Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης πρωταγωνίστησε σε τόσες πολλές και κρίσιμες στιγμές της νεότερης Ιστορίας μας, που μοιραία αναρωτιέται κανείς με αφορμή τον θάνατό του: «τι θα γινόταν αν…».
Τι θα γινόταν, για παράδειγμα, αν στα Ιουλιανά του ’65 είχε επικρατήσει η δική του κατευναστική γραμμή και όχι η «γροθιά στο μαχαίρι» και η ρήξη με το παλάτι, για την οποία είχε πείσει τον Γεώργιο Παπανδρέου ο Ανδρέας;
Η ιστορία εκείνη είναι πολύ πιο σύνθετη από ό,τι έχει επικρατήσει στο μυαλό πολλών. Ο Μητσοτάκης ήταν ο «προδότης», ο «δολοπλόκος», ο «κακός» της Ιστορίας. Ο Ανδρέας και ο Γέρος είχαν αυτομάτως την ιστορική δικαίωση εξασφαλισμένη.
Και όμως, ο Μητσοτάκης, αν και «αρχιαποστάτης», δεν έγινε ποτέ πρωθυπουργός στις κυβερνήσεις της περιόδου εκείνης.
Με κάποιον περίεργο τρόπο, η Ιστορία και τα στερεότυπα που επικράτησαν στη χώρα – ειδικώς μετά την χούντα – χρέωναν τα πάντα στον Μητσοτάκη. Και απήλλασαν από τα πάντα τον Ανδρέα.
Ηταν όμως οι δυό τους οι διαφορετικές όψεις του ίδιου νομίσματος. Ο ένας δεν υπήρχε χωρίς τον άλλον. Γι’ αυτό και εκείνη η περίφημη φράση του Ανδρέα, που είχε χαρακτηρίσει «Εφιάλτη» τον Μητσοτάκη όταν εξελέγη πρόεδρος της ΝΔ τον Σεπτέμβριο του ’84, στην ουσία ήταν τα καλύτερα διαπιστευτήρια για τον πολιτικό αντίπαλο.
Υπάρχει πλέον η ιστορική αναγνώριση για το ότι ο Ανδρέας και το ΠΑΣΟΚ καταχρέωσαν τη χώρα στη δεκαετία του ’80. Ομως είναι ο Μητσοτάκης που φέρει το βάρος των κατηγοριών επειδή επιχείρησε να μαζέψει την κατάσταση στην δεκαετία του ’90. Είχε βέβαια προηγηθεί το «βρώμικο ’89», η ποινικοποίηση της πολιτικής, η έξαψη των παθών και από τις δύο πλευρές, που δεν διευκόλυνε την νηφάλια προσέγγιση.
Για όλα αυτά δεν είναι ανεύθυνος ο Μητσοτάκης. Ομως και εκεί υπάρχει ένα «τι θα γινόταν αν…». Ισως αν είχαν λείψει οι εξαλλοσύνες, η νίκη της ΝΔ το ’89-’90 να ήταν πιο εύκολη.
Τι θα γινόταν, επίσης, εκείνη την εποχή αν ο Μητσοτάκης δεν είχε διστάσει να κάνει το προφανές, που του είχε περάσει από το μυαλό: έπειτα από τη νίκη της ΝΔ στις εκλογές του ’90 να είχε αλλάξει τον εκλογικό νόμο και να είχε ξανακάνει εκλογές, στις οποίες θα είχε μία ασφαλή πλειοψηφία που δύσκολα θα ανατρεπόταν τριάμιση χρόνια αργότερα. Τελικά δεν ήταν και τόσο κυνικός όσο έλεγαν κάποιοι…
Η ουσία είναι πως αν κοιτάξει κανείς πίσω, η Ελλάδα θα μπορούσε να έχει αλλάξει την δεκαετία του ’90.
Το πρόγραμμα περιστολής δαπανών, ιδιωτικοποιήσεων, ενίχυσης της ανταγωνιστικότητας, περιορισμού του δημόσιου τομέα θα μπορούσε να έχει θέσει την χώρα σε τροχιά που θα απέτρεπε τα όσα ακολούθησαν τα επόμενα χρόνια. Ηταν όμως ακόμη η εποχή στην οποία η ιδιωτικοποίηση των αστικών συγκοινωνιών οδηγούσε σε οδομαχίες και λυντσαρίσματα.
Για να μην ξεχνάμε την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση της περιόδου, που λίγο έλειψε να οδηγήσει την χώρα σε νέο εμφύλιο και εν τέλει ανέδειξε έναν μελλοντικό πρωθυπουργό, με βασική περγαμηνή την έφεση στις καταλήψεις…
Ηταν εκείνη η ίδια εποχή στην οποία οι προτροπές για λύση του Σκοπιανού με μία σύνθετη ονομασία, εκλαμβάνονταν περίπου ως εθνική μειοδοσία. Βλέπουμε πού είμαστε σήμερα.
Στην Ιστορία και την πολιτική δεν έχει προφανώς καμία σημασία το «τι θα γινόταν αν…». Ομως από την άλλη, στην Ελλάδα η Ιστορία γράφεται όπως επιθυμεί ο καθένας.
Στην περίπτωση του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη οφείλει να αναγνωρίσει κανείς ότι επιχείρησε πολλά. Αν είχε επιτύχει σε κάποια από αυτά, η χώρα θα βρισκόταν σε καλύτερη μοίρα. Δεν ήταν βέβαια μόνο ο Ανδρέας και το ΠΑΣΟΚ που τον είχαν δαιμονοποιήσει. Ηταν και μέσα στην ίδια την ΝΔ που επί χρόνια ένα μεγάλο κομμάτι της τον θεωρουσε «ξένο σώμα».
Ομως με τον θάνατο του τελευταίου εκείνης της γενιάς προσφέρεται μία σημαντική ευκαιρία σε όλους, πολίτες και πολιτικούς: να αναλογιστούν τι έχει πάει στραβά σε αυτήν εδώ την χώρα.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News