Λύκειο προβάλλεται βεβαιωτικός, με αποτέλεσμα οι μαθητές να υιοθετούν αφορισμούς και υπεργενικεύσεις στην ενήλικη ζωή τους, να προβαίνουν σε αναχρονισμούς ή να επικαιροποιούν αποπλαισιωμένα το ιστορικό παρελθόν. Όμως, την απορηματική διατύπωση επιβάλλουν τα ανθρωπογεωγραφικά δεδομένα του 21ου αιώνα μέσω της πολυπλοκότητας των φαινομένων, της διασάλευσης των ορίων και του interregnum που διανύουμε.
Σε ένα τέτοιο milieu, τα ερωτήματα που αναδύονται είναι περισσότερα από τις απαντήσεις. Αλλά και οι όποιες απαντήσεις δοθούν είναι απόρροια ερωτημάτων υπαρξιακής αβεβαιότητας και αδιεξόδου, στοιχεία που κάνουν την καρδιά ενός εκπαιδευτικού συστήματος να πάλλεται, όταν σχεδιάζεται με ορίζοντα τουλάχιστον εξαετίας. Πώς μπορεί η εκπαίδευσή μας να θεραπεύσει την μείζονα κρίση της ταυτότητάς μας σε βάθος χρόνου; Τι θα κρατήσουμε και τι θα αναδείξουμε από το παρελθόν ως μέγιστες κατακτήσεις για να ισχυροποιήσουμε την πολλαπλότητα της ταυτότητάς/ευατότητάς μας; Αυτό, λέγεται, κάνουν όλα τα εκπαιδευτικά συστήματα, να απαντάνε σε μείζονες προκλήσεις. Αυτό έκανε η φινλανδική εκπαίδευση ως απάντηση στη μείζονα κρίση της δεκαετίας του 1990. Αυτό έκανε η μεταπολεμική Γερμανία για το άγος του ναζισμού.
Αντίθετα, στην ελληνική εκπαίδευση είμαστε δέσμιοι μιας αντίφασης. Ενώ τα μάτια μας χαίρονται τη διονυσιακή μαγεία του ελυτικού Αιγαίου, στην ψυχή κυριαρχεί ο σκοτεινός, ομιχλώδης Αγγελόπουλος της ηπειρωτικής Ελλάδας. Η νίκη των στεριανών έναντι των θαλασσινών που συντελέστηκε με τη δολοφονία του Καποδίστρια, βασιλεύει ακόμη στην ψυχή μας και στην Παιδεία μας.
Φαίνεται ακόμη αυτή η διάσταση στα διάφορα προγράμματα σπουδών. Στην Ιστορία π.χ., η θουκυδίδεια σύλληψη της Ιστορίας (η πολιτική και η στρατιωτική δράση ως κέντρο βάρους της αφήγησης) που άντεξε κοντά 2.500 χρόνια εμπλουτίζεται (ή υποσκελίζεται) με τις νέες κατακτήσεις της ιστοριογραφίας του β᾽μισού του 20ου αιώνα. Η αέναη επέκταση της Ιστορίας προς ένα διεπιστημονικό χαρακτήρα, όπως φαίνεται να γίνεται με τον ρόλο των έμφυλων ταυτοτήτων, της αρχιτεκτονικής, της Τέχνης, της φιλοσοφίας των ιδεών κ.ά), όχι μόνον κατακερματίζει την Ιστορία, αλλά και το πολιτικό διαχέεται σε τόσα πολλά πεδία που εξαφανίζεται. Παρατείνεται έτσι η πολιτική αφασία και ακρισία.
Το ελληνικό σχολείο εξακολουθεί να μην αρδεύεται στην ίδια του την παράδοση: το παράδειγμα της μεταρρύθμισης του Κλεισθένη (έλεγχος, λογοδοσία) και της αθηναϊκής δημοκρατίας (cheks and balances του αθηναϊκού πολιτεύματος που αποτέλεσε παράδειγμα για τους πατέρες του αμερικάνικου έθνους) δεν υπάρχουν, αν και θα μπορούσαν να είναι πολύ θεραπευτικά της μεγίστης υπερδεκαετούς κρίσης. Αλλες πρόχειρα καταγραμμένες προκλήσεις της πολιτείας μας: διαφάνεια, ισονομία (και όχι πολυνομία), ισότητα (αλλά όχι εξίσωση) και αξιοκρατία, το ζήτημα της ηγεσίας, το δημοκρατικό πολίτευμα ως μια συναινετική διαδικασία, ανθρωπογεωγραφία.
Στην καρδιά αυτών των προκλήσεων θα έφταναν οι μαθητές μέσω ερωτημάτων και όχι βεβαιοτήτων. Π.χ. Ποιος κινεί την Ιστορία; Ο λαός ή ο ηγέτης; Γιατί, όπως ακριβώς ένα τραγικό έργο με το τέλος της παράστασης τοποθετούσε ένα μεγάλο ερώτημα στους Αθηναίους πολίτες για το ποια είναι η σωστή επιλογή, με ανάλογο τρόπο ερωτήματα τέτοιας υφής προσκαλούν τον τελειόφοιτο μαθητή (που σημειωτέον ψηφίζει από τη Β᾽Λυκείου), να πάρει θέση, τεκμηριώνοντας με δεδομένα τη θέση του. Αντίθετα, οι βεβαιότητες που προάγει η εκπαίδευσή μας, οδηγούν σε συγκεκριμένη ημερομηνία λήξης, όπως γίνεται με τη γνώση των μαθητών της Γ’ Λυκείου. Σε ένα, δύο, το πολύ τρεις μήνες μετά την αποφοίτησή τους, την ξεχνάνε για να την αντικαταστήσουν με ιδεολογικούς αφορισμούς και ατεκμηρίωτες υπεργενικεύσεις.
* Ο Αχιλλέας Ντελλής είναι καθηγητής στο 1ο Πειραματικό Γενικό Λύκειο Αθηνών-Γεννάδειο, μέλος του European Film Focus Group, υπότροφος Fulbright 2019
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News