Βαλκάνια: Το έπαθλο των θρησκειών 2.0
Βαλκάνια: Το έπαθλο των θρησκειών 2.0
Ο υμνογράφος Βαρδισάνης (γεννήθηκε το 154 στην Έδεσσα της Συρίας) πολέμησε και τον μαρκιανισμό και τον βαλεντινιανισμό, στους οποίους ήδη αναφερθήκαμε, δημιούργησε τη συριακή φιλολογική γλώσσα και περιέγραψε έμμετρα και πεζά τη δική του άποψη για τους «αιώνες» του κόσμου.
Στα 156, ο Φρύγιος ιερέας της θεάς Κυβέλης, Μοντάνος, εκχριστιανίστηκε και δημιούργησε την αίρεση των μοντανιστών που, όπως κι άλλες δοξασίες, επέζησε ως τα χρόνια του Ιουστινιανού. Οι μυημένοι πίστευαν ότι σε όλες τις πράξεις των πιστών παρεμβαίνει ο Παράκλητος και τους καθοδηγεί. Η λέξη Παράκλητος αναφέρεται στη Διαθήκη για μεν τον Χριστό ως μεσολαβητή ανάμεσα στον θεό και τους ανθρώπους, για δε το Άγιο Πνεύμα ως καθοδηγητή των μαθητών του Ιησού.
Πρώτη δουλειά του Μοντάνου, μόλις έγινε χριστιανός, ήταν να επιτεθεί εναντίον των επισκόπων για την αυξανόμενη αυταρχικότητά τους μέσα στους κόλπους της Εκκλησίας και εναντίον όλων εκείνων που συνέτειναν στην εντεινόμενη κοσμικότητα των χριστιανών. Και ζήτησε την επιστροφή στην αρχική χριστιανική απλότητα και αυστηρότητα των ηθών και την επαναφορά του δικαιώματος των μελών της ενορίας να προφητεύουν.
Με το «καλημέρα», δυο κυρίες, η Πρίσκιλλα και η Μαξιμίλλα, περιέπεσαν σε θρησκευτική έκταση και, σαν άλλες Πυθίες, άρχισαν να προφητεύουν διάφορα, ως επίσημες εκπρόσωποι της αίρεσης. Προφητείες έκανε και ο ίδιος ο Μοντάνος κι απέκτησε χιλιάδες οπαδούς, με τους πιστούς να τον θεωρούν ως τον ίδιο τον Παράκλητο. Και προέβλεψε την άμεση άφιξη της βασιλείας των ουρανών, καθώς μια Νέα Ιερουσαλήμ θα κατέβαινε από τα ουράνια και θα «φυτευόταν» σε μια γειτονική πεδιάδα. Το πόσοι πήγαν εκεί να δουν το θαύμα εξηγείται από χρονικογράφο της εποχής, που αναφώνησε ότι «μερικές πόλεις ερήμωσαν».
Γύρω στα 190, κατ’ εντολή της Ρώμης, ο ανθύπατος Αντώνιος ξεκίνησε διωγμούς εναντίον των χριστιανών της Μικράς Ασίας. Εκατοντάδες μοντανιστές συγκεντρώθηκαν μπροστά στα δικαστήρια και παρακαλούσαν να γίνουν μάρτυρες. Ο Αντώνιος έκανε σε μερικούς τα χατίρι, σταυρώνοντάς τους, αλλά βαρέθηκε: «Δεν υπάρχουν σχοινιά ή γκρεμοί να πάτε να σκοτωθείτε;», ρώτησε.
Περίπου 400 χρόνια αργότερα, ο Ιουστινιανός διέταξε την πλήρη εξάλειψη των αιρέσεων. Οι «αιρετικοί» εξολοθρεύτηκαν, όπως αργότερα οι «μάγοι» του μεσαίωνα. Οι Μοντανιστές τον βοήθησαν στο έργο του, καθώς μαζεύτηκαν στις εκκλησίες τους και κάηκαν ζωντανοί, βάζοντας οι ίδιοι τις φωτιές.
Υπήρχαν κι άλλοι πολλοί: Οι Εγκρατίτες απέφευγαν το κρέας, το κρασί και τις σαρκικές σχέσεις. Οι Απέχοντες εφάρμοζαν τον αυτοβασανισμό και καταδίκαζαν τον γάμο ως αμαρτία. Και οι δυο αιρέσεις ήταν καταδικασμένες σε φυσικό θάνατο. Όχι όμως και οι Δοκητές που δίδασκαν ότι το σώμα του Χριστού ήταν ένα απλό φάντασμα, χωρίς ανθρώπινη σάρκα. Ούτε οι Θεοδοτιανοί που θεωρούσαν τον Χριστό μόνο άνθρωπο ή οι Υιοθεϊστές που συμβίβαζαν την κατάσταση διδάσκοντας ότι ο Χριστός γεννήθηκε άνθρωπος αλλά έφτασε στη θεότητα με την ηθική του τελειότητα. Κι ακόμα, οι Μοδαλιστές, οι Σαβελλιανοί και οι Μοναρχιακοί αναγνώριζαν πως «Πατήρ και Υιός είναι ένα πρόσωπο», οι Μονοφυσίτες πως έχουν μόνο μία φύση, οι Μονοθελήτες ότι διαθέτουν μόνο μια θέληση.
Η μεγάλη όμως απειλή κατά του χριστιανισμού ονομαζόταν μανιχαϊσμός. Ήταν το 241, όταν ο Σαπώρ Α’ αναγορεύτηκε βασιλιάς των Περσών. Την ημέρα της στέψης, ένας νεαρός Πέρσης, ο Μάνης, αυτοανακηρύχθηκε Μεσσίας, τον οποίο έστειλε στη Γη ο αληθινός θεός, για να διδάξει την αληθινή θρησκευτική και ηθική ζωή της ανθρωπότητας.
Είχε βάλει κάτω ζωροαστρισμό, μιθραϊσμό, ιουδαϊσμό και γνωστικισμό και είχε πάρει από κάθε μια θρησκεία όσα νόμιζε καλύτερα, συνθέτοντας μια δική του κοσμοθεωρία:
«Ο κόσμος αποτελείται από δυο αντίπαλα βασίλεια: Του Σκοταδιού και του Φωτός. Η Γη ανήκει στο βασίλειο του Σκοταδιού με τον άνθρωπο να είναι δημιούργημα του Σατανά. Παρ’ όλα αυτά, οι άγγελοι του Θεού του Φωτός, έβαλαν κρυφά μέσα στον άνθρωπο μερικά καλά στοιχεία, όπως το πνεύμα, την εξυπνάδα και τη λογική. Ακόμα και η γυναίκα έχει μερικές φωτεινές αναλαμπές, αν και είναι το αριστούργημα του Σατανά, ο πιο καλός του πράκτορας για να βάλει τον άνδρα σε πειρασμό. Αν ο άνθρωπος αρνηθεί τη σαρκική επαφή, την ειδωλολατρία και τη μαγεία κι αν κάνει ασκητική ζωή χορτοφαγίας και νηστείας, τότε τα φωτεινά σημεία που υπάρχουν μέσα του θα υπερισχύσουν των σατανικών ορμών και θα τον οδηγήσουν στη σωτηρία».
Επί τριάντα ολόκληρα χρόνια, ο Μάνης δίδασκε τη νέα θρησκεία, προκαλώντας την οργή του ιερατείου των Μάγων της Περσίας. Επιτέλους, στα 271, κατάφεραν να πετύχουν τη θανατική του καταδίκη. Ο Μάνης σταυρώθηκε, ενώ οι δικαστές του τον έγδαραν, γέμισαν το δέρμα του με άχυρα και το κρέμασαν σε μια πύλη, στα Σούσα. Δεν αναστήθηκε. Το μαρτύριό του όμως προκάλεσε αυτό που οι μάγοι είχαν φοβηθεί: Η πίστη μεταβλήθηκε σε άγριο φανατισμό κι εξαπλώθηκε ταχύτατα σε ολόκληρη τη Δυτική Ασία και τη Βόρεια Αφρική. Έναν αιώνα αργότερα, ο Άγιος Αυγουστίνος των Καθολικών (354 – 430) προσχωρούσε στον μανιχαϊσμό, στον οποίο θήτευσε δέκα ολόκληρα χρόνια, πριν να τον κερδίσει οριστικά ο χριστιανισμός. Οι πιστοί της θρησκείας υπέστησαν μαζί με τους χριστιανούς τους σκληρούς διωγμούς του Διοκλητιανού, επέζησαν, επιβίωσαν και μετά την εξάπλωση του ισλαμισμού αλλά, από εκεί κι έπειτα, άρχισαν να λιγοστεύουν. Έπαψαν να υφίστανται, στα χρόνια του Τζένγκινς Χαν (1155 – 1227). Η θρησκεία τους άντεξε χίλια χρόνια.
Νωρίτερα, στα 178, ένας επικούρειος φιλόσοφος, ο Κέλσος, τον οποίο γνωρίζουμε μέσα από τα καταγγελτικά κείμενα του απολογητή της χριστιανικής θρησκείας, Ωριγένη, ηγήθηκε μιας φιλοσοφικής αντεπίθεσης των ιδεών του αρχαίου ελληνικού κόσμου. Χαρακτήρισε αναξιόπιστες τις γραφές και ονόμασε τον χριστιανισμό «ελπίδα των σκωλήκων», κοροϊδεύοντας το πώς ο θεός, όταν σαν μάγειρας βάλει φωτιά, θα ψήσει όλους τους άλλους πλην των χριστιανών, ζώντων και νεκρών. Και έκανε έκκληση στον λαό να επιστρέψει στην πατρογονική θρησκεία και να συνεργαστεί για το καλό της αυτοκρατορίας. Η αντεπίθεση αυτή συντηρήθηκε έναν αιώνα αργότερα από τον επιφανέστερο των νεοπλατωνικών φιλοσόφων, Πλωτίνο (204 – 270).
Στην εποχή όμως του Μεγάλου Κωνσταντίνου και των διαδόχων του, και ο μανιχαϊσμός και ο μιθραϊσμός βρίσκονταν σε έξαρση. Με τη βοήθεια της κρατικής μηχανής, η Εκκλησία επιχείρησε τη μεγάλη επέμβαση.
Ο κύριος αντίπαλος, ο Μίθρας, ήταν ο ανίκητος θεός Ήλιος του οποίου τη γέννηση γιόρταζαν οι πιστοί του στις 25 Δεκεμβρίου. Στα 354, η χριστιανική εκκλησία της Ρώμης διαχώρισε τη γέννηση από τη βάπτιση του Χριστού και καθιέρωσε την 25η Δεκεμβρίου ως ημέρα των Χριστουγέννων. Ο Χριστός έγινε ο Ήλιος που φέρνει το φως στον κόσμο και με τη γέννησή του ξεκινά η νέα χρονιά. Η χριστιανική πρωτοχρονιά μεταφέρθηκε στη μέρα αυτή. Στα 1582, ο πάπας Γρηγόριος επέβαλε την ημερολογιακή μεταρρύθμιση καθιερώνοντας το νέο ημερολόγιο, που διόρθωνε το παλιό του Ιουλίου Καίσαρα. Μίθρας, λεμουράλια και οι ειδωλολατρικές δοξασίες του παρελθόντος είχαν πια σβήσει. Η χριστιανική πρωτοχρονιά μεταφέρθηκε πάλι στην 1η Ιανουαρίου με τον Χριστό να εξακολουθεί να γεννιέται στις 25 Δεκεμβρίου.
*Περισσότερη ιστορία στο historyreport.gr
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News