Υπάρχουν δύο τρόποι για να αντιμετωπίσεις ένα πρόβλημα. Ο πρώτος είναι να το λύσεις. Ο δεύτερος να το αφήσεις να σέρνεται και όπου φτάσει. Στην περίπτωση του «Μακεδονικού» ή «Σκοπιανού» η Ελλάδα (πολιτική ηγεσία, ομάδες επιρροής και λαός) έχουν επιλέξει το δεύτερο.
Σύντομη ιστορική αναδρομή. Εδώ και 25 χρόνια η υπόθεση σέρνεται. Για να μην πούμε ότι αυτό συμβαίνει εδώ και 77 χρόνια, δηλαδή από τότε που ο Τίτο (1945) ενέταξε στην ομόσπονδη Γιουγκοσλαβία και την «Μακεδονία». Οι Αμερικανοί μάς είπαν τότε ότι το έκανε επειδή είχε βλέψεις στην ελληνική Μακεδονία. Η Ελλάδα δεν έκανε τίποτα. Ισως επειδή πάλι οι Αμερικανοί απέτρεπαν οποιαδήποτε αντίδραση, επειδή δεν ήθελαν να ενοχλήσουν τον Τίτο, τον οποίο προτιμούσαν στο ρόλο του «αντάρτη» στο υπό την Σοβιετική Ενωση κομμουνιστικό στρατόπεδο.
Η πορεία των πραγμάτων έδειξε ότι η ύπαρξη αυτού του ομόσπονδου κράτους, μέσα στην ενιαία Γιουγκοσλαβία, δεν αποτελούσε απειλή για την Ελλάδα. Ιδιαίτερα μετά την Μεταπολίτευση, η Ελλάδα είχε άριστες σχέσεις με την Γιουγκοσλαβία του Τίτο και ιδιαίτερα ο Κωνσταντίνος Καραμανλής και ο Ανδρέας Παπανδρέου. Ουδέποτε, όμως, σκέφθηκαν να του ζητήσουν να αλλάξει το όνομα του νοτιότερου τμήματος της χώρας του. Εδώ που τα λέμε, ποιος θα μπορούσε να προβλέψει πρώτα τη διάλυση του ανατολικού μπλοκ και μετά της Γιουγκοσλαβίας;
Ο Τίτο πέθανε, η Γιουγκοσλαβία διαλύθηκε και για την Ελλάδα ξεφύτρωσε το 1992 το φασούλι του Μακεδονικού. Τότε, κατά πολλούς, χάθηκε η ευκαιρία να λυθεί το πρόβλημα μια και καλή. Δεν υπάρχει βεβαιότητα επ’ αυτού, μια που και στην άλλη πλευρά επικρατούσε φανατισμός και οι εθνικιστές είχαν το πάνω χέρι. Βέβαιο είναι , πάντως, ότι και στην Ελλάδα επικράτησαν οι εξαλλοσύνες, με αφετηρία μια εντελώς λανθασμένη δήλωση του Καραμανλή περί «μίας Μακεδονίας που είναι Ελληνική».
Τα χρόνια πέρασαν με το γνωστό συμβιβασμό (FYROM, στα ελληνικά ΠΓΔΜ) και με αποτέλεσμα σαφώς αρνητικό για την Ελλάδα. Η συντριπτική πλειονότητα των κρατών-μελών του ΟΗΕ (μεταξύ αυτών όλες οι μεγάλες δυνάμεις ΗΠΑ, Ρωσία, Κίνα) αναγνώρισε το γειτονικό κράτος με το συνταγματικό του όνομα «Δημοκρατία της Μακεδονίας». Μόνος σύμμαχός μας η Ευρωπαϊκή Ενωση, που τηρεί ακόμα τα διπλωματικά προσχήματα.
Τώρα φαίνεται ότι υπάρχουν κάποιες προϋποθέσεις ώστε να ξανανοίξει το θέμα και να βρεθεί κάποια συμβιβαστική λύση. Και παρατηρούμε τα εξής φαινόμενα:
– Τυχοδιώκτες τύπου Καμμένου σαμποτάρουν εξαρχής την προσπάθεια. Κάνει πως δεν καταλαβαίνει ότι το να ανακαλύπτεις προπολεμικά ονόματα για το γειτονικό κράτος είναι απάτη, όταν ταυτόχρονα εκθειάζεις την «πατριωτική στάση» της κυβέρνησης Καραμανλή το 2008, η οποία, όμως, αποδέχτηκε σύνθετη ονομασία με τη λέξη (βεβαίως όχι Βαρντάρσκα, αλλά) Μακεδονία. Και ο Τσίπρας κάνει ότι δεν καταλαβαίνει το μέγεθος της πρόσκλησης. Θα το καταλάβει όταν ο Καμμένος θα τορπιλίσει την όποια λύση, αν έρθει. Ισως είναι η πρώτη φορά που ο Καμμένος δεν θα κάνει κωλοτούμπα, διότι θα κινδυνεύσει με πολιτική εξαφάνιση.
– Νεο-μακεδονομάχοι οργανώνουν ξανά συλλαλητήρια με παπάδες, πρώην στρατηγούς και παντός είδους Βουκεφάλες. Τους οποίους, δυστυχώς, ενθαρρύνουν διάφοροι πολιτικοί μπας και χάσουν καμιά ψήφο. Ακόμα και ο –πρωταθλητής στην αδιαφορία και αφωνία, εδώ και δέκα χρόνια– Κώστας Καραμανλής δέχεται μακεδονικά σωματεία και το ανακοινώνει. Λες και δεν ξέρει ότι αυτοί δεν δέχονται ούτε τη δική του υποχώρηση του 2008.
– Διάφοροι (όψιμοι) φίλοι μας εμφανίζονται (σήμερα) να είναι στο πλευρό μας, ενώ ήταν οι πρώτοι που έσπευσαν να αναγνωρίσουν το γειτονικό κράτος με το συνταγματικό του όνομα. Η δήλωση του υπουργού Εξωτερικών της Ρωσίας Σεργκέι Λαβρόφ αποτελεί το άκρον άωτον του κυνισμού. Και, φυσικά, υπάρχουν οι εγχώριοι φίλοι του Πούτιν, οι οποίοι ενθουσιάζονται με κάτι τέτοια (εδώ).
Πού καταλήγουμε; Ετσι όπως είναι σήμερα τα πράγματα, το πιθανότερο είναι να μη γίνει τίποτα. Ακόμα κι αν υποθέσουμε ότι η απέναντι πλευρά κάνει πολλές υποχωρήσεις, οι εδώ αντιδράσεις δεν θα επιτρέψουν να ληφθεί θετική απόφαση.
Πρώτον, διότι ο Καμμένος σέρνει τον Τσίπρα από τη μύτη. Και, δεύτερον, διότι η αντιπολίτευση «τζογάρει» με το θέμα αυτό, αφού έχει ως πρώτο στόχο να φθείρει την κυβέρνηση και όχι να βρεθεί λύση. Αυτό ισχύει κατ’ εξοχήν για τη ΝΔ. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, δέσμιος από τη μία των «μακεδονομάχων» του κόμματός του και από την άλλη στοχεύοντας να πλήξει τον Τσίπρα μέσω Καμμένου, ολοένα και απομακρύνεται από τις ρεαλιστικές θέσεις ακόμα και του πατέρα του. Όμως, αν υιοθετήσει την καραμανλική τακτική του «άστο γι’ αργότερα», θα το βρει ο ίδιος μπροστά του αύριο και τότε θα είναι χειρότερα.
Ετσι, παρά την καλή συγκυρία, φαίνεται ότι και αυτή τη φορά ο τυχοδιωκτισμός θα νικήσει και λύση δεν θα βρεθεί. Ποιο κέρδος θα έχει η Ελλάδα, αν η γειτονική χώρα αναγνωριστεί ως «Μακεδονία» και από όσους δεν την έχουν αναγνωρίσει ακόμα; Τι θα κερδίσουμε αν το ασταθές γειτονικό κράτος μείνει εκτός ΝΑΤΟ, οδηγηθεί σε διάλυση και αρχίσουν να το διεκδικούν γειτονικές χώρες;
Αν όλα αυτά διαψευστούν και βρεθεί λύση, θα είναι μια ευχάριστη έκπληξη.
ΥΓ: Εν τω μεταξύ, οι διάφοροι εγχώριοι πατριώτες (νότιοι και βόρειοι, εκατοντάδες χιλιάδες κάθε χρόνο) θα συνεχίσουν να εκδράμουν στα καζίνα των Σκοπίων για να πνίγουν τον «μακεδονικό» πόνο τους…
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News