«Σε τούτο το παλιόσπιτο, σε τούτο το ρημάδι» έψαλε ο Τσιτσάνης το ’50, δέκα ολόκληρα χρόνια προτού η μικρή Μόνικα συναντήσει τον μεγάλο Μικελάντζελο και πλεχθεί ένα ειδύλλιο που έμελλε να κρατήσει καμιά δεκαριά χρόνια. Η σχέση των εραστών ήταν ιδιότυπη και στεγάστηκε σε δύο διαφορετικά διαμερίσματα της ίδιας ρωμαϊκής πολυκατοικίας. Γιατί; Επειδή οι προσωπικότητες ήταν ισχυρές, οι δυο τους «ήταν πολύ ελεύθερα πνεύματα για να ζήσουν μαζί». Ωστόσο το ζεύγος έχτισε και μία παραθαλάσσια φωλιά για κοινή συμβίωση, στη Σαρδηνία, το 1968. Εκείνη η θερινή φωλίτσα τους, όπως ξεπρόβαλλε από τα πουρνάρια πάνω από τα βράχια της ακτής, έμοιαζε με θάλαμο ιπτάμενου δίσκου, για αυτό έγινε γνωστή και σαν «θόλος». Ε, σήμερα αυτός ο «θόλος», στερημένος από εραστές, αγάπη και από εργάτες συνεργείων αναστήλωσης, πνέει τα λοίσθια υπακούοντας στις πραγματιστικές προδιαγραφές του Τσιτσάνη για τον οποίο, βέβαια, ιδέα δεν είχαν η Βίτι και ο Αντονιόνι.
Το σπίτι τους ρήμαξε ακολουθώντας τη φθορά του έρωτά τους. Το σημερινό παλιόσπιτο στάθηκε όμως και αφορμή για να τους ξαναθυμηθεί η Corriere della Sera, διακινώντας την πληροφορία ότι το ιταλικό Ιδρυμα για το Περιβάλλον θέλει να σώσει το ερείπιο από την ολοκληρωτική αποσύνθεση. Αναμφίβολα το κτίσμα έχει ιδιαιτερότητες, πολλές καμπύλες κατά τη μανιέρα του δημιουργού του, του αρχιτέκτονα Ντάντε Μπίνι, αλλά έχει προσλάβει και υπεραξία από το καλλιτεχνικό αποτύπωμα των κάποτε ιδιοκτητών του. Ωστόσο, αν μετρούσε μόνο η λάμψη των δύο σταρ, της ηθοποιού και του σκηνοθέτη, το ίδρυμα θα είχε ενδιαφερθεί και για τα προαναφερθέντα διαμερίσματα της Ρώμης. Υπάρχει, συνεπώς, αντικειμενική καλλιτεχνική αξία στον «θόλο». Στην ιστορία μάλλον πρέπει να προστεθεί και η τουριστική παράμετρος, αφού η φτωχή Σαρδηνία έχει ανάγκη από κτίρια «ζωντανούς θρύλους», από σκυροδέματα παλιά αλλά αγγιγμένα από την παραμυθένια μπαγκέτα της καλλιτεχνικής αθανασίας και του αθάνατου μάρκετινγκ.
Το κτίσμα –πάντα avant-garde κατά το ιταλικό Μέσο– βρίσκεται στην Κόστα Παραντίζο και στην πραγματικότητα υπήρξε, εκτός από ερωτική φωλιά, και βίλα-ησυχαστήριο όπου φιλοξενήθηκαν από τους Βίτι και Αντονιόνι διάφορες διασημότητες. Από εκεί πέρασαν ο ποιητής και σεναριογράφος Τονίνο Γκουέρα, ο σκηνοθέτης Αντρέι Ταρκόφσκι, η ηθοποιός Μασά Μερίλ και «άλλοι εκπρόσωποι ενός πεπερασμένου σύμπαντος», εκείνου της τέχνης και του πολιτισμού που σημάδεψε ανεξίτηλα τις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες της Ευρώπης.
Ανατρέχοντας στην ιστορία του θυελλώδους έρωτα, η Corriere θυμίζει ότι η Μόνικα, νεαρή ακόμη, γνώρισε τον Αντονιόνι μεσόκοπο και παντρεμένο το 1960. Γράφει ότι ο σκηνοθέτης εντυπωσιάστηκε από το παρουσιαστικό της, την ερωτεύτηκε, την έπεισε να γίνει ηθοποιός και τέλος την κατέστησε μούσα του, κινηματογραφώντας στα μέτρα της. Η ίδια η Βίτι αναπολεί: «Είδα μία τεράστια αφίσα μου στα Ηλύσια Πεδία, στο Παρίσι, με το πρόσωπό μου χωρίς μακιγιάζ, με τα μαλλιά μου παραδομένα στον άνεμο. Σκέφτηκα ότι όντως είμαι εγώ στην αφίσα. Ο εαυτός μου. Ο Μικελάντζελο ανακάλυψε την αλήθεια μου».
Το ζευγάρι χώρισε λίγα χρόνια μετά τη χρήση του «θόλου», αφού ο έρωτάς τους… σώθηκε (με την έννοια του τελειώνω). Τώρα το κτίριο περιμένει να σωθεί και αυτό με τη σειρά του, αλλά με την έννοια του γλιτώνω. Και, αν δεν σωριαστεί, τίποτε δεν αποκλείει να φιλοξενήσει έναν αυριανό μεγάλο έρωτα. Γιατί όχι;
Δείτε ένα βίντεο με τον «θόλο» σε άθλια κατάσταση:
Δείτε ένα βίντεο με το τραγούδι του Βασίλη Τσιτσάνη «Σε τούτο το παλιόσπιτο»:
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News