Μία από τις πιο χαρακτηριστικές θεωρητικές συλλήψεις του Αριστοτέλη ήταν αυτή περί μεσότητας. Ο φιλόσοφος υποστήριζε πως πάντοτε πρέπει να προτιμάται το μέσον το οποίο είναι και άριστον, ενώ παράλληλα τα δύο άκρα κρίνεται απαραίτητο να αποφεύγονται.
Ας μεταφερθούμε, όμως, στην σύγχρονη εποχή. Το προσφυγικό – μεταναστευτικό ζήτημα έχει προκαλέσει, όπως είναι λογικό, αναταραχή σε ολόκληρη την χώρα. Πρόσφυγες και οικονομικοί μετανάστες έχουν κατακλύσει λιμάνια, παραλίες, περιοχές ολόκληρες και περιστασιακά αποκλείουν σιδηροδρομικές γραμμές, εθνικές οδούς. Η αντίδραση των Ελλήνων ως προς αυτή την έκτακτη και μαζική μετακίνηση πληθυσμών προς την χώρα τους χαρακτηρίζεται, δυστυχώς για άλλη μια φορά, από πόλωση.
Από την μια μεριά, βρίσκονται εκείνοι που δεν κάνουν διαχωρισμούς ανάμεσα σε μετανάστες και πρόσφυγες, που δηλώνουν δημοσίως πως η χώρα θα πρέπει να ανοίξει τα σύνορα της για τον καθένα, που υπογράφουν συνθήκες (δίχως να λαμβάνουν εγγυήσεις), οι οποίες στρέφουν όλη την πληθυσμιακή ροή προς την Ελλάδα. Παράλληλα είναι ανένδοτοι ως προς την άποψη ότι θα δεχτούν κάθε μετανάστη σπίτι τους και θεωρούν πως η κατάσταση στην χώρα μας την δεδομένη στιγμή αποτελεί πρότυπο ανθρωπισμού. Ο λαϊκισμός αυτών των ατόμων ξεπερνάει, μάλιστα, τα σύνορα της χώρας, καθώς τα επιχειρήματα αυτά υποστηρίζονται και στις διεθνείς συμφωνίες που έχουν υπογραφεί.
Από την άλλη μεριά, βρίσκονται τα άτομα που θεωρούν τους μετακινούμενους πληθυσμούς ως εχθρούς και παρασιτικά στοιχεία που βλάπτουν την χώρα. Εξομοιώνουν τους πρόσφυγες με τους (λάθρο)μετανάστες δίχως να αντιλαμβάνονται την ειδοποιό διαφορά μεταξύ των δύο εννοιών. Ταυτόχρονα οι τρομοκρατικές επιθέσεις στις Βρυξέλλες αποτέλεσαν βούτυρο στο ψωμί αυτών των ατόμων που βρήκαν την ευκαιρία να κατηγορήσουν τους πρόσφυγες για την μετακίνηση των τζιχαντιστών στην καρδιά της Ευρώπης. Μια προσέγγιση που αποτελεί έκφανση του φόβου για το άγνωστο, τον «άλλον», ο οποίος στην προκειμένη περίπτωση είναι ως επί το πλείστον μουσουλμάνος. Το γεγονός πως υπάρχουν και Σύριοι χριστιανοί δεν φαίνεται να ενδιαφέρει τον δεύτερο αυτόν πόλο που έχει σχηματιστεί στην ελληνική κοινωνία.
Δίχως να χρειάζεται να κατονομαστούν τα κόμματα και οι πολιτικές πεποιθήσεις των δύο αυτών κατηγοριών ατόμων είναι εμφανές πως οι δύο αντιλήψεις συγκρούονται κατάφωρα η μία με την άλλη. Επομένως, αποτελούν τα δύο άκρα. Τι λείπει από την εξίσωση; Το μέσον.
Αυτή η πολύ σημαντική έννοια έχει περάσει στο περιθώριο και οι υποστηρικτές της βρίσκονται στην αφάνεια. Την ώρα που εκπρόσωποι των ακροδεξιών και ακροαριστερών κομμάτων συγκρούονται, μεταφορικά και κυριολεκτικά, στους δρόμους της Αθήνας, την ώρα που οι μεν καίνε στρατόπεδα τα οποία θα χρησιμοποιούνταν για την παραμονή προσφύγων και οι δε καίνε τα σπίτια των πρώτων, οι πρεσβευτές της λογικής, της μεσότητας μένουν άπρακτοι.
Η κυβέρνηση της πρώτης φοράς Αριστερά έχει αποδείξει με τα λόγια και τις πράξεις της πως δυστυχώς, τουλάχιστον ως προς το προσφυγικό ζήτημα, βρίσκεται στο ένα άκρο. Μένοντας πιστή στις «αριστερές» ιδεολογίες περί ανθρωπισμού βυθίζεται σε μια εικονική πραγματικότητα. Η πολιτική της υποδοχής όλων ανεξαιρέτως των ατόμων που περνούν τα σύνορα έχει προκαλέσει χάος σε όλη την χώρα καθώς πέραν του μεγάλου αριθμού των εκτοπισμένων (και όχι μόνο) το όλο σχέδιο αποδεικνύεται πρόχειρο και ανεφάρμοστο.
Είναι λύση όμως να κλείνουν τα σύνορα και να εκδιώκονται κακήν κακώς όλοι οι πρόσφυγες και οι μετανάστες; Σε ένα πολιτισμένο και οργανωμένο κράτος όχι, εφόσον δεν απειλείται η εσωτερική ασφάλεια. Παρότι τρέφω σοβαρές αμφιβολίες κατά πόσον η Ελλάδα πληροί αυτές τις δύο προϋποθέσεις, οφείλει να δράσει ως τέτοιο κράτος. Σε πλήρη συνεννόηση με την Ευρωπαϊκή Ένωση (άλλωστε ο αρμόδιος επίτροπος είναι Έλληνας!) και όσο καλύτερη συνεννόηση με την Τουρκία, η Ελλάδα είναι απαραίτητο να ελαττώσει τον αριθμό των μεταναστών που εισέρχονται καθημερινά ενώ παράλληλα οφείλει να καταγράψει τους πρόσφυγες που βρίσκονται στο εσωτερικό της πριν τους προωθήσει στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες, οι οποίες είναι εξαιρετικά επιφυλακτικές απέναντι στους πρόσφυγες. Η χώρα οφείλει να μην αφήσει περιθώριο στις γείτονες χώρες να αρνηθούν την υποδοχή προσφύγων με την δικαιολογία πως ενδεχομένως να περιλαμβάνονται σε αυτούς εξτρεμιστές. Επιπλέον, αφού ολοκληρωθεί η κατασκευή των hotspots και των καταυλισμών σε όλη την χώρα, να απελευθερωθούν τα λιμάνια, οι δημόσιοι χώροι και οι δημόσιες υποδομές (δρόμοι, σιδηροδρομικές γραμμές) του κράτους για να ξεκινήσει απερίσπαστα η τουριστική περίοδος αλλά και να συνεχίσει να κινείται η ήδη χειμαζόμενη οικονομία. Τέλος, θα πρέπει να επιτηρείται άγρυπνα η δημόσια τάξη, καθώς η συγκέντρωση πληθυσμών σε συνθήκες αβεβαιότητας υποθάλπει παραβατικές συμπεριφορές, καθόλου αθώες.
Μα, θα αναρωτηθεί κάποιος, η κυβέρνηση έχει προχωρήσει σε μεγάλο μέρος από αυτές τις ενέργειες. Πράγματι, αυτό έχει συμβεί, αλλά με μεγάλη καθυστέρηση πάνω από ένα έτος, αργά και ατελώς. Και όσο δεν έχει επιβάλλει την δική της πολιτική ως προς την αντιμετώπιση των προσφύγων, έχει αφήσει την αντιμετώπιση του βορά στους εκπροσώπους και εκφραστές μιας ρητορικής βίας και μίσους, οι οποίοι βρίσκουν την ευκαιρία να συγκρούονται στον Πειραιά και σχεδόν σε κάθε χώρο υποδοχής δημιουργώντας κοινωνική αστάθεια, ανασφάλεια και σπέρνοντας νέες διαχωριστικές γραμμές.
* Ο Νίκος Αρναούτογλου είναι φοιτητής Νομικής ΔΠΘ
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News