«Δεν περνάει σε άλλη ράτσα… It doesn’t cross…, πώς το λένε». Η ηλικιωμένη κυρία με το καστανό καρέ μαλλί και τον μπερέ εισβάλλει φορτσάτη στην πολιτισμένη συζήτηση που έχω με τον ταμία μικρού σουπερμάρκετ στο Κολωνάκι. Μας έχει λαθρακούσει να μιλάμε για τον κορονοϊό· ο ταμίας μου έλεγε ότι λόγω Airbnb μπαίνουν συνέχεια στο μαγαζί Ασιάτες, αλλά εκείνος δεν φοβάται, «αφού έχουν περάσει τον έλεγχο του αεροδρομίου».
Η κυρία με τον μπερέ συνεχίζει ακάθεκτη με έναν αέρα συνωμοσιολογικής επιστημοσύνης: «Δεν περνάει στους λευκούς και τους μαύρους. Μόνο στoυς κίτρινους, τους κακόμοιρους… Δεν έχετε προσέξει που για όσους προσβάλλονται από τον ιό λένε π.χ. “γερμανοί υπήκοοι” και όχι “Γερμανοί”; Γιατί ασθενούν μόνο οι κίτρινοι. «Εσείς πώς τα γνωρίζετε όλα αυτά;» τολμώ να ρωτήσω. «Από πολλές πλευρές. Εχουμε βέβαια και ένα φίλο που έχει έναν φίλο που γνωρίζει τον Πούτιν» μου απαντά θριαμβευτικά.
Καλώς ορίσατε στο σουρεάλ σύμπαν του κορονοϊού. Τα σχόλια στο αθηναϊκό σουπερμάρκετ δεν διαφέρουν, μαθαίνω –σε σοβαρότητα τουλάχιστον–, από πολλά από αυτά που ανταλλάσσονται στο WeChat, τη βασική κινεζική πλατφόρμα social messaging. Λογικό. Κάθε επιδημία αντακλά την κοινωνία και την εποχή μέσα στην οποία επωάζεται. Και ο 2019-nCoV είναι καθόλα μοντέρνος.
Ως εκ τούτου είναι και ταχύτατος. Οσο βέβαια ιλιγγιώδης και αν είναι η διασπορά του ίδιου του ιού (309 κρούσματα στις 21/1, 1.298 στις 25/1, 5.970 στις 29/1, 14.347 στις 2/2 , 28.053 στις 6/2) δεν μπορεί επ’ ουδενί λόγω να συγκριθεί με το εύρος της διασποράς του φόβου, της παραπληροφόρησης και της απύθμενης βλακείας που τον συνοδεύει στον πλανήτη των social media. Δεν μπορεί παρά να αναρωτηθεί κανείς τι θα συνέβαινε αν, π.χ., στη Σπιναλόγκα οι τρόφιμοι μπορούσαν να γυρίζουν βίντεο με ανατριχιαστικές λεπτομέρειες της εξορίας τους, όπως το κανονικό ριάλιτι που μεταδίδουν online από σανατόριο της Σιβηρίας 140 «εξόριστοι» Ρώσοι ή τα φοβισμένα βίντεο των έγκλειστων στο κρουαζιερόπλοιο «Diamond Princess» στη Γιοκοχάμα της Ιαπωνίας.
Ενδεικτική και η κατάχρηση που έγινε στο #coronavirus στο Instagram από influencers που έσπευσαν να εξαργυρώσουν τον popular ιό, ποστάροντας εντελώς άσχετες φωτογραφίες (τις 428.271 φτάνουν οι δημοσιεύσεις τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές). Οσο για τον απεχθή αμερικανό YouTuber Λόγκαν Πολ (ο ίδιος που είχε τραβήξει προ ετών βίντεο με τη σορό αυτόχειρα σε δάσος της Ιαπωνίας) αυτή τη φορά ποζάρει περιτριγυρισμένος από μοντέλα (όλοι τους με αντιασφυξιογόνες μάσκες) και το αναπόφευκτο, μπανάλ σύνθημα: «Fuck the coronavirus».
Ως αναπόσπαστο κομμάτι της συμπτωματολογίας κάθε επιδημίας, η ξενοφοβία (κραυγαλέα ή υπόκωφη) δεν θα μπορούσε φυσικά να απουσιάζει: ο αθηναίος οδηγός ταξί που μου είπε πως έκανε ότι δεν είδε «έναν Ασιάτη με βαλίτσα», το μπαρ στη Ρώμη που απαγόρευσε την είσοδο σε Κινέζους, το μπούλινγκ σε μικρούς καναδοκινέζους στο Οντάριο από φίλους τους στο σχολείο που ήθελαν να παίξουν το παιχνίδι «σου κάνω τεστ για τον κορονοϊό», η (αποσυρθείσα τελικώς) ανάρτηση στο επίσημο site του Πανεπιστημίου Μπέρκλεϊ της Καλιφόρνιας ότι σε τέτοιες περιπτώσεις η ξενοφοβία είναι μια «φυσιολογική αντίδραση» κ.τ.λ. Δεν θα απουσιάσει βέβαια ούτε το παλιρροϊκό κύμα απάντησης στη σινοφοβία: το #JeNeSuisPasUnVirus των Γαλλοασιατών, η ομάδα κινεζικής καταγωγής Καταλανών Catàrsia που βγήκε προ ημερών στους δρόμους της Βαρκελώνης κ.ο.κ.
«Παρότι ότι είμαι ένας άνθρωπος αρκετά “ανοιχτός” και ταξιδεύω σε όλο τον κόσμο, δεν μπόρεσα να αποφύγω τον ρατσισμό» μου εξομολογείται 60χρονος έλληνας επιχειρηματίας, καθώς μου περιγράφει την περιπέτειά του προ ημερών στη Σιγκαπούρη: «Πήγα για δουλειά στα μέσα Ιανουαρίου. Είχαν ήδη αρχίσει να κυκλοφορούν τα νέα περί κορονοϊού, αλλά στον αποστειρωμένο και οργανωμένο σύμπαν της Σιγκαπούρης δεν ένιωθα φόβο. Μόνο όταν πήγα στο φαρμακείο να αγοράσω κι εγώ μάσκα, ανακάλυψα ότι δεν υπήρχε ούτε μία για δείγμα. Είχαν μόνο αυτές τις χοντρές που χρησιμοποιούν οι ελαιοχρωματιστές, τις οποίες μάλιστα πωλούσαν σε πακέτα των 50, προς 100 ευρώ το ένα. Συνέχισα τις επαγγελματικές επαφές μου κανονικά, απλώς πρόσεχα λίγο, απέφευγα τον συνωστισμό, έπλενα συχνά τα χέρια μου».
Η δεκαήμερη παραμονή του θα συνεχιστεί χωρίς προβλήματα. Την προτελευταία μέρα, όμως, που είναι η παραμονή της Κινέζικης Πρωτοχρονιάς, αποφασίζει να πάρει το καράβι για μια μικρή ολιγόωρη εκδρομή στην Ινδονησία. «Συνειδητοποιώ ότι μέσα στο καράβι δεν υπάρχει ούτε ένας τουρίστας. Είμαι εγώ και χιλιάδες ινδοί εργάτες, φτωχοδιάβολοι σε μεγάλα μπουλούκια. Βρίσκω μια θέση κάπως απομονωμένη στο καράβι. Οταν φτάνουμε όμως απέναντι, ανακαλύπτω με τρόμο ότι πρέπει να περιμένω για τον έλεγχο των διαβατηρίων μια ολόκληρη ώρα σε μια ουρά χιλιομέτρων με φοβερό στριμωξίδι».
Την επόμενη μέρα αναχωρεί αισίως για Ελλάδα με ένα stop over στο Βερολίνο. «Εκεί όμως που περιμένω στο αεροδρόμιο, νιώθω ξαφνικά μια φοβερή ανακατωσούρα. Με πιάνει τρόμος, καθώς σκέφτομαι το στριμωξίδι της προηγούμενης μέρας. Πηγαίνω και αγοράζω θερμόμετρο. Εχω πυρετό. Το στομάχι μου με διαλύει. Θυμίζω στον εαυτό μου ότι αυτό το τελευταίο δεν είναι σύμπτωμα του κορονοϊού. Ομως έχουν βάλει πλέον θερμικές κάμερες στα αεροδρόμια και φοβάμαι μη με χώσουν σε καραντίνα, είτε οι Γερμανοί είτε οι Ελληνες. Κλείνομαι από μόνος μου σε δωμάτιο στο ξενοδοχείο του αεροδρομίου. Ευτυχώς, τα συμπτώματα εξαφανίζονται σε ένα 24ωρο».
Τις επόμενες μέρες ο κορονοϊός θα κάνει την εμφάνισή του και στη Σιγκαπούρη. «Υπάρχει ήδη ένα κρούσμα, μέχρι τώρα τουλάχιστον. Δεν ήμουν βεβαίως εγώ, ούτε οι κακόμοιροι οι Ινδοί!» καταλήγει ο εγχώριος μπίζνεσμαν. «Αποδείχτηκε όμως περίτρανα πως όταν βρέθηκα σε συνθήκες συνωστισμού, δίπλα σε άτομα άλλης “φυλής”, φτωχά και ίσως υπόπτου καθαριότητας, με τις ειδήσεις μιας πανδημίας να με βομβαρδίζουν από παντού, δεν μου πήρε πολύ να γίνω ξενοφοβικός».
Σημειωτέον ότι ο 2019-nCoV και η περί αυτόν κουλτούρα επωάζεται σε έναν πλανήτη όπου ο αριθμός των ανθρώπων που χρησιμοποιούν το αεροπλάνο έχει αυξηθεί ραγδαία (1,6 δισ. το 2003 που έσκασε ο Sars, 4,2 δισ. το 2018!). Προ ημερών διάβαζα στο Facebook το post μαινόμενης φίλης, η οποία είχε την ατυχία να συνταξιδέψει, υπό την ανοχή της αεροπορικής εταιρείας, με κάργα γριπιασμένο επώνυμο επιμελητή τέχνης. Επισύροντας την μήνιν ολάκερου αεροσκάφους, ο τύπος έβηχε επιδεικτικά, χωρίς να βάζει μπροστά ούτε το χέρι του (περί μάσκας, φυσικά, ούτε λόγος).
«Μιλώ για έναν διάχυτο φόβο για όλα: για την υγεία, για τους τζιχαντιστές, για το κακό που ελλοχεύει παντού. Εχουμε φτάσει στο σημείο να βλέπουμε σήμερα παιδιά του γυμνασίου που φοβούνται να βγουν από το μπάνιο»
Η κουλτούρα του 2019-nCoV βρίσκει κατά τα φαινόμενα πρόσφορο το έδαφος και στην Ελλάδα του 2020. «Δεν είναι μόνο ο φόβος για τον κορονοϊό» μου εξηγεί παιδίατρος με πολλά χρόνια εμπειρίας σε δημόσιο νοσοκομείο. «Μου τηλεφώνησαν ασφαλώς αυτές τις μέρες μαμάδες και με ρώτησαν: “Γιατρέ μου, ακούω αυτά και αυτά, να φοβηθώ;”. Δεν είναι, όμως, ο κορονοϊός το πρόβλημα. Αυτό που βλέπω να αυξάνεται με γεωμετρική πρόοδο τα τελευταία πέντε χρόνια είναι ο φόβος στον οποίο εκθέτουν οι γονείς τα παιδιά».
Αρρωστοφοβία; «Oχι, δεν μιλώ για αρρωστοφοβία», συνεχίζει. «Μιλώ για έναν διάχυτο φόβο για όλα: για την υγεία, για τους τζιχαντιστές, για το κακό που ελλοχεύει παντού. Εχουμε φτάσει στο σημείο να βλέπουμε σήμερα παιδιά του γυμνασίου που φοβούνται να βγουν από το μπάνιο του σπιτιού τους, που περπατούν όπως ο μικροβιοφοβικός Τζακ Νίκολσον στο “Καλύτερα δεν γίνεται”! Πώς να εισπράξουν τα παιδιά ασφάλεια όταν μεγαλώνουν με φοβισμένους γονείς, όταν λαμβάνουν σε μόνιμη βάση άχρηστες “φοβιστικές” πληροφορίες;»
Υποθέτω ότι εκείνοι που δουλεύουν αυτές τις μέρες πυρετωδώς –εκτός από την επιστημονική κοινότητα και τους influencers– είναι τα λαγωνικά του Netflix, του HBO και του Disney Plus. Ιστορίες τρόμου με instant noodles (τι άλλο να φας παγιδευμένος σε μια πόλη φάντασμα στην Κίνα;) και εκούσιας αυτοαπομόνωσης (self-isolation) περισυλλέγονται νυχθημερόν για να ντύσουν μελλοντικά σενάρια. Ο 2019-nCoV από τη Γουχάν και η περί αυτόν κουλτούρα έχουν πολύ «ψωμί» να δώσουν ακόμα.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News