Κυριακή 8 Φεβρουαρίου 1981. Μέρα φωτεινή, ηλιόλουστη, υπεράνω πάσης υποψίας. Ιδανική για γήπεδο, που τότε ήταν -ακόμη- μια υπέροχη ιεροτελεστία. Ολυμπιακοί και ΑΕΚτσήδες παρέα έχουν αρχίσει να γεμίζουν το «Καραϊσκάκη» από τις 12 το μεσημέρι. Το ντέρμπι, για την 20η αγωνιστική του πρωταθλήματος, είναι sold-out. Τα 35.450 εισιτήρια έχουν εξαντληθεί από τις αρχές της εβδομάδας. Αρκετά από αυτά πουλήθηκαν στη «μαύρη αγορά». Ο Ολυμπιακός, πρώτος στη βαθμολογία, παίζει με την (τρίτη) ΑΕΚ, η οποία απέχει μόλις δύο βαθμούς. Οι δυο μεγάλοι αντίπαλοι διεκδικούν τον τίτλο, μαζί με τον Αρη.
Το πρώτο ημίχρονο λήγει 1-0 υπέρ του Ολυμπιακού, με γκολ του Μάικ Γαλάκου (30′). Πέντε λεπτά μετά την έναρξη της επανάληψης αποβάλλεται με δεύτερη κίτρινη κάρτα ο νεαρός Στέλιος Μανωλάς, ο οποίος αγωνιζόταν ως αριστερός μπακ. Η ΑΕΚ μένει με δέκα παίκτες και, σύντομα, καταρρέει. Δέχεται άλλα πέντε γκολ σε διάστημα μισής ώρας: Γαλάκος (πάλι) στο 53′, Κουσουλάκης στο 68′, Ορφανός στο 74′, Βαμβακούλας στο 79′, Γαλάκος (χατ-τρικ) στο 84′. Ολα τα τέρματα του β’ ημιχρόνου επιτυγχάνονται μπροστά στην εξέδρα των φανατικών οπαδών του Ολυμπιακού, που βρίσκονται σε ντελίριο ενθουσιασμού.
Δεν αντέχουν να περιμένουν το τελευταίο σφύριγμα του διαιτητή Κοτούλα. Περίπου 7.000 άνθρωποι κατευθύνονται βιαστικά προς την έξοδο της Θύρας 7. Θέλουν να τρέξουν στη Θύρα 1, απ’ όπου θα βγουν οι παίκτες των δυο ομάδων, για να αποθεώσουν τους νικητές και να «πικάρουν» τους ηττημένους. Τα σκαλιά της σκοτεινής, κατηφορικής στοάς που οδηγεί στην έξοδο αποδεικνύονται παγίδα. Είναι σκεπασμένα με μαξιλαράκια από αφρολέξ (που οι θεατές πετούσαν στον αέρα λίγο πριν από τη λήξη κάθε αγώνα), τα οποία έχουν βραχεί από τα νερά που έτρεχαν από τις τουαλέτες.
Οι μπροστινοί γλιστρούν και πέφτουν, οι επόμενοι τους ποδοπατούν, οι πιο πίσω (που δεν έχουν οπτική επαφή) σπρώχνουν – κι αυτό το ντόμινο θανάτου δεν έχει διέξοδο. Η μεγάλη σιδερένια πόρτα (που έπρεπε να έχει ανοίξει με την έναρξη του β’ ημιχρόνου) ήταν μισόκλειστη και τα τουρνικέ δεν είχαν απομακρυνθεί. Οι κραυγές πόνου και αγωνίας χάνονται μέσα στις ιαχές των χιλιάδων που βρίσκονται, ακόμη, στις εξέδρες. Ηταν δυο λεπτά πριν από τις 17:00.
Ο περισσότερος κόσμος έφυγε από το γήπεδο χωρίς να έχει ιδέα για την τραγωδία που διαδραματιζόταν. Ακουγε σειρήνες περιπολικών και ασθενοφόρων, όμως ο νους του δεν πήγαινε στο κακό. «Θα παίρνουν τους λιπόθυμους ΑΕΚτσήδες…». Ο Νίκος Βαμβακούλας, ο Νίκος Αναστόπουλος, ο Μάικ Γαλάκος, είχαν, ήδη, φτάσει στα σπίτια τους, όταν έμαθαν το τραγικό μαντάτο από τον γενικό αρχηγό του Ολυμπιακού, Μιλτιάδη Μαρινάκη (πατέρα του σημερινού ιδιοκτήτη της ΠΑΕ). Κάποιοι το άκουσαν στο ραδιόφωνο, που έκανε έκκληση σε γιατρούς και αιμοδότες να προσέλθουν στο «Τζάνειο» και στο Γενικό Κρατικό Νικαίας. Κάποιοι άλλοι δεν είχαν ιδέα, μέχρι που άνοιξαν την τηλεόραση για να ξαναδούν τα γκολ του Ολυμπιακού στην «Αθλητική Κυριακή» κι έπεσαν πάνω στο Πένθιμο Εμβατήριο του Μπετόβεν.
Στα σκαλοπάτια της Θύρας 7 έχασαν τη ζωή τους 19 άνθρωποι, 14 έως 41 ετών. Ανάμεσά τους και μια 23χρονη κοπέλα. Ακόμη ένας φίλαθλος εξέπνευσε έπειτα από λίγες ώρες στο νοσοκομείο. Το 21ο θύμα, που βρισκόταν σε κώμα, υπέκυψε έξι μήνες αργότερα. Πρόκειται για τη μεγαλύτερη τραγωδία που γνώρισε, ποτέ, ο ελληνικός αθλητισμός. Για την οποία, κανείς δεν πλήρωσε. Κυριολεκτικώς και μεταφορικώς.
Οταν τέθηκε ζήτημα αποζημίωσης, από τους συγγενείς των αδικοχαμένων 21 παιδιών που κατέθεσαν σχετική αγωγή, ο (τότε) γενικός γραμματέας Αθλητισμού, Κίμων Κουλούρης, κάλεσε στο γραφείο του την Επιτροπή Ολυμπιακών Αγώνων (στην οποία ανήκε το στάδιο) και την ΠΑΕ Ολυμπιακός για να βρεθεί μια εξωδικαστική λύση. «Τα ταμεία μας είναι άδεια», ισχυρίστηκε ο πρόεδρος της ομάδας, Σταύρος Νταϊφάς. Της ΕΟΑ, πάντα ήταν (άδεια). Θυμάστε ποιος πλήρωσε τους συγγενείς; Ο απλός φίλαθλος. Με μια αύξηση 30 δραχμών στις τιμές των εισιτηρίων της Α’ Εθνικής συγκεντρώθηκαν περίπου 120 εκατομμύρια δραχμές, και κάθε οικογένεια εισέπραξε -σε δόσεις- κάτι λιγότερο από έξι εκατ. δραχμές.
Τον Οκτώβριο του 1982, είκοσι μήνες μετά την τραγωδία, ο εισαγγελέας Πειραιά παρέπεμψε σε δίκη όσους έκρινε ως υπεύθυνους για τη θανάσιμη αμέλεια: την Επιτροπή Ολυμπιακών Αγώνων, τη Γενική Γραμματεία Αθλητισμού, μερικούς αξιωματικούς της ΕΛ.ΑΣ. και πέντε υπαλλήλους της ΕΟΑ που εργάζονταν στο γήπεδο ως φύλακες. Κάπου ανάμεσα στους 100 μάρτυρες, οι ευθύνες χάθηκαν. Καταδικάστηκαν μόνον οι φύλακες, σε οκταετή κάθειρξη. Αλλά αθωώθηκαν όλοι στο Εφετείο, τον Φεβρουάριο του 1986.
Οπως είχε ακουστεί, τότε, στο δικαστήριο, δεν ήταν η πρώτη φορά που άνθρωποι κινδύνευσαν να σκοτωθούν στα μοιραία σκαλοπάτια. Στις 14 Φεβρουαρίου 1974, 34 οπαδοί του Ολυμπιακού είχαν ποδοπατηθεί και είχαν νοσηλευθεί με πολλαπλά τραύματα. Ενα χρόνο πριν από το δυστύχημα του 1981, δέκα οπαδοί είχαν τραυματιστεί με τον ίδιο ακριβώς τρόπο έπειτα από ένα ντέρμπι Ολυμπιακού – ΠΑΟΚ. Κανένας δεν εξέλαβε αυτά τα περιστατικά ως προειδοποίηση για την τραγωδία που ακολούθησε.
Σήμερα, το σκουριασμένο τουρνικέ βρίσκεται έξω από το -υπερσύγχρονο, πλέον- «Γεώργιος Καραϊσκάκης» για να μας θυμίζει ότι ζούμε στη χώρα όπου δεν φταίει κανείς, ποτέ, για τίποτα.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News