Ετούτοι οι πρόσφυγες είναι οι πιο καλοντυμένοι της Ιστορίας. Τους παρατηρώ, εκείνους και τις δραματικές ιστορίες τους, έτσι όπως δεν έχουν χρόνο να μας τις πουν. Να αποχαιρετάνε, να συγκρατούν δάκρυα προς χάρη του παιδιού τους ή να ενώνουν τα δάκρυά τους με του παιδιού τους. Μελετάω τα ρούχα τους και κάθε είδους εξοπλισμό τους, όχι ως θλιβερή επιφανειακή ύπαρξη ή από ελαφράδα, αλλά γιατί αποκαλύπτουν ότι είχαν μια «δυτική» ζωή που τους είχε χαμογελάσει και υπολόγιζαν στο καλύτερο. Παρατηρώντας τους, αντιλαμβάνεσαι γιατί ο Πούτιν έχει χάσει πριν χάσει. Δεν έχει αφήγημα σε ανθρώπους που η ζωή τους «τρέχει» για άλλα πολιτεύματα. Που η Ευρώπη τούς είναι θελκτική, με ό,τι πρεσβεύει.
Ο δικτάτορας δεν έχει ούτε το πρόσχημα, μιας τάχα μου, δήθεν, ιδεολογικής κατεύθυνσης. Τι λέει; Δεν με βολεύει ο κόσμος όπως διαμορφώνεται. Δεν με βολεύει ότι οι άνθρωποι δεν ανέχονται, αναζητούν δημοκρατίες, ευημερία. Αν πριν από χρόνια η ανθρωπότητα είχε μια «εκπαίδευση» μέσα από την καθημερινότητα μιας «υποταγής» σε κάθε είδους δυνάστες και «δυνάστες», τώρα πια δεν αντέχει ούτε την ιδέα. Η δημοκρατία δεν είναι το δικαιότερο πολίτευμα (θα το έλεγα έως και άδικο προς τους νοήμονες) αλλά είναι το πιο δίκαιο που διαθέτουμε.
Ο Πούτιν έρχεται ως απολίτιστος μαφιόζος να καθυποτάξει, να παίξει με τον λαό του και με τον κόσμο όλο. Αυτός, ηγεμόνας μιας πλούσιας χώρας με κατοίκους με χαμηλό ΑΕΠ. Αυτός, ολιγάρχης, εκλεκτός των ολιγαρχών. Αυτός που είχε διαφημίσει τις ρωσίδες πόρνες ως τις πιο «άξιες» του κόσμου (Σε δηλώσεις που αφορούσαν τον Τραμπ). Αυτός που κουνάει το δάκτυλο απειλητικά ακόμα και σε γειτονικές του χώρες, όπως η Σουηδία και η Φινλανδία, ξεσκεπάζοντας την αυθάδη, εγκληματική μεγαλομανία του ακόμα περισσότερο.
Χθες θελήσαμε να παρευρεθούμε στη συγκέντρωση στο Σύνταγμα. Δεν έχει να κάνει με αναλύσεις «Ποιο το νόημα;» ή «Τι μπορεί να προσφέρουν τέτοιες κινήσεις;». Οχι. Είναι συνειδησιακό. Είναι απλό. Είναι αυτόματο. «Δεν γίνεται να μην είμαι». Είναι ένα σινιάλο σε έναν λαό, σαν αυτά που έστειλαν λαοί όταν εμείς είχαμε ανάγκη ενός σινιάλου τους. Και που έφυγαν από τη «ζωή» τους αναμένοντας εναγώνια να πισωγυρίσουν στη ζωή τους. Οι δρόμοι ήταν ανοιχτοί, ορθάνοιχτοι. Χωρίς κίνηση. «Μήπως έχω κάνει λάθος;» σκεφτόμουν. Εριξα μια γρήγορη ματιά να επιβεβαιώσω. Δεν είχα κάνει λάθος. Είχα τον έναν γιο μου μαζί. Μάλιστα σκεφτόμουν να παρκάρω κάπου πριν το Σύνταγμα, ούσα σίγουρη ότι θα είχε πολύ κόσμο.
Αλλά ήταν όλα τόσο παράξενα χαλαρά, που αποφάσισα να συνεχίσω. Δηλαδή, να κάνω οδικώς τον γύρο της πλατείας και βλέπουμε… Ηταν έξι παρά τέταρτο. Η συγκέντρωση ήταν για τις 6, αλλά γνωρίζουμε ότι στη χώρα μας έχουμε θέμα με την ώρα. Εκεί το απέδωσα, για να έχω κάτι να λέω στον γιο μου, μάλλον. Σταματάω στο φανάρι της «Μεγάλης Βρετανίας». Οπως είναι η υψομετρική διαφορά, είδα ελάχιστους. Αποκαρδιώθηκα. Ανάβει, στρίβω και βλέπω κόσμο. Οχι, δεν ήταν πολλοί. Αλλά ήταν. Ή μπορεί να ήταν η προηγούμενη απογοήτευσή μου που να σπινθήρισε χαρά στο «ελάχιστο» αφού είχα τρομάξει στο «τίποτα». «Εχει, έχει κόσμο! Εχει κόσμο!» φώναξα με αστεία χαρά μαγαζάτορα.
Ο γιος μου, αμίλητος, κοίταξε, μέτρησε με το βλέμμα, ξανά αμίλητος. Συνέχισα την πλατεία. Βρήκα χώρο σε πάρκινγκ. Φτάσαμε με τα πόδια. Ο κόσμος έγινε περισσότερος. Στις έξι και τέταρτο άρχισαν οι ομιλίες. Εκανε κρύο. Ημασταν και όλοι «κρύοι». Ολα ήταν αμήχανα. Γέμισε η πλατεία. Ή τουλάχιστον έτσι ήθελα να τη δω. Ολα ήταν και είναι μελαγχολικά. Στις μέρες μας… Θα έρθει μια καλή περίοδος και δεν θα γνωρίζουμε πώς να τη διαχειριστούμε. Τόσο που μάθαμε στα αδιανόητα. «Αλήθεια θεωρείς ότι είχε κόσμο;» με ρώτησε. Προφασίστηκα ότι δεν άκουσα.
ΥΓ. Αρνούμαι, τη δεδομένη στιγμή, να κάνω οποιαδήποτε σύγκριση με άλλους δυνάστες. Είναι ίδιον των ανθρώπων που αναζητούν να «απλώσουν» την κακοποίηση ως φυσιολογική. Τώρα έχουμε να κάνουμε με τον Πούτιν. Και δεν ελαφρώνω τις προθέσεις του για κανέναν στον κόσμο.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News