Τα 8.5 δισεκατομμύρια της δόσης είναι ένα καλό, αναμενόμενο νέο. Το μεγαλύτερο μέρος τους θα διατεθεί για την αποπληρωμή ομολόγων, συνεπώς οι δανειστές τα έβγαλαν από τη μία τσέπη και τα έβαλαν στην άλλη. Κόψαμε συντάξεις, ψηφίσαμε προαπαιτούμενα και πήραμε τα λεφτά για να πληρώσουμε τις βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις μας. Η δημόσια περιουσία, βέβαια, παραμένει δεσμευμένη υπέρ συμφερόντων τους για 99 χρόνια –μην το λησμονούμε.
Τα πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% ως το 2022 είναι επαχθή. Ομως το «κοντά στο 2%» ως το 2060, είναι κάτι που θα μπορούσε να θεωρηθεί εντός της σφαίρας λογικής, αν και αυτό θα φανεί στην πράξη, δηλαδή στο πόσο κοντά στο 2% θα πρέπει να κινηθούμε, σε συνάρτηση, φυσικά, με τους δείκτες ανάπτυξης. Επίσης δεν πρέπει να αγνοηθεί η θετική αναφορά στη δημιουργία Τράπεζας Ανάπτυξης στην Ελλάδα, αν και εδώ χρειάζονται διευκρινίσεις, αφού δεν ακούσαμε τίποτα για χρονοδιάγραμμα και κονδύλια.
Ωστόσο το σημαντικότερο θέμα, αυτό του χρέους, παραμένει σε εκκρεμότητα. Τα καλά λόγια απέχουν από τις προθέσεις. Και οι προθέσεις συχνά βρίσκονται μακριά από τις πράξεις. Επίσης όσο το ΔΝΤ δεν θεωρεί το χρέος βιώσιμο, τόσο θα θεωρείται και απαγορευτική η ένταξη της χώρας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, δηλαδή στο QE.
Είναι καλή αυτή η απόφαση για την Ελλάδα; Αν τη δεις με θετική διάθεση, μπορεί και να πεις ότι δεν είναι μία κακή απόφαση, χωρίς να θεωρείται και καλή. Είναι μία απόφαση στο πλαίσιο του αναμενόμενου. Όμως η κυβέρνηση καλείται να διαχειριστεί μία αποτυχία. Λογικό. Όταν έχεις επενδύσει στα «too good to be true» και ετοιμάζεσαι να δέσεις γραβάτα, μετά από αυτήν την απόφαση είσαι, τουλάχιστον, αμήχανα εκτεθειμένος. Αν ο Τσίπρας δεν είχε καλλιεργήσει υπερβολικές προσδοκίες, τώρα θα μπορούσε να πανηγυρίσει και θα τον παίρναμε και όλοι στα σοβαρά.
Η κυβέρνηση τα έκανε όλα άσχημα. Καθυστέρησε την αξιολόγηση, έθεσε το θέμα του χρέους στη χειρότερη δυνατή στιγμή και στο τέλος πίεζε τη Μέρκελ να έρθει σε ρήξη με τον υπουργό της, στο μέσον της προεκλογικής περιόδου. Μιλάμε για στρατηγική που αγνοούσε πλήρως την πραγματικότητα. Χωρίς στοιχειώδη συναίσθηση του συσχετισμού δυνάμεων και με έναν άσκοπο τσαμπουκά. Δηλαδή τι παραπάνω θα άλλαζε αν ο Τσίπρας έθετε το θέμα στη σύνοδο κορυφής; Το πολύ-πολύ η Γερμανία να εκπροσωπείτο και εκεί από τον Σόιμπλε.
Όχι, δεν είναι τόσο ερασιτέχνες στο Μαξίμου. Απλώς εκτίμησαν λάθος τα πράγματα. Το 2015 πίστευαν ότι θα τρομάξουν την Ευρώπη. Το 2017 θεώρησαν ότι η Ευρώπη δεν μπορεί να κάνει χωρίς αυτούς. Και, εδώ που τα λέμε, είχαν δίκαιο να περιμένουν κάτι παραπάνω ως η κυβέρνηση που εκτελεί πειθήνια όλες τις εντολές των δανειστών. Δυστυχώς για τον Τσίπρα, οι εταίροι έδειξαν ότι δεν αξιολογούν τη συνεργασία του στο βαθμό που ο ίδιος προσδοκούσε. Τον άφησαν με το «too good to be true» στο χέρι, θέλοντας, ίσως, να του πουν ότι ο χρόνος του τελειώνει.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News