Ο Παύλος Πολάκης ένιωσε το δίκιο να τον πνίγει. Σήκωσε τα μανίκια του σακακιού. Η κυβέρνηση, η κυβέρνηση του Αλέξη του Τσίπρα, τα είχε πάει τόσο καλά απέναντι στην πυρκαγιά, απέναντι στους εχθρούς της και τις ύαινες της διαπλοκής, αλλά της έτυχε να πεθάνουν 91 πολίτες. Ατυχία ρε γαμώτο, θα έλεγε κανονικά, αλλά επειδή η συνέντευξη ήταν στο Αθηναϊκό Πρακτορείο που το σέβεται είπε ότι «ο τελικός αριθμός των θυμάτων “θολώνει” την εικόνα». Μετά, το φιλότιμο πρακτορείο, ένας φάρος υψηλής δημοσιογραφίας, είπε να αλλάξει το «θολώνει» σε «μαυρίζει» για να κάνει την εξυπηρέτηση στον καλό υπουργό που τόσο τον παρεξηγούν.
Και η Ρένα Δούρου ένιωσε το δίκιο να την πνίγει. Ξεκούμπωσε το πάνω κουμπί του πουκαμίσου. Η Περιφέρεια Αττικής, η δική της Περιφέρεια, τα είχε πάει τόσο καλά απέναντι στην πυρκαγιά, είχε κάνει τα προβλεπόμενα, αλλά φύσαγε πολύ ρε γαμώτο και μας «έκατσαν» 91 νεκροί πολίτες. Δεν το είπε ακριβώς έτσι αλλά το εκδοτικό περιβάλλον της «Εφ. Συν.» ήταν αρκούντως χαλαρό ώστε να διατυπώσει το αίσθημα αδικίας που βιώνει: «Οσοι έχουμε θέση ευθύνης, και μπορεί να αισθανόμαστε αδικημένοι, με την έννοια αυτού που λέγεται στην καθομιλουμένη “μου έτυχε η στραβή στη βάρδιά μου”»…
Τον Πολάκη και τη Δούρου τους συνδέει ένα νήμα, όχι μόνο αυτό της συνύπαρξής τους στον μεξικανικό στρατό του ΣΥΡΙΖΑ. Τους συνδέει μια τρομακτική απουσία ενσυναίσθησης.
Διαβάζει κανείς στα λεγόμενά τους ότι οι 91 νεκροί στο Μάτι και στον Νέο Βουτζά –βρέφη και παιδάκια, παππούδες και γιαγιάδες, αθώοι περαστικοί, συμπολίτες μας που βρήκαν φρικτό θάνατο– πήγαν και πέθαναν εις βάρος τους· «θόλωσαν» την εικόνα της κυβέρνησης, έκαναν τη Ρένα να αισθάνεται αδικημένη.
Οι νεκροί της πυρκαγιάς αναφέρονται ως κάτι το δευτερεύον όχι ως το μείζον. Είναι μια «στραβή» που μας έκατσε, κάτι σαν να σου σκάει το λάστιχο και χάνεις το ραντεβού, είναι ένας λεκές στο καλοσιδερωμένο κοστούμι του κρατικού μηχανισμού.
Διαβάζεις στα λεγόμενά τους πως, ως υπέρτατο αγαθό, δεν είναι η ζωή και η διατήρησή της, αλλά η εικόνα της κυβέρνησης, να μη «θολώνει», να μη «μαυρίζει», να μη σου κάθεται η «στραβή». Οι νεκροί είναι το ντεκόρ που χαλάει τον διάκοσμο της ικανής κυβέρνησης η οποία μόλις είχε φρεσκοβάψει τους τοίχους για τη φιέστα εξόδου από τα μνημόνια.
Αυτή η αντίληψη, όπως αναδύεται από τα λεγόμενα των δύο λοχαγών του Τσίπρα, μοιάζει να απηχεί μια γενικότερη προσέγγιση της κυβέρνησης σε αυτήν την ιστορία. Από την αρχή το μείζον ήταν η επικοινωνία, το πώς θα περάσει προς τα έξω. Η σύσκεψη με τον ετοιμοπόλεμο, πλην όμως απελπιστικά ανενημέρωτο περί του τι είχε συμβεί Τσίπρα, η προπαγάνδα περί αυθαιρέτων, ανέμων, εμπρησμών, αποσταθεροποίησης, η συνέντευξη Τύπου τού «όλα έγιναν σωστά», από την οποία έχει επιζήσει –προς τον παρόν τουλάχιστον– μόνο ένας, ο Τζανακόπουλος, η επίσκεψη του Πρωθυπουργού ξημερώματα για να αποφύγει τους πυρόπληκτους…
Ο κόσμος πέθανε. Χαροπαλεύει. Εχασε τα πάντα. Υπό αυτές τις συνθήκες πρέπει να πας εκεί και να πενθήσεις, να προσπαθήσεις να τον αγκαλιάσεις, να δακρύσεις μαζί του. Να τον εκλιπαρήσεις να σε συγχωρέσει, ακόμα και αν εσύ δεν έφταιγες. Εγινε επί των ημερών σου, άρα έφταιγες. Αλλά όλα αυτά απαιτούν, εκτός από πολιτικά κότσια, κάτι πολύ πιο σημαντικό: συναισθηματική νοημοσύνη.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News