Την «υπογραφή» ενός αντισώματος που μπορεί να βοηθήσει στον εντοπισμό ασθενών που κινδυνεύουν περισσότερο να αναπτύξουν μακρά Covid, ανακάλυψαν ειδικοί από το Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο της Ζυρίχης.
Η μακρά Covid είναι μία κατάσταση κατά την οποία μετά το πέρας της νόσησης από τον κορονοϊό, ο ασθενής βιώνει συμπτώματα για αρκετούς μήνες ακόμα.
Οι ειδικοί, σύμφωνα με τον Guardian, για να λύσουν τον γρίφο γιατί κάποιοι άνθρωποι αναρρώνουν στις δύο εβδομάδες και σε κάποιους τα συμπτώματα επιμένουν για μήνες, έκαναν αναλύσεις στο αίμα ασθενών με λοίμωξη Covid-19 και διαπίστωσαν ότι τα χαμηλά επίπεδα ορισμένων αντισωμάτων, ήταν πιο συχνά σε εκείνους που εμφάνισαν μακροχρόνια Covid, παρά σε ασθενείς που ανέρρωσαν το αργότερο μέσα σε 15 ημέρες.
Μάλιστα, όταν οι ειδικοί συνυπολόγισαν την ηλικία του ασθενούς, λεπτομέρειες των συμπτωμάτων που είχε εκδηλώσει και συγκεκριμένα χρόνια προβλήματα υγείας, η υπογραφή του αντισώματος τους επέτρεψε να προβλέψουν εάν οι ασθενείς είχαν μέτριο, υψηλό ή πολύ υψηλό κίνδυνο να αναπτύξουν μακρά Covid.
«Πιστεύουμε ότι από τα μέχρι τώρα ευρήματα που έχουμε συγκεντρώσει από τη μελέτη μας και η ταυτοποίηση της υπογραφής μιας ανοσοσφαιρίνης, θα βοηθήσουν στην έγκαιρη αναγνώριση ασθενών που διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο να αναπτύξουν μακροχρόνια Covid, κάτι που με τη σειρά του θα διευκολύνει την έρευνα, την κατανόηση και τελικά θα βοηθήσει να δημιουργηθούν πιο στοχευμένες θεραπείες», δήλωσε ο Ονούρ Μποϊμάν, καθηγητής ανοσολογίας και υπεύθυνος της έρευνας.
Στο πλαίσιο της έρευνας, η ομάδα των ειδικών μελέτησε 175 άτομα που βρέθηκαν θετικά στην Covid και 40 υγιείς εθελοντές, οι οποίοι χρησιμοποιήθηκαν ως ομάδα ελέγχου.
Για να δουν πώς τα συμπτώματά τους μεταβάλλονταν με την πάροδο του χρόνου, οι γιατροί παρακολούθησαν τους ασθενείς με Covid για έως και ένα χρόνο μετά από την μόλυνσή τους με τον κορονοϊό.
Οι εξετάσεις αίματος στους συμμετέχοντες έδειξαν ότι όσοι ανέπτυξαν μακροχρόνια Covid, έτειναν να έχουν χαμηλά επίπεδα των αντισωμάτων της ανοσοσφαιρίνης Μ (IgM) και της ανοσοσφαιρίνης G3 (IgG3).
Οταν κάποιος νοσήσει από κορονοϊό, τότε τα επίπεδα της IgM αυξάνονται γρήγορα, ενώ τα αντισώματα της IgG3 αυξάνονται σε δεύτερη φάση και ο ρόλος τους είναι να παρέχουν μακροπρόθεσμη προστασία.
Οι επιστήμονες συνυπολόγισαν την υπογραφή του αντισώματος της IgG3 με την ηλικία του ασθενούς, το ιστορικό άσθματος και άλλες λεπτομέρειες από τα συμπτώματα που είχε εκδηλώσει, και δημιούργησαν μια βαθμολογία με τον κίνδυνο που έχει κάποιος για να εκδηλώσει μακρά Covid.
Στην πραγματικότητα αυτή η συγκριτική ανάλυση των επιπέδων των αντισωμάτων και των άλλων κλινικών παραμέτρων, αποκάλυψε μια υπογραφή, δηλαδή μια ομάδα δεικτών, που βασίζεται συνδυαστικά στα χαμηλότερα επίπεδα ολικής ανοσοφαιρίνης Μ και ανοσοσφαιρίνης G3. Αυτή η αντισωματική υπογραφή, μπορεί να χρησιμοποιηθεί για γίνει πρόβλεψη του κινδύνου μακράς Covid.
Τα δεδομένα επιβεβαίωσε η παρακολούθηση ακόμη 395 ασθενών με κορονοϊό, που μελέτησαν οι ειδικοί μετά το πέρας της μελέτης που δημοσιεύτηκε.
Ωστόσο, οι ερευνητές ανέφεραν ότι χρειάζεται περαιτέρω έρευνα για να επιβεβαιωθεί ότι η μέθοδος τους μπορεί πράγματι να αξιοποιηθεί κλινικά.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News