Αν υπάρχουν μερικές στιγμές από το παρελθόν της δικής μου γενιάς, που θα ήθελα με ικανότητα νεράιδας να σου τις χαρίσω και σένα, τότε θα ήθελα να έχεις ζήσει τους θριάμβους που μας χάριζε ο Πύρρος Δήμας. Eλληνας Βορειοηπειρώτης Ολυμπιονίκης, αθλητής της άρσης βαρών. Ο πλέον επιτυχημένος αθλητής στην ιστορία του ελληνικού αθλητισμού. Τρεις φορές χρυσός (Βαρκελώνη 1992, Ατλάντα 1996, Σίδνεϊ 2000) και μια φορά χάλκινος ολυμπιονίκης στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας το 2004. Να είχες ρουφήξει την ανάταση, το ρίγος, τη συγκίνηση!
Είχε έναν πολύ χαρακτηριστικό τρόπο ο Πύρρος. Σήκωνε τα βάρη και πριν τα κατεβάσει, χαμογελούσε στρέφοντας το κεφάλι δεξιά-αριστερά με μια χαριτωμένη παιδικότητα, λες και σήκωνε πούπουλο. Είχε και μια σπάνια σεμνότητα, ταπεινότητα. Πότε; Τα χρόνια που έβρεχε χρήμα ο ουρανός! (Αυτά που στις ημέρες μας προέκυψαν χρέη). Τα χρόνια που ξιπαζότανε όλη η χώρα! Μασκαράτα σου λέω κανονική. Μόνο ως «super», τα περιγράφαμε όλα. Τι τζιπ και τι τζακούζι!
Ωστόσο ο Πύρρος, το άλλο άκρο. Κι ας δικαιούνταν, ρε αδελφέ, να «χάσει» και λίγο βήμα. Μόνο το άθλημά του και τη γυναίκα του. Την Αναστασία του. Ιερή δυάδα. Ούτε φωτογραφίες, ούτε συνεντεύξεις, ούτε πόζες. Και πέρασαν τα χρόνια. Μεγάλωσε η φαμίλια τους. Τέσσερα παιδιά. Πέρασε και από βουλευτής Επικρατείας με το ΠΑΣΟΚ. Ελαβε τα προνόμια που του χάρισε η χώρα μας, ανταποδίδοντάς του τις τιμές που μας χάρισε πρώτα εκείνος αλλά, εν τέλει, τα παράτησε όλα αυτά και αποδέχτηκε μια πρόταση σημαντική, που ήρθε από την Αμερική… Συμβαίνει αυτό με τους άξιους!… Ανέλαβε τεχνικός διευθυντής της Αμερικάνικης Ομοσπονδίας της Αρσης Βαρών. Ούτε στα όνειρά του! Και βέβαια, όπως το συνηθίζουμε, βγάλαμε πύον για την προκοπή του.
Τότε, θυμωμένη έγραψα ένα κείμενο. Το διάβασε και συγκινημένος επικοινώνησε μαζί μου. Σ’ εκείνη τη συνομιλία μού αποκάλυψε το τραγικό, ότι η Αναστασία του πάλευε έναν καρκίνο. Φαντάσου με τι θηρίο λογαριαζόταν ενώ αργόσχολοι-χαραμοφάηδες τον είχαν βάλει στόχο, γιατί είχε ταχθεί με το ΝΑΙ, στα χρόνια των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ. Βεβαίως σεβάστηκα και δεν μετέφερα το οικογενειακό του δράμα. Αρκετό καιρό μετά, είδα μια φωτογραφία τους που βγήκε στον Τύπο. Κοίτα πώς έρχονταν τα πράγματα! Πάλευα και ‘γω έναν καρκίνο και αναγνώρισα επάνω σ’ εκείνη τη γυναίκα, όλη την ψυχική δύναμη που χρειάζεται για να βαφτείς, να ομορφύνεις, να αντέχεις μια περούκα… Για εκείνον, για τα παιδιά τους… Τι γλυκά του χαμογελούσε, τι τρυφερά της χαμογελούσε. Με τσάκισαν τα σφιχτοδεμένα χέρια τους… Τι τεράστιο γαμώτο! «Αρσιβαρίστας» κι εκείνη. Οικογενειο-νίκης! Η Αναστασία δυστυχώς έχασε τη μάχη, πέθανε, έφυγε, πέταξε… Οπως και να το πεις, πονάει το ίδιο. Του έστειλα δυο λέξεις. Κάποτε βγήκαμε. Γνώρισα και τη μία του κόρη. Τι πλάσμα! Τι σχέση! Πατέρας κόρη… Και την επόμενη…. Δυο μας πια, μια κουβέντα. Μια μέρα πριν φύγει ξανά για Αμερική. Μερικοί Ελληνες… Ωραίοι Ελληνες! Να, όπως ο Πύρρος Δήμας. Ετούτη τη συζήτηση, ναι, θα σας τη μεταφέρω. Είναι για το καλό μας.
Λένε ότι πατρίδα μας είναι τα παιδικά μας χρόνια. Αυτό το καλοκαίρι μου είπες ότι πέρασες πολλές ημέρες στη Χειμάρα. Όταν γυρίζουμε πίσω και κοιτάμε με τη ματιά του ενήλικα, μας μπερδεύουν τα μεγέθη. Ολα στο μυαλό μας, τα είχαμε πιο μεγάλα. Σου συμβαίνει και σένα αυτό; Μίλα μου για τις μέρες σου στη Χειμάρα και τα συναισθήματά σου.
«Με μένα συμβαίνει το εντελώς αντίθετο από αυτό που μου λες. Γιατί στο δικό μου μυαλό αυτά που θυμάμαι από τη Χειμάρα είναι πολύ πιο μικρά από αυτά που βλέπω σήμερα. Σήμερα στη Χειμάρα βλέπεις κόσμο, τουρίστες, καλά εστιατόρια, μαγαζιά με τιμές Ελλάδας. Τότε το μόνο που μπορούσες να δεις από αυτόν τον κόσμο ήταν τα φώτα της Κέρκυρας, απέναντι. Και φανταζόσουν ότι κάτω από αυτά τα φώτα είναι εκείνη η μεγάλη, η σπουδαία ζωή που βλέπαμε σε καμιά τηλεόραση, όταν έπιανε ελληνικά κανάλια. Αυτό που θυμάμαι μεγάλο από τη Χειμάρα, είναι το πόσο μικροί αισθανόμασταν. Και αυτό που καταλαβαίνω όταν πηγαίνω στη Χειμάρα και γενικά στην Αλβανία, είναι ότι ο κόσμος αλλάζει πιο γρήγορα από όσο μπορούμε να φανταστούμε. Παλιά νομίζω δεν ήταν έτσι. Οι παππούδες μου στον ίδιο κόσμο έζησαν, δεν είδαν κάτι διαφορετικό σε μία ζωή. Τώρα μέσα σε δυο Σαββατοκύριακα μπορείς να δεις πράγματα που οι παλιοί δεν τα έβλεπαν μέσα σε δύο ζωές.
Τι ενώνει και τι χωρίζει τον μικρό Πυρράκο, του τότε, με τον Πύρρο Δήμα του τώρα;
«Μια ολόκληρη ζωή. Ενα μεγάλο παραμύθι. Το ένα άκρο είναι εκεί και το άλλο όπου βρίσκομαι εγώ».
Τι διατηρείς, τι άλλαξε;
«Ο χαρακτήρας ενός ανθρώπου δεν αλλάζει. Όμως ο ίδιος ο άνθρωπος πρέπει να προσαρμόζεται συνέχεια. Εντάξει, κρατάς τις αρχές και τις αξίες που έμαθες μικρός, αλλά εκεί πάνω βάζεις συνέχεια διαφορετικά πράγματα. Αν συναντήσω αύριο τον εαυτό μου όπως ήταν πριν από είκοσι ή τριάντα χρόνια, μπορεί να μην είχαμε να πούμε και πολλά. Ίσως ο ένας να μην άντεχε τον άλλον. Εκείνος δεν θα πίστευε πως έγινα και εγώ δεν θα πίστευα πως ήμουνα…»
Σε τι έγινες σοφότερος;
«Ε, σε πολλά πράγματα, στα πάντα θα έλεγα. Αυτό που έμαθα πιο καλά είναι να μην εκπλήσσει τίποτα στη ζωή».
Και αλήθεια πώς σε φώναζαν χαϊδευτικά όταν ήσουν μικρός;
«Λιοντάρι. Τους θύμιζα λιοντάρι…»
Από ποια χείλη θα ήθελες να ξανακούσεις το χαϊδευτικό σου;
«Από τον πατέρα μου…»
Η ζωή σου χαρακτηρίζεται από άκρα. Θριαμβευτικές -τυφλωτικές χαρές και τραγικο-δραματικές λύπες. Ακρα ακρότατα! Ολυμπιονίκης πόσες φορές αλλά και ο θάνατος της Αναστασίας. Στα δύο! Πώς αντέχεις και είσαι αρτιμελής;
«Μα, τα ζεις όλα αυτά επειδή καταφέρνεις και παραμένεις αρτιμελής ή επειδή μπορείς και επουλώνεις τα τραύματά σου. Και στο τέλος, όταν η ζωή σου προσφέρεται με όλες τις εντάσεις και τα συναισθήματα που έχει, ακόμα και όταν πονάς, αισθάνεσαι τυχερός. Μάλλον, όχι τυχερός αλλά γεμάτος. Και το να αισθάνεσαι γεμάτος είναι τύχη».
Πόσα χρόνια πάλευε η Αναστασία;
«Η Αναστασία το πάλεψε τρία χρόνια και πέντε μήνες. Ξεπέρασε κατά μερικούς μήνες την αρχική πρόγνωση των γιατρών».
Θυμάσαι την αρχή; Πότε έμαθες – μάθατε τα δυσάρεστα νέα;
«Το μάθαμε στις 3 Ιανουαρίου 2015. Ογκος στον εγκέφαλο. Για φαντάσου, στο πιο ωραίο μυαλό που υπήρχε στη ζωή μου. Γυρίσαμε από το νοσοκομείο στο σπίτι. “Θα πεθάνω” μου λέει. “Τότε θα πεθάνω και εγώ” της είπα. Δεν υπερβάλλω όταν σου λέω ότι οι δυο μας ζήσαμε τόσα πολλά και απίστευτα μαζί που ήδη είχαμε χορτάσει ζωή. Από την άλλη, πώς να χορτάσεις τον Νικόλα, που είναι τώρα εννέα, πες μου. Γίνεται να μη θες να απολαύσεις την Ελένη, τη Μαρία, και τον Βίκτορα που τώρα χτίζουν τις ζωές τους; Αποφασίσαμε να το παλέψουμε, να το πάμε όσο πιο μακριά γίνεται. Για εκείνη, για μας τους δύο και φυσικά για τα παιδιά».
«Είναι αυτός που ξενυχτάει δίπλα στο μαξιλάρι, είναι και το παιδί με την αγωνία στα μάτια. Και εμείς στο σπίτι είχαμε φτιάξει μία δεξαμενή θάρρους που ο ένας έδινε στον άλλον. Οποιος λύγιζε, έπαιρνε κουράγιο από εκεί»
Ποια στιγμή λύγισες;
«Δεν υπάρχει μία στιγμή. Είναι πολλές στιγμές. Κάποιες φορές ξεχνάς και πώς είναι να μην αισθάνεσαι λυγισμένος. Συχνά αναρωτιέσαι ποιες είναι οι στιγμές που αισθάνεσαι καλά. Σε αυτές τις βαριές ανίατες ασθένειες, όπως ο καρκίνος, έχουμε μάθει και κοιτάζουμε μόνο αυτόν που βρίσκεται στο κρεβάτι. Είναι όμως και οι άλλοι γύρω του που σηκώνουν το δικό τους ψυχολογικό βάρος. Είναι αυτός που ξενυχτάει δίπλα στο μαξιλάρι, είναι και το παιδί με την αγωνία στα μάτια. Και εμείς στο σπίτι είχαμε φτιάξει μία δεξαμενή θάρρους που ο ένας έδινε στον άλλον. Όποιος λύγιζε, έπαιρνε κουράγιο από εκεί».
Από πού ρουφάς θάρρος και δύναμη στα δύσκολα; Ποια φράση λες μέσα σου σαν ένα εσωτερικό πρόσταγμα; Ενα δικό σου «μαρς!». Τι δικό σου «πουσάρισμα» στον εαυτό σου.
«Οταν έχεις παιδιά, δεν χρειάζεσαι κάτι άλλο. Αυτό από μόνο του σε κινητοποιεί και σε σπρώχνει».
Παιδιά και θάνατος. Τι σοφό άκουσες από τα χείλη τους, τα χείλη των παιδιών σου σ΄αυτή τη μάχη του θανάτου ενάντια στη ζωή; Πώς βγαίνετε από αυτό το δράμα; Τι στοιχεία σας κράτησαν και θα σας κρατήσουν ενωμένους;
«Είμαστε μία ενωμένη και αγαπημένη οικογένεια που είχε στο κέντρο της την Αναστασία. Ο κόσμος μπορεί να γνωρίζει εμένα, αλλά στην οικογένεια, μέσα στο σπίτι, τα πάντα γύριζαν γύρω από την Αναστασία. Ο φόβος που έφερε ο χαμός της μας έκανε να κρατηθούμε ο ένας από το χέρι του άλλου. Γι’ αυτό και η Αναστασία αναπαύεται εδώ στο Μαρούσι και όχι στο Λιτόχωρο που γεννήθηκε. Για να υπάρχει για όλους μας ένα σημείο αναφοράς, ένα σημείο επιστροφής. Ενωμένοι θα μείνουμε πάντα, χωρίς αυτό φυσικά να σημαίνει ότι θα ζούμε και μαζί. Ο καθένας παίρνει σιγά-σιγά τον δρόμο του».
«Τα καταφέραμε καλά. Τουλάχιστον για αυτό το θέμα η Αναστασία έφυγε ήσυχη. Είναι καλά παιδιά που έχουν όνειρα και άποψη για αυτό που θέλουν να κάνουν…»
Τα παιδιά είναι δουλειά δυο γονιών. Μίλησέ μου για τα παιδιά σου. Την πρόοδο του καθενός. Τι θεωρείς ότι καταφέρατε;
«Αυτό που σου λέω, ο καθένας παίρνει τον δρόμο του. Η Ελένη κάνει μεταπτυχιακό στο Σικάγο, ο Βίκτωρ είναι υπότροφος του Γέιλ και μάλιστα εργάζεται εκεί. Η Μαρία, που τελείωσε φέτος, ετοιμάζεται και αυτή για κάποιο αμερικανικό πανεπιστήμιο που ελπίζω να πάει με υποτροφία ως αθλήτρια της κωπηλασίας. Ε, ο Νικόλας πάει Δημοτικό ακόμα, θα είναι με τον μπαμπά. Τα καταφέραμε καλά. Τουλάχιστον για αυτό το θέμα η Αναστασία έφυγε ήσυχη. Είναι καλά παιδιά που έχουν όνειρα και άποψη για αυτό που θέλουν να κάνουν…»
Νομίζω η απουσία των ανθρώπων που αγαπάμε βαθιά είναι ο πιο ανατριχιαστικός εκκωφαντικός ήχος μέσα μας. Ποιες στιγμές σου λείπει περισσότερο η Αναστασία;
«Δεν υπάρχουν συγκεκριμένες στιγμές. Μπαίνεις στο σπίτι και συνειδητοποιείς ότι λείπει. Σε πληγώνει. Συμβαίνει κάτι. Θα ήθελες να την πάρεις τηλέφωνο. Δεν μπορείς. Κάθεσαι στην πολυθρόνα και σκέφτεσαι ότι αν ήταν η Αναστασία θα έκανες κάτι άλλο. Είναι ακόμα νωρίς, αλλά νομίζω ότι η απουσία είναι κάτι που δεν συνηθίζεται ποτέ. Είναι ένας πόνος που μπορεί να φεύγει, αλλά δεν χάνεται».
Τι σε φοβίζει; Περνιέσαι για άφοβος.
«Δεν υπάρχει άφοβος γονιός. Όποιος έχει παιδιά, φοβάται μην του συμβεί κάτι και μείνουν ξεκρέμαστα…»
Αν θυμάμαι καλά, η ενασχόληση σου με την πολιτική καθυστέρησε την άφιξή σου στην Αμερική. Από τότε είχες την τιμητική πρόταση για τεχνικός διευθυντής της Αμερικάνικης Ομοσπονδίας της Αρσης Βαρών. Μάλιστα γνωρίζω, ότι η σύζυγός σου ήταν κάθετα αρνητική. Τι εμπειρίες έλαβες από την πολιτική;
«Ναι, η αλήθεια είναι ότι η Αναστασία έβλεπε ότι ερχόταν ένα τοξικό κύμα και δεν ήθελε να μπω στην πολιτική. Με στήριξε βέβαια όταν πήρα την απόφαση, ήταν δίπλα μου. Οι εμπειρίες; Και καλές και κακές. Το συμπέρασμα είναι ότι για να το κυνηγήσεις και να παραμείνεις στην πολιτική, πρέπει να έχεις το μικρόβιο. Εγώ δεν το έχω αυτό το μικρόβιο. Και μπορεί να λες ότι θέλεις να προσφέρεις και μάλιστα στα δύσκολα, αλλά έρχεται και μία στιγμή που σηκώνεις τα χέρια».
Κοιτάζοντας προς τα πίσω, μετάνιωσες την καθυστέρηση της άφιξης; Θεωρείς ότι κάτι έχασες που δεν αναπληρώνεται;
«Οχι, δεν το μετάνιωσα, είχα την εμπειρία της πολιτικής».
Τι έχεις κατορθώσει στη θέση που βρίσκεσαι τώρα; Ξέρουμε ότι οι Αμερικάνοι δεν παίζουν με την ανταποδοτικότητα. Δίνουν για να πάρουν. Τι πήραν; Τι κατάφερες ως εδώ;
«Εχουμε καταφέρει πάρα πολλά! Η εθνική ομάδα των ΗΠΑ βρίσκεται στο καλύτερο σημείο τις ιστορίας της με όλο και περισσότερες διακρίσεις που φέρνουν έσοδα από χορηγούς. Και όσο αυξάνονται τα έσοδα, τόσο εσύ μπορείς να επενδύεις σε αθλητές και προπονητές».
Τι έχεις ζηλέψει στην Αμερική και θα ήθελες να το «εισάγουμε» στην πατρίδα κι αντιστοίχως, τι σε ενοχλεί έως και τι έχεις σιχαθεί;
«Ζηλεύεις την οργάνωση και τον επαγγελματισμό. Διότι εκεί αν δεν είσαι οργανωμένος επαγγελματίας, δεν υπάρχει περίπτωση να επιβιώσεις. Ε, και αυτό είναι που δεν μου αρέσει στην Αμερική, η σκληράδα της. Από την άλλη, έχω ζήσει καταστάσεις που δύσκολα ζεις στην Ευρώπη. Η έδρα της δουλειάς μου είναι στο Κολοράντο. Και όταν κατάλαβαν ότι θα έχω στην Αμερική τον μικρό μου γιο, μου πρότειναν να κάνω το γραφείο μου στο Σικάγο, να είμαι κοντά στην κόρη μου και ο μικρός κοντά στην αδελφή του. Ε, αυτά τα εκτιμάς…»
Κοιτάζοντας πίσω τι βλέπεις. Πώς ήταν η ζωή σου ως εδώ; Χαρακτήρισέ την μου με πέντε μόνο λέξεις.
«Ωραία. Εντονη. Γεμάτη. Περιπετειώδης. Αγάπη. Σκέφτομαι καμιά φορά ότι ίσως για αυτό έπρεπε να πληρώσω το τίμημα με την απώλεια της Αναστασίας…»
Κοιτάζοντας μπροστά, πού πας ρε φίλε;
«Και πού θες να ξέρω; Αν ξέραμε πού πάμε, η ζωή θα ήταν αδιάφορη ή δεν θα είχε συναρπαστικό ενδιαφέρον. Προς το παρόν πάω μόνιμα στην Αμερική. Τώρα πού θα με βγάλει αυτό, δεν το ξέρω…»
Ποιο όνειρο, που ξέρεις ότι δεν θα πραγματοποιηθεί ποτέ, σ’ αρέσει να ονειρεύεσαι;
«Εύκολο. Εχω ένα δωμάτιο πάνω σε μία αμμουδιά σε νησί. Και ένα σιδερένιο τραπεζάκι μέσα στη θάλασσα. Κάθομαι εκεί με φίλους και τσίπουρο…»
Από πού νομίζεις μπάζει τούτη η πατρίδα; Και από πού χάνουν οι πολίτες της;
«Μπάζει από τη διχόνοια. Δεν είμαστε πολύ καλοί στο να ξεπερνάμε τις διαφορές μας. Κάπως έτσι αρνούμαστε να εστιάσουμε σε όσα θα ωφελούσαν όλους μας και χάνουμε. Και άσε εμάς. Χάνουν και τα παιδιά μας και, δυστυχώς, και τα παιδιά των παιδιών μας»…
Για να κατορθώσεις ότι κατόρθωσες χρειαζόταν τερατώδης μεθοδικότητα. Βάλε μου με τη φαντασία σου σε σύστημα τη χώρα. Σημείωσέ μου τρείς προτεραιότητες-αναγκαιότητες.
«Παιδεία. Αξιοκρατία. Δικαιοσύνη. Είναι η βάση πάνω στην οποία χτίζονται ισχυρά και σύγχρονα κράτη. Εμείς έχουμε πρόβλημα και στα τρία σημεία…»
Αγαπημένε Πύρρο Δήμα… Δυο χαστουκάκια από κάποιον Ιακώβου. Βήμα αποφασιστικό, Σκαλοπάτι, κι άλλο ένα. Εσύ κι ο εαυτός σου! Σκύψε. Χαμήλωσε. Δύναμη. Βάρος ψηλά. Κεφάλι δεξιά, κεφάλι αριστερά, χαμόγελο παιδικό… Συνηθισμένος! Βάρη και βάρη. Πάμε γερά! Πολύ σ΄ευχαριστώ.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News