Aργος: 20χρονη καταγγέλλει ότι έπεσε θύμα βιασμού στη λαϊκή.
Δάφνη: 52χρονος δράστης μετέδωσε live τον βιασμό νεαρής φοιτήτριας.
Κόκκινος Μύλος: απόστρατος αξιωματικός βιάζει την ανάπηρη ανιψιά του.
Ρόδος: παππούς βίασε την 8χρονη εγγονή του.
Τίτλοι σκληροί που γρατζουνάνε. Η λίστα είναι τεράστια κι ανανεώνεται συχνά. Κι ακόμη μεγαλύτερη, η λίστα των περιστατικών που μένουνε για πάντα στη σιωπή. Όπως αυτό της Μαίρης.
Πρώτη φορά μιλήσαμε πριν λίγα καλοκαίρια. Εκείνη μου το ζήτησε. Δε γούσταρε άλλο τη σιωπή. Μου διηγήθηκε πώς έγινε, πώς βρέθηκε να την κακοποιούν, να τη βιάζουνε από τα τρυφερά οχτώ της και να πετάνε στα σκουπίδια αυτά που μέχρι τότε της ανήκαν: το σώμα της, το γέλιο της, το βλέμμα, το μυαλό. Μου διηγήθηκε αργά και σταθερά, χωρίς να κλαίει ή να θρηνεί, πώς τσαλακώνεται μια αξιοπρέπεια παιδική και πώς τσακίζεται στα δυο μια θηλυκή αυτοπεποίθηση.
Πλέον ήταν 35 αλλά δεν είχε καταφέρει να εργαστεί – την τρόμαζε ο κόσμος και αποσυντονιζόταν. Ούτε σε MMM έμπαινε, παντού και πάντα με τα πόδια. Ήταν με αγωγή βαριά. Ένα χάπι για το άγχος, ένα για τη θλίψη, ένα για τον πανικό και ένα για την πραγματικότητα που όφειλε ν’ αποδεχθεί. Με χάπια την κρατούσαν στη σιωπή ‒ μη μαρτυρήσει πουθενά το μυστικό και κακοχαρακτηριστεί. Έτσι μεγάλωσε. Σε μια μικρή κωμόπολη, καθρέφτισμα της κοινωνίας μας, που συγχωρεί πιο εύκολα τον θύτη από το θύμα. «Τα εν οίκω μη εν δήμω», «Τι θα πει ο κόσμος;», «Σώπα, θα εκτεθούμε!», «Σώπα…».
Αυτό έκανε κι εκείνη. Επέδειξε «ωριμότητα» και σώπασε. Την ίδια «ωριμότητα» που κρύβει κάτω απ’ το χαλί τερατωδίες από μπαμπάδες, πατριούς, θείους, ξαδέλφια ή εργοδότες. Η ίδια «ωριμότητα» που απλώνει τα πλοκάμια της στ’ απέραντα του κόσμου: αλλού κρυφά, πολιτισμένα, κι αλλού φανερά και απροκάλυπτα. Μια «ωριμότητα» που είναι συχνά χειρότερη απ’ το χειρότερο που θα μπορούσε να συμβεί κι αγγίζει θέματα κοινωνικά και ηθικά που δεν αντέχουμε ν’ ακούμε. Τα κουκουλώνουμε, τα χώνουμε στα μουλωχτά στο βάθος της ντουλάπας και προσποιούμαστε πως δεν τα είδαμε ποτέ. Ξεχνάμε γρήγορα, πιο γρήγορα κι από τις ενοχές που φτύνει κάθε νύχτα η σιωπή μας. Τις ενοχές που γαργαλάνε το μυαλό, το προκαλούν και δεν τ’ αφήνουν ήσυχο μέχρι ν’ ακούσουν την ερώτηση κλειδί: «Κι αν μίλαγα; Κι αν δε σιωπούσα;».
Όμως σιωπώ. Για τον απέναντι που χτύπησε προχθές την γκόμενά του και για την από πάνω μου που ουρλιάζει όλη μέρα στα παιδιά της. Σιωπώ και για τη φοβισμένη φίλη μου που ζει με άντρα αλκοολικό αλλά και για την πιτσιρίκα που γυρνά στη γειτονιά μονίμως δακρυσμένη. Σιωπώ για τον παππού που είδα τα μεσάνυχτα να ψάχνει στα σκουπίδια για φαΐ και για το κλάμα του 6χρονου που μου ραγίζει την καρδιά κάθε που το μαλώνουνε κι έπειτα το χτυπούνε.
Δεν θα μιλήσω. Θα είμαι «ώριμη» και δεν θα πω για τη σιωπή που τρώει τα σωθικά μου. Τα στερεότυπα είναι η βάση μας, τα δεκανίκια μας, οι ρίζες που ανθίζουνε και γίνονται μια «ωριμότητα» πράσινη και φουντωτή στο πίσω μέρος της αυλής μας. Το βράδυ την ποτίζουμε με δάκρυα ενοχής και το πρωί την παίρνουμε μαζί παντού! Μαζί δουλεύουμε, μαζί ψωνίζουμε, μαζί ψηφίζουμε, μαζί γυρνάμε το κεφάλι δεξιά όταν αριστερά μας βρίσκονται φωνές που έχουνε ανάγκη.
Απάθεια, αυτό είναι το δώρο της σε μας. Μας χαρίζει ασφάλεια κι απάθεια και μας ζητάει τη σιωπή μας. Δίκαιη ανταλλαγή. Δεν θα μιλήσω. Είναι πολύ αργά και δεν με νοιάζουνε τόσο πολύ οι άλλοι… Να ‘ναι μεγάλος ο Θεός, να ‘μαι καλά και ασφαλής, και να ‘χω πάντοτε στον κήπο μου μια φουντωμένη «ωριμότητα» να με ταΐζει.
Στο μεταξύ, προσεύχομαι να μη συμβεί σε μένα το χειρότερο διότι κανείς δεν θα μιλήσει. Ούτε καν εγώ. Διότι θα είναι πια αργά. Πολύ αργά.
*Η Αλεξάνδρα Κεντρωτή είναι ιδιωτική υπάλληλος.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News