«Θέλω να πάω διακοπές», λέει ο Βρετανός, ο Γερμανός, ο ευρωπαίος πολίτης. «Θέλω να πάω διακοπές στην Ελλάδα» λένε οι τίτλοι των διεθνών μέσων. Η Ελλάδα εκπέμπει ασφάλεια σε ημέρες φόβου. Η Ελλάδα θέλγει με τις ειδυλλιακές της εικόνες . Η Ελλάδα φέρνει στο νου όμορφες αναμνήσεις.
«Θέλουμε να έρθουν τουρίστες» – εφόσον οι συνθήκες το επιτρέψουν – λέει η κυβέρνηση και ο υπουργός Τουρισμού Χάρης Θεοχάρης, έχοντας ξεκινήσει έναν μαραθώνιο σχεδιασμού και επικοινωνίας σε ξένα μέσα, για να περάσει το μήνυμα ότι η χώρα οργανώνεται για να ανοίξει τις πόρτες της σε πολίτες από το εξωτερικό.
«Θέλουμε να λειτουργήσουμε με ασφάλεια», λένε οι επιχειρήσεις της φιλοξενίας, ελπίζοντας να διανύσουν το 2020 ακροβατώντας ανάμεσα στην επιβίωση και την προσαρμογή σε μια νέα «κανονικότητα».
Θέλουμε. Μπορούμε;
Προς το παρόν τα «θέλω» είναι περισσότερα από τα «μπορώ». Ανάμεσά τους δε, είναι και πολλά «αν»: Αν η πορεία της πανδημίας στη χώρα εξελιχθεί με βάση το καλό σενάριο. Αν οι καμπύλες και στις ξένες αγορές δείξουν ότι κάμπτονται. Αν οι αεροπορικές εταιρίες ξεκινήσουν επαρκώς και εγκαίρως τα πτητικά τους προγράμματα.
«Σήμερα θα πρέπει να σκεφτούμε για τον Ιούλιο, με συνθήκες που θα επικρατούν τότε», δηλώνει όταν ερωτάται ο υπουργός Τουρισμού. Στόχος να φτιάξει ένα πλάνο για να εκμεταλλευτεί κάθε ευκαιρία τουριστικού ρεύματος σε δύο μήνες, με την υπόθεση ότι ο Ιούλιος θα διαφέρει από τον Μάιο, όσο και ο περασμένος Μάρτιος. Η εξάρτηση της χώρας από τον τουρισμό δείχνει να το απαιτεί. Ως μέγιστο υπολογίζεται να φθάσουμε στα οκτώ δισ. ευρώ έσοδα. Το αρνητικό σενάριο είναι τα 1,5 – 2 δισ. ευρώ.
Η πρώτη εικόνα για τα υγειονομικά πρωτόκολλα δόθηκε, με διαρροές, με τη διαβούλευση μεταξύ υπουργείου και φορέων να βαίνει προς ολοκλήρωση και τις τελικές αποφάσεις να έγκεινται στον Πρωθυπουργό μέσα στην εβδομάδα.
Οι «μηχανές» στον τουρισμό θέλουν 45 μέρες τουλάχιστον για να ξεκινήσουν, για να βάλει πτήσεις η Aegean, να οργανωθούν τα ξενοδοχεία. Οσα μπορέσουν.
Θα μπορέσουν να εφαρμοστούν τα πρωτόκολλα από τα ξενοδοχεία; Δεν υπάρχει μόνο ένα ναι ή ένα όχι. Κάποιοι θα τα καταφέρουν να προσαρμοστούν, για άλλους αυτό μπορεί να είναι πολύ πιο δύσκολο. Εχει να κάνει με την αφετηρία και την υποδομή κάθε επιχείρησης. Αλλά και τα κόστη που θα απαιτηθούν για την προσαρμογή αυτή. Και τα ρίσκα. Χρειάζεται περισσότερο προσωπικό και διαφορετικός εξοπλισμός; Αλλαγή μοντέλου φιλοξενίας; Οι περισσότεροι ξενοδόχοι σταθμίζουν τα κόστη. Και προσπαθούν να δουν με τι πληρότητες μπορούν να λειτουργήσουν «για να μην μπουν πολύ μέσα».
Για αρκετούς τα μέτρα που διέρρευσαν «είναι πάρα πολύ δύσκολο να εφαρμοστούν σε ξενοδοχεία της μεσαίας κατηγορίας και κάτω. Δεν έχουν όλοι τον χώρο, το προσωπικό, την οργάνωση». Τα μεγαλύτερα ίσως να προσαρμοστούν.
«Περιμένουμε κάτι πιο τεχνικό. Ενα ολοκληρωμένο πλαίσιο λειτουργίας. Με εξειδίκευση για μικρά και μεγάλα ξενοδοχεία. Οχι δέκα bullet points. Το mobile check-in και το turndown service είναι αυτονόητα», λένε κύκλοι που δραστηριοποιούνται στη διαχείριση ξενοδοχείων. Οι ίδιοι επισημαίνουν την καθυστέρηση, καθώς από τον Απρίλιο εκείνοι μπήκαν στη διαδικασία να καταρτίσουν ένα υγειονομικό εγχειρίδιο 25 σελίδων, με κατηγοριοποίηση ανάλογα με το μέγεθος των μονάδων. «Στο σχολείο, όταν πηγαίναμε διαβασμένοι, ήμασταν ήρεμοι για το διαγώνισμα. Αυτή τη στιγμή δεν είμαστε διαβασμένοι. Δεν υπάρχει κεντρική κατεύθυνση για την προετοιμασία των επιχειρήσεων, την πρόληψη και τον τρόπο λειτουργίας».
Θα πρέπει λοιπόν να υπάρξει μια σαφής εικόνα για το τι χρειάζεται, ώστε να γίνουν οι υπολογισμοί από τις επιχειρήσεις, για το τι αλλάζει, τι απαιτείται από προσωπικό, εκπαίδευση, πόσο θα επηρεάσει το κόστος, πόσο θα περιορίσει τα κέντρα εσόδων του (π.χ. εστιατόριο, spa).
Πέρα από όλα όμως διατυπώνεται η ανάγκη να εκλείψει η πολυφωνία υπουργών σχετικά με το πώς θα διαμορφωθεί και αν θα στηριχθεί ο τουρισμός. «Μπερδεύει τον κόσμο. Δεν ξέρει τι ισχύει και τι όχι. Να σταματήσει η συζήτηση και να βγει μία φωνή για να πει τι θα γίνει», σχολιάζουν παράγοντες της ξενοδοχίας και του τουρισμού.
«Ο ΣΕΤΕ θα πρέπει εκτός από το στρατηγικό σκέλος να σκύψει πιο επισταμένα στις ενώσεις και στους κλάδους που τον απαρτίζουν. Είναι κοινωνικός εταίρος»
Οι ίδιοι σημειώνουν ότι το αυτό πρέπει να ισχύσει και σε επίπεδο φορέων του τομέα. Ειδικά μετά την ένταση των προηγούμενων εβδομάδων – μεταξύ Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ), Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου Ελλάδος (ΞΕΕ) και Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ξενοδόχων (ΠΟΞ) – και τη διαφοροποίηση των δύο τελευταίων σχετικά με τις προτεραιότητες και τις διεκδικήσεις στις επιχειρήσεις του τουρισμού. «Ο ΣΕΤΕ θα πρέπει εκτός από το στρατηγικό σκέλος να σκύψει πιο επισταμένα στις ενώσεις και στους κλάδους που τον απαρτίζουν. Είναι κοινωνικός εταίρος», υποστηρίζουν οι ίδιοι παράγοντες. Και υπογραμμίζουν τη σημασία της απευθείας επικοινωνίας που έχει ο Σύνδεσμος με το γραφείο του Πρωθυπουργού. «Είναι μια έκτακτη κατάσταση και ο κλάδος σφυροκοπείται. Το αποτέλεσμα θα φανεί τον Οκτώβριο, όταν αρχίσουν οι απολύσεις και θα κλείνουν επιχειρήσεις».
Η επιθυμία προσπαθεί να ξεμυτίσει. Οι προσδοκίες δημιουργούνται. Ενα είναι σίγουρο. Η υγειονομική ασφάλεια είναι η νέα πολυτέλεια. Και ο τουρισμός, ψυχολογία. Προφανώς χρειάζεται θετική προσέγγιση, αλλά και οργάνωση και μέτρο. Αρκούν τα υγειονομικά πρωτόκολλα ή το ζητούμενο για να ανάψει η μηχανή του τουρισμού είναι το καύσιμο;
Για να στηθεί ένα υγειονομικό δίκτυο, με εξειδικευμένο γιατρό, διαγνωστικό κέντρο και περίθαλψη/ξενοδοχείο καραντίνας, ανά την επικράτεια, σε περιοχές και επιχειρήσεις με διαφορετικές υποδομές και μέγεθος, είναι από μόνο του στοίχημα και μάχη με τον χρόνο. Τόσο για τις επιχειρήσεις, όσο και για τους προορισμούς. Δεν έχουν όλες οι περιοχές υγειονομικές δομές. Αυτό άλλωστε ταλανίζει την ελληνική κοινωνία χρόνια. Και θα υπάρξει ελεγκτικός μηχανισμός; Κάποιο σύστημα πιστοποίησης; Το τελευταίο είναι ένα πρόσθετο κόστος.
«Η Κως έχει σήμερα μόνο δύο κρεβάτια ΜΕΘ», λένε ξενοδόχοι του νησιού. Ωστόσο, το κλίμα μεταξύ των επιχειρήσεων είναι μοιρασμένο ανάμεσα σε εκείνους που ανυπομονούν να λειτουργήσουν και σε μεγαλύτερα ξενοδοχεία που είναι πιο διστακτικά. «Εχει να κάνει με το ότι στην Κω δεν βιώσαμε τον φόβο της πανδημίας, όπως σε άλλες περιοχές», εξηγούν οι ίδιες πηγές.
Ποιος όμως φέρει ευθύνη για αυτόν που ταξιδεύει; Αυτό θα καθορίσει πολλά σε σχέση με την έκθεση της κάθε επιχείρησης. Ο τουρίστας θα ταξιδεύει με δική του ευθύνη, αναφέρουν πηγές του υπουργείου Τουρισμού, λέγοντας ότι αυτή θα είναι η θέση της ελληνικής πλευράς στις συζητήσεις για διακρατικές συμφωνίες με άλλες χώρες. Κύπρος, Ισραήλ, Αυστρία, είναι οι πρώτες που φαίνεται να έχουν καλή υγειονομική διαχείριση.
Η σειρά που αναμένεται στην ταξιδιωτική κίνηση ξεκινά από το εσωτερικό, για να ακολουθήσει ο οδικός τουρισμός και στη συνέχεια τα αεροπλάνα. Από πλευράς υγειονομικής ο οδικός τουρισμός είναι ο πιο επικίνδυνος, όπως παραδέχθηκε σε διαδικτυακή συζήτηση ο υπουργός Τουρισμού. Ο κάθε ταξιδιώτης φέρει το ίδιο ρίσκο να φέρει τον ιό, αλλά όχι τα ανάλογα έσοδα (σχεδόν τα μισά στη μέση κατά κεφαλή δαπάνη). Θα ενημερωθούν και θα εφαρμόσουν τα μέτρα προστασίας ταξιδιώτες που θα κινούνται με το δικό τους μέσο στη χώρα;
Εν τω μεταξύ, στα ξενοδοχεία ο πονοκέφαλος έχει ξεκινήσει εδώ και καιρό. Ελλείψει των προκαταβολών των ταξιδιωτικών οργανισμών και των προκρατήσεων που πάγωσαν το πρώτο τρίμηνο, δεν υπάρχει στα ταμεία το απαραίτητο κεφάλαιο για το άνοιγμα των μονάδων. «Από τη στιγμή που θα ανοίξει ένα ξενοδοχείο, θα πάρει τα πρώτα του χρήματα μετά από δύο μήνες», λέει η πρόεδρος της Ενωσης Ξενοδόχων Κω, Κωνσταντίνα Σβύνου. Αλλά και το τι θα εισπραχθεί από τις εξοφλήσεις των πρακτορείων είναι αβέβαιο, καθώς εκφράζονται φόβοι και για το ποια από αυτά θα αντέξουν.
«Το μεγάλο πρόβλημα είναι τα κόστη. Η ρευστότητα και το προσωπικό μας. Υπάρχουν επιταγές στον αέρα», υπογραμμίζει ο πρόεδρος της Ενωσης Ξενοδόχων Ηρακλείου Νίκος Χαλκιαδάκης. «Οι επιχειρήσεις αναζητούν χρηματοδότηση και μετά θα βρουν την άκρη με τα υγειονομικά κριτήρια», συμπληρώνει. Οι Tour Operators από 28 Φεβρουαρίου σταμάτησαν όλες τις πληρωμές. Ενα κανάλι χρηματοδότησης, το ΤΕΠΙΧ ΙΙ, δέχθηκε πληθώρα αιτημάτων. Σε ό,τι αφορά το προσωπικό και τη στήριξη των εργαζομένων στον τουρισμό, πηγές του υπουργείου Τουρισμού δείχνουν προς το γραφείο του Πρωθυπουργού. Εκτός από πολιτική απόφαση, όλα έχουν να κάνουν με το αν φθάνουν τα χρήματα.
«Αν είναι να κοκκινίσει το δάνειο του ξενοδόχου με τον κορονοϊό, καλύτερα να μην ανοίξει», λένε ξενοδοχειακοί παράγοντες
Την 1η Ιουνίου αίρεται και η απαγόρευση λειτουργίας για τα 12μηνης λειτουργίας ξενοδοχεία. Ομως ακόμα και οι ιδιοκτήτες των αστικών ξενοδοχείων δεν θέλουν να ανοίξουν. Ενδεικτική είναι η εικόνα πληρότητας σε μεγάλο ξενοδοχείο της Αθήνας έως και τον Αύγουστο: 17%. Και μάλιστα επειδή όπως εκτιμούν οι αρμόδιοι «ένα 8% δεν έχει μπει στον κόπο να ακυρώσει!».
Τον Ιούλιο ακολουθούν τα εποχικής. Και γι’ αυτά το κόστος του ανοίγματος και λειτουργίας θα είναι πολύ δύσκολα διαχειρίσιμο, όπως και το να προσλάβουν προσωπικό. Πολλά ξενοδοχεία θα παραμείνουν κλειστά. «Αν είναι να κοκκινίσει το δάνειο του ξενοδόχου με τον κορονοϊό, καλύτερα να μην ανοίξει», λένε ξενοδοχειακοί παράγοντες. Οι περισσότεροι έχουν υπολογίσει τη ζημιά αν μείνουν κλειστοί.
Στην Κρήτη, στο Ηράκλειο, οι επιχειρήσεις που έχουν περισσότερα από ένα ξενοδοχεία «θα ανοίξουν ένα» για να περιορίσουν τη ζημιά –που σημειώνουν ότι είναι δεδομένη- αλλά και για να δουν πώς μπορούν να αντεπεξέλθουν στις νέες απαιτήσεις, ώστε να είναι προετοιμασμένες για το 2021.
Γι’ αυτές όμως το βασικό ζητούμενο είναι τα πρωτόκολλα των αεροπλάνων. Αυτά φαίνεται ότι θα ξεκαθαρίσουν την Τετάρτη από τον Επίτροπο Μπρετόν, αρμόδιο της ΕΕ για την Εσωτερική Αγορά. Ωστόσο, δύσκολα αναμένεται πανευρωπαϊκή συμφωνία για ταξιδιωτικά πρωτόκολλα, με τη Γερμανία και την Ολλανδία να αντιδρούν, αφήνοντας περιθώρια μόνο για διακρατικές συμφωνίες.
Τεστ 72 ωρών, περίθαλψη και το ερώτημα αν ο τουρίστας θα μπει καραντίνα στην επιστροφή. Σε αυτή την περίπτωση ποιος θα θέλει να έρθει επτά μέρες στην Ελλάδα; Την Παρασκευή ο Πρωθυπουργός της Βρετανίας Μπόρις Τζόνσον ανακοίνωσε 14ήμερη καραντίνα για όποιον φθάνει στη χώρα, θέτοντας εν αμφιβόλω οποιαδήποτε σκέψη για διακοπές.
«Η πρώτη χώρα που θα επισκεφθώ μετά τον κορονοϊό; Δεν υπάρχει διαγωνισμός» (Telegraph: «The first country I’ll visit after coronavirus? There’s no contest»), έλεγε ο τίτλος δημοσιεύματος της βρετανικής εφημερίδας στις αρχές Απριλίου –ένας από τους πολλούς εγκωμιαστικούς για τη διαχείριση της πανδημίας στη χώρα μας– με τον ταξιδιωτικό συντάκτη να εξυμνεί τα ελληνικά νησιά και να συστήνει διαμονή σε βίλα αντί ξενοδοχείου.
«Μπορεί όλοι μας να λαχταρούμε διακοπές, αλλά στην εποχή της Covid-19 γιατί κάποιος να μας θέλει;» (We may all be craving a holiday, but in the Covid era why would anyone want us to come? ), αναρωτήθηκε στις 9 Μαΐου η δημοσιογράφος Τζεμίμα Λιούις σε άρθρο της στην ίδια εφημερίδα. Για να προσθέσει ότι «αν ο τουρισμός ήταν μια ανάμικτη ευλογία πριν από τον Covid-19, τώρα φαίνεται σαν μια συμφωνία με τον διάβολο. Η Ελλάδα που έχει δείξει τεράστια επιτυχία στον περιορισμό της διασποράς του κορονοΐού, τώρα πρέπει να επιλέξει ανάμεσα στην υγεία και τον πλούτο των πολιτών της», με τον τομέα του τουρισμού να έχει μεγάλη συμβολή στην οικονομία. Ομως οι δύο μεγαλύτερες αγορές της, η Γερμανία και η Βρετανία, ακόμα πλήττονται από την πανδημία. Και οι ΗΠΑ δεν είναι ακόμα έτοιμες να μιλήσουν για τουρισμό.
Μακάρι τα θέλω και τα μπορώ του φετινού καλοκαιριού να συναντηθούν.
Η απάντηση θα φανεί στην πράξη.
Γιατί είναι πολλά αυτά που θέλουμε. Το θέμα είναι εάν τα μπορούμε…
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News