Αποτελεί η πίεση του Κρεμλίνου στην Ουκρανία έναν αριστοτεχνικό χειρισμό του Βλαντίμιρ Πούτιν υπέρ των ρωσικών συμφερόντων ή μήπως το μόνο που έχει καταφέρει έως σήμερα ο ρώσος ηγέτης είναι να συσπειρώσει τη διχασμένη Δύση εναντίον του;
Επιδιώκοντας να απαντήσει στο παραπάνω ερώτημα ο Σάιμον Τίσντολ, αρθρογράφος επί διεθνών ζητημάτων του Guardian, επικαλείται τον Σάμιουελ Μπέκετ. «Το να περιμένουμε να εισβάλει η Ρωσία στην Ουκρανία μοιάζει λίγο με το να περιμένουμε τον Γκοντό. Σε αυτήν την τολμηρή διασκευή του αριστουργήματος του Μπέκετ ο ηγέτης της Ρωσίας, Βλαντίμιρ Πούτιν υποδύεται, ορθώς, τον ανήσυχο Βλαδίμηρο ενώ ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν είναι ο Εστραγκόν που συχνά αποκοιμιέται», γράφει.
Η κεντρική ιδέα της «τραγικωμωδίας σε δυο πράξεις» που ο Μπέκετ άρχισε να συνθέτει τον Οκτώβριο του 1948 είναι ότι ο μυστηριώδης Γκοντό που αναμένεται ανά πάσα στιγμή, στην πραγματικότητα δεν φτάνει ποτέ. Λαμβάνοντας υπόψη πως την προηγούμενη εβδομάδα η Ρωσία συμφώνησε να συνεχιστούν οι συνομιλίες με τη Δύση, ο βρετανός δημοσιογράφος υποστηρίζει πως οι πολίτες της Ουκρανίας έχουν λόγο να ελπίζουν ότι «η κρίση θα αποδειχθεί ένα παρόμοιο άνευ περιεχομένου μη-γεγονός, μια ιδιόμορφη συνεισφορά του Πούτιν στο θέατρο του παραλόγου».
Μακρύς… αναβρασμός
Ο αναβρασμός στην ρωσοουκρανική μεθόριο που άρχισε να εντείνεται από τον περασμένο Νοέμβριο έχει διαρκέσει ήδη πάρα πολύ, τόσο που ο αμερικανός πρόεδρος έφτασε στο σημείο να πει πως η Ρωσία «πρέπει να κάνει κάτι». Ωστόσο η εν λόγω ερμηνεία της κατάστασης «δεν είναι απαραίτητα σωστή», υποστηρίζει ο Τίσντολ, θεωρώντας πως «κανένας, ενδεχομένως ούτε ο ίδιος ο Πούτιν, δεν γνωρίζει εάν “κάτι” θα συμβεί σήμερα, τον επόμενο μήνα ή ποτέ».
Οσον αφορά την διαρκώς αναμενόμενη ρωσική εισβολή ο Τζο Μπάιντεν προβλέπει μία στρατιωτική επιχείρηση μεγάλης κλίμακας αλλά πολλοί αναλυτές εκτιμούν ότι η όποια ρωσική επίθεση θα είναι αστραπιαία, μυστική και ασύμμετρη με σαμποτάζ, κυβερνοεπιθέσεις και επιδρομές των ειδικών δυνάμεων, η ίδια τακτική που εφαρμόστηκε (επιτυχώς) στο Ντονμπάς το 2014.
Κάνοντας λόγο για ένα «ελαφρώς σουρεαλιστικό παιχνίδι αναμονής που συνεχίζεται» ο Σάιμον Τίσντολ προβαίνει σε μια καταγραφή των ζημιών που έχουν ήδη προκληθεί στο πλαίσιο αυτού του «ψεύτικου πολέμου της Ουκρανίας», ο οποίος, όμως, έχει κερδισμένους και χαμένους.
Η εκδίκηση της «πρωτάρας»
Για την ανδρεία στάση της επαινεί, για παράδειγμα την Αναλένα Μπέρμποκ, υπενθυμίζοντας πως η γερμανίδα υπουργός Εξωτερικών (και συν-ηγέτιδα των Πρασίνων), αγνοώντας «φαλλοκρατικές ειρωνείες» όσον αφορά την απειρία και το φύλο της, στάθηκε με το παραπάνω στο ύψος των περιστάσεων κατά την πρόσφατη συνάντησή της με τον Ρώσο ομόλογό της Σεργκέι Λαβρόφ στη Μόσχα.
Αντιθέτως το αφεντικό της, ο καγκελάριος Ολαφ Σολτς, έχει ήδη πληγεί στο πλαίσιο αυτό του μη ή εν αναμονή πολέμου. Η διστακτικότητά του όσον αφορά τις πιθανές κυρώσεις κατά της Μόσχας που διατίθεται να στηρίξει η καγκελαρία αλλά και η άρνηση του Βερολίνου να ενισχύσει τους Ουκρανούς με οπλικά συστήματα γεννούν αμφιβολίες όχι μόνον για τον τον ίδιο τον Ολαφ Σολτς και τις ικανότητές του αλλά και για τη γερμανική ηγεσία στους κόλπους της ΕΕ.
Ούτε για τον Εμανουέλ Μακρόν εξελίσσεται θετικά αυτός ο ακήρυχτος πόλεμος της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας. Λιγότερο από δέκα εβδομάδες πριν από τον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών στην πατρίδα του, ο γάλλος πρόεδρος «αποπειράται να συμφιλιώσει το όραμά του περί ευρωπαϊκής “στρατηγικής αυτονομίας” με την πραγματικότητα της συνεχιζόμενης εξάρτησης της Ευρώπης από το ΝΑΤΟ». «Δεν θα εγκαταλείψουμε ποτέ τον διάλογο με τη Ρωσία», δηλώνει ο Μακρόν, όμως οποιαδήποτε γαλλική προσπάθεια με στόχο την ουσιαστική προσέγγιση μεταξύ των δύο πλευρών υπονομεύεται από την επαμφοτερίζουσα στάση του Βλαντίμιρ Πούτιν. Ειδικά όσον αφορά την κρίση στην Ουκρανία το Ελιζέ εξακολουθεί να επιδιώκει την «αποκλιμάκωση» και μία «ευρωπαϊκή λύση».
Πολλοί, ωστόσο, υποστηρίζουν πως αυτό είναι αδύνατο εκ των πραγμάτων. «Ο Πούτιν επιμένει να συνομιλεί με τις ΗΠΑ, όχι με την ΕΕ, την οποία περιφρονεί και έχει σκόπιμα παρακάμψει. Οι τετραμερείς συνομιλίες του “Σχήματος της Νορμανδίας” συνεχίστηκαν, επιτέλους, την προηγούμενη εβδομάδα στο Παρίσι. Αλλά οι Βρυξέλλες, ολισθαίνοντας προς την ασημαντότητα, είναι ο μεγάλος χαμένος έως σήμερα στον ακήρυχτο πόλεμο για την Ουκρανία», εξηγεί ο Τίσντολ.
Η «αναγέννηση» του ΝΑΤΟ
Αντιθέτως μεταξύ των κερδισμένων περιλαμβάνεται σίγουρα το ΝΑΤΟ, το οποίο μετά την ταπείνωση που υπέστη στο Αφγανιστάν, χάρη στον Βλαντίμιρ Πούτιν «βιώνει μία μικρή αναγέννηση». Γιατί τα κράτη-μέλη της συμμαχίας που βρίσκονται στην πρώτη γραμμή ζητούν και λαμβάνουν στρατιωτική βοήθεια, γιατί συζητιέται εκ νέου το ενδεχόμενο προσχώρησης της Φινλανδίας και της Σουηδίας, γιατί λόγω της ρωσικής επιθετικότητας άλλαξε σημαντικά, προς όφελος της συμμαχίας, και η στάση της Αμερικής.
«Η επίδειξη δύναμης από την πλευρά του Πούτιν παρέσυρε τις ΗΠΑ πίσω και βαθύτερα στην ευρωπαϊκή ασφάλεια, ακριβώς αφότου δύο αμερικανοί πρόεδροι προσπάθησαν να στρέψουν την στρατηγική προσοχή της Ουάσιγκτον προς την Κίνα», έγραψε ο Πολ Τέιλορ, αρθρογράφος του Politico. Εξυπακούεται πως η εν λόγω εξέλιξη ωφελεί ιδιαίτερα το Πεκίνο και τον Σι Τζινπίνγκ ο οποίος αισθάνεται για την Ταιβάν όπως αισθάνεται ο Πούτιν για την Ουκρανία.
Οσον αφορά τον κύριο πρωταγωνιστή του ουκρανικού δράματος, τον Βλαντίμιρ Πούτιν, αρκετοί αναλυτές θεωρούν πως είναι ήδη ο μεγάλος νικητής. Ο αμερικανίδα Φιόνα Χιλ, για παράδειγμα, που ειδικεύεται στη Ρωσία, υποστηρίζει πως έχει καταφέρει ήδη να σύρει τις ΗΠΑ στη θέση που τον βολεύει περισσότερο, με απώτερο σκοπό να περιοριστεί σημαντικά η παρουσία των Αμερικανών στην ευρωπαϊκή επικράτεια, όπως συνέβη με τους Σοβιετικούς πριν από τριάντα χρόνια.
Μικρές νίκες, μεγάλη ήττα
Ολοκληρώνοντας την καταγραφή των ζημιών, των κερδισμένων και των χαμένων, του ακήρυχτου ρωσικού πολέμου κατά της Ουκρανίας, ο αρθρογράφος του Guardian αναγνωρίζει επίσης ότι ο ρώσος ηγέτης κατάφερε να αναγκάσει τις ΗΠΑ και τους συμμάχους τους να λάβουν σοβαρά υπόψη τις ανησυχίες του Κρεμλίνου όσον αφορά την εθνική ασφάλεια της Ρωσίας. Σε αυτό το πλαίσιο μπορεί και κατά πάσα πιθανότητα θα συνεχίσει να ασκεί πιέσεις, τόσο με στρατιωτικά όσο και με διπλωματικά μέσα, ούτως ώστε να αποκομίσει το δυνατόν περισσότερα οφέλη.
Ωστόσο γνωρίζει – σύμφωνα, πάντα, με τον Τίσντολ – ότι η Ουάσιγκτον δεν θα συμφωνήσει ούτε να αποκλειστεί το ενδεχόμενο μελλοντικής προσχώρησης της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ, ούτε να επανεξεταστούν οι δομές ασφαλείας της Ευρώπης, όπως αυτές έχουν διαμορφωθεί από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου έως σήμερα. Εν τω μεταξύ η διαρκής επιθετικότητα της Μόσχας έχει συσπειρώσει εναντίον του Πούτιν τις κάθε άλλο παρά μονοιασμένες δυτικές δημοκρατίες ενώ και στο εσωτερικό της Ρωσίας έχουν σκληρύνει τη στάση τους όσοι αντιπολιτεύονται το καθεστώς του.
«Σαν κλέφτης μέσα στη νύχτα που κοιτάει να δει τι μπορεί να αρπάξει, ο ηγέτης της Ρωσίας καθιστά τον ίδιο αλλά και την πατρίδα του σε παρίες της διεθνούς σκηνής. Είτε είναι πόλεμος ή μη πόλεμος, πραγματικός ή φανταστικός, αυτό μοιάζει με ήττα», καταλήγει ο βρετανός σχολιαστής.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News