1281
|

Οι Ιάπωνες και ο Παπαναστασίου

Οι Ιάπωνες και ο Παπαναστασίου

Μάλλον τα έμπλεξε ο Ευάγγελος Βενιζέλος τοποθετώντας τον Αλέξανδρο Παπαναστασίου στους «Ιάπωνες». Και χρονικά και ιδεολογικά. Ποιοι ήταν οι «Ιάπωνες»; Επρόκειτο για μέλη του ελληνικού κοινοβουλίου που δραστηριοποιήθηκαν από το 1906 μέχρι το 1908 αναπτύσσοντας ριζοσπαστικές για την εποχή θέσεις. Και χρονικά και ιδεολογικά. Ας τα πάρουμε από την αρχή:

Στη στροφή του 19ου προς τον 20ό αιώνα, η Ελλάδα έμενε έξω από τις κοσμοϊστορικές αλλαγές. Η άνοδος της αστικής τάξης που διεκδικούσε τα δικαιώματά της από την παλιά αριστοκρατία των Φαναριωτών και γαιοκτημόνων, το παρατεινόμενο καθεστώς των κολίγων στις αγροτικές περιοχές και η ήττα από την Τουρκία, μαζί με την άθλια οικονομική κατάσταση, τα «Ευαγγελιακά» (1901) και τις συχνές διαδηλώσεις, παρουσίαζαν την εικόνα μιας χώρας στα πρόθυρα της διάλυσης.

Ήταν Οκτώβριος 1906, όταν δραστηριοποιήθηκε στη Βουλή μια ομάδα από επτά ανεξάρτητους βουλευτές με άτυπο αρχηγό τον Στέφανο Δραγούμη και μέλη τούς Δημήτριο Γούναρη, Πέτρο Πρωτοπαπαδάκη, Χαρ. Βοζίκη, Ανδρ. Παναγιωτόπουλο, Απ. Αλεξανδρή και Εμ. Ρέπουλη. Τύπος και λαός τους είπαν «Ιάπωνες» για τη μαχητικότητά τους, αλλά και επειδή τότε φυσούσε ανανεωτικός άνεμος στην Ιαπωνία, που προόδευε με εκπληκτικούς ρυθμούς. Η ομάδα σφυροκοπούσε ανελέητα την κυβέρνηση, ο Γούναρης αποκάλυψε κρυμμένο σε νομοσχέδιο σκάνδαλο υπέρ κάποιας εταιρείας, ο υπουργός Οικονομικών αναγκάστηκε να παραιτηθεί, ένας νέος άνεμος ελπίδας άρχισε να φυσά στο κοινοβούλιο.

Τον Ιούλιο του 1908, έπειτα από μια ακόμα σκληρή αγόρευση του Δημήτριου Γούναρη εναντίον της αντιλαϊκής οικονομικής πολιτικής, ο πρωθυπουργός Γεώργιος Θεοτόκης του πέταξε το γάντι:

«Έμπα στην κυβέρνηση, ανάλαβε το υπουργείο Οικονομικών κι εφάρμοσε την πολιτική σου».

Η πρόκληση ήταν μεγάλη. Άδικα οι υπόλοιποι, πλην του Πρωτοπαπαδάκη, «Ιάπωνες» προσπαθούσαν να του εξηγήσουν ότι το ζήτημα ήταν θέμα δομών κι όχι προσώπων. Γούναρης και Πρωτοπαπαδάκης μπήκαν στην κυβέρνηση. Οι «Ιάπωνες» διαλύθηκαν. Ως υπουργός Οικονομικών, ο Γούναρης έπεσε με τα μούτρα στη δουλειά. Το φθινόπωρο, παρουσίασε το φορολογικό του νομοσχέδιο: Ελαφρύνσεις στις ασθενέστερες τάξεις με αντιστάθμισμα την επιβολή φορολογίας στο κεφάλαιο και στο οινόπνευμα.

Έγινε χαμός. Το κατεστημένο χίμηξε να τον κατασπαράξει. Ο Γούναρης, όμως, ήταν ήσυχος. Ο πρωθυπουργός το έβρισκε καλό το νομοσχέδιό του. Απλά, έριχνε λίγο πίσω την ψήφισή του, ώσπου κάπως να καταλαγιάσει ο θόρυβος. Μετά, άρχισαν οι φιλικές συστάσεις για τροποποιήσεις:

«Να απαλύνουμε λιγάκι αυτό, να κόψουμε εκείνο, να αντικαταστήσουμε το άλλο».

Μέσα Φεβρουαρίου του 1909, το νομοσχέδιο δεν είχε ακόμα εισαχθεί για συζήτηση. Κι από το αρχικό κείμενο μόνον ο τίτλος έμενε ίδιος. Στις 19 του μήνα, ο Γούναρης παραιτήθηκε.

Η κυβέρνηση Θεοτόκη έπεσε στις 4 Ιουλίου 1909. Ορκίστηκε νέα (στις 5 του μήνα) με πρωθυπουργό τον ως τότε αρχηγό της αντιπολίτευσης Δημήτριο Ράλλη.

Στις 14 Αυγούστου ξέσπασε το κίνημα του Στρατιωτικού Συνδέσμου. Η επανάσταση στου Γουδή έφερε τα πάνω-κάτω. Οι επαναστάτες κάλεσαν πρώτα τον Στέφανο Δραγούμη κι έπειτα τον Δημήτριο Γούναρη να αναλάβουν τη διακυβέρνηση της χώρας. Αρνήθηκαν και οι δύο. Ιανουάριο του 1910 ανέλαβε ο Ελευθέριος Βενιζέλος.

Τον Φεβρουάριο του 1915, ο Βενιζέλος διαφώνησε με το στέμμα και παραιτήθηκε. Ο Κωνσταντίνος πρότεινε στον Ζαΐμη να γίνει πρωθυπουργός. Εκείνος αρνήθηκε. Ο Κωνσταντίνος κάλεσε τον Γούναρη. Στα ξαφνικά, ο επαναστάτης πολέμιος των μονοπωλίων και του κατεστημένου βρέθηκε πρωθυπουργός με υποστηρικτές του τα «παλιά τζάκια», επικεφαλής του «κόμματος των Εθνικοφρόνων», έχοντας στο πλάι του τον ανερχόμενο τότε Ιωάννη Μεταξά. Εξελίχθηκε σε ηγέτη του αντιβενιζελισμού και, μετά την έξωση του Κωνσταντίνου, βρέθηκε εκτοπισμένος από τους Γάλλους στην Κορσική. Το έσκασε τον Νοέμβριο του 1918 στη Σαρδηνία κι έπειτα στην Ιταλία, μαζί με τον Ιωάννη Μεταξά. Γύρισε στην Ελλάδα, όταν προκηρύχθηκαν οι εκλογές για την 1η Νοεμβρίου1920, κηρύσσοντας τον «αγώνα εναντίον της τυραννίας του βενιζελισμού» και υπέρ της δημιουργίας «λαϊκού κράτους», μετονομάζοντας το κόμμα των Εθνικοφρόνων σε Λαϊκό κόμμα. Βρέθηκε υπουργός Στρατιωτικών. Αρχές 1921, μετείχε της αποστολής στο Λονδίνο, όπου γίνονταν συζητήσεις για την τύχη της μικρασιατικής εκστρατείας. Οι Άγγλοι πρότειναν να λήξει ο πόλεμος και να γίνει αυτόνομη η Σμύρνη με την ενδοχώρα της. Ο Γούναρης αρνήθηκε. Θα «έπαιρνε την Πόλη». Το φθινόπωρο τριγυρνούσε την Ευρώπη αναζητώντας κάποια διέξοδο. Φεβρουάριο 1922, η κυβέρνησή του καταψηφίστηκε. Η επανάσταση Πλαστήρα – Γονατά, έφερε την κάθαρση μέσα στην υπερβολή. Ο Γούναρης συνελήφθη άρρωστος, μαζί με τον κολλητό του, Πρωτοπαπαδάκη, τον Ν. Θεοτόκη, τον Γ. Μπαλτατζή, τον Ν. Στράτο και τον αρχιστράτηγο Χατζηανέστη. Το στρατοδικείο τούς βρήκε ενόχους εσχάτης προδοσίας. Μεταφέρθηκαν στου Γουδή, οι πέντε από τις φυλακές Αβέρωφ, ο Γούναρης από το νοσοκομείο. Στις 15 Νοεμβρίου του 1922 εκτελέστηκαν και οι έξι.

Όλον αυτόν τον καιρό, ο Αλέξανδρος Παπαναστασίου κινιόταν σε αντίθετα στρατόπεδα. Γεννήθηκε στην Τρίπολη (1876), σπούδασε νομικά στην Αθήνα και πολιτικές επιστήμες και φιλοσοφία στη Χαϊδελβέργη και στο Βερολίνο. Από το 1908, εργάστηκε για την αγροτική μεταρρύθμιση και την απαλλοτρίωση των τσιφλικιών. Σχημάτισε ομάδα κοινωνιολόγων, αναμίχθηκε στην πολιτική, πολέμησε εθελοντής στους Βαλκανικούς πολέμους κι εντάχθηκε (1915) με την ομάδα του στο κόμμα των Φιλελευθέρων, αποτελώντας την αριστερή του πτέρυγα. Από το 1920, άρχισε φανερά να υποστηρίζει την αβασίλευτη δημοκρατία ως τη μόνη σωτήρια για τα ελληνικά συμφέροντα. Τον Φεβρουάριο του 1922, δημοσίευσε το «Δημοκρατικό μανιφέστο», εγκαινιάζοντας τον αγώνα για την εγκαθίδρυση δημοκρατίας. Δικάστηκε και καταδικάστηκε σε φυλάκιση τριών χρόνων αλλά, με την επανάσταση του 1922, ελευθερώθηκε και ίδρυσε τη Δημοκρατική Ένωση, κόμμα με στόχο την επιβολή της δημοκρατίας.

Στις εκλογές (16 Δεκεμβρίου 1923), το κόμμα των Φιλελευθέρων (με απούσα την αντιπολίτευση) πλειοψήφησε. Οι βουλευτές της Δημοκρατικής Ένωσης ζήτησαν να φύγει ο Γεώργιος Β’, ώσπου να αποφασίσει ο λαός για το πολιτειακό. Οι Φιλελεύθεροι το δέχτηκαν.

Ο νικητής της ναυμαχίας της Λήμνου, ναύαρχος Παύλος Κουντουριώτης, ανέλαβε αντιβασιλιάς. Ο Βενιζέλος ήρθε στην Ελλάδα (4 Ιανουαρίου 1924), ανέλαβε πρόεδρος της εθνοσυνέλευσης για να παραιτηθεί αμέσως και να γίνει πρωθυπουργός (11 του μήνα).

Στη Βουλή και στην εθνοσυνέλευση, ο Αλέξανδρος Παπαναστασίου υποστήριζε την αβασίλευτη δημοκρατία, ενώ ο Ελευθέριος Βενιζέλος τη συνταγματική βασιλεία. Στις θορυβώδεις συνεδριάσεις που ακολούθησαν, διαπιστώθηκε πως οι δημοκρατικοί είχαν την πλειοψηφία. Ο Βενιζέλος παραιτήθηκε (4 Φεβρουαρίου 1924) δηλώνοντας ότι εγκαταλείπει την πολιτική κι έφυγε στο Παρίσι.

Τον διαδέχτηκε στην πρωθυπουργία ο Γεώργιος Καφαντάρης (1873 – 1946), που ήθελε πρώτα να γίνει δημοψήφισμα κι έπειτα να προχωρήσει η εθνοσυνέλευση στην εκπόνηση ανάλογου συντάγματος. Παραιτήθηκε (4 Μαρτίου), οπότε ανάλαβε ο Παπαναστασίου, που, μέσα από την 4η εθνοσυνέλευση, ψήφισε την κατάργηση της βασιλείας και την ανακήρυξη τη δημοκρατίας (24 Μαρτίου 1924). Το δημοψήφισμα (13 Απριλίου1924), επισφράγισε πανηγυρικά το ψήφισμα της εθνοσυνέλευσης με τον Κουντουριώτη να αναλαμβάνει προσωρινός Πρόεδρος της Δημοκρατίας.

Ο Παπαναστασίου παραιτήθηκε από πρωθυπουργός (Ιούλιος 1924). Εξακολούθησε όμως να είναι πρόεδρος της κοινοβουλευτικής επιτροπής, που επεξεργαζόταν το νέο Σύνταγμα.

Στις 26 Ιουνίου 1925, ο πρώην επαναστάτης και αρχηγός της στρατιάς της Θράκης, στρατηγός Θόδωρος Πάγκαλος (1878 – 1952), ανάτρεψε την κυβέρνηση. Όμως, το νέο σύνταγμα ψηφίστηκε (10 Σεπτεμβρίου 1925) χωρίς να ισχύσει αμέσως. Ο Πάγκαλος διέλυσε την εθνοσυνέλευση (4 Ιανουαρίου 1926), ανακηρύχτηκε δικτάτορας κι εξόρισε τον Παπαναστασίου και τον Καφαντάρη, που τον καλούσαν να παραδώσει την εξουσία. Ο Κουντουριώτης παραιτήθηκε διαμαρτυρόμενος.

Έναν χρόνο αργότερα, στις 7 Αυγούστου 1926 κι ενώ ο δικτάτορας βρισκόταν διακοπές στις Σπέτσες, ένα κίνημα οργανωμένο από τον υποστράτηγο Γεώργιο Κονδύλη (1879 – 1936) και συνεπικουρούμενο από λαϊκή επανάσταση γκρέμισε τη δικτατορία.

Ο Κονδύλης αποκατέστησε τον Κουντουριώτη στην προεδρία της Δημοκρατίας, έθεσε το νέο σύνταγμα σε ισχύ, προκήρυξε εκλογές και παρέδωσε την εξουσία στον Αλέξανδρο Ζαΐμη, πρωθυπουργό οικουμενικής κυβέρνησης (Δεκέμβριος 1926). Ο Παπαναστασίου μετείχε ως υπουργός Γεωργίας, αξίωμα που κράτησε ως τον Φεβρουάριο του 1928. Επιτέλους, οι εκλογές για την ανάδειξη κανονικού προέδρου έγιναν τον Μάιο 1929. Ο Κουντουριώτης ήταν τότε 74 χρόνων. Εκλέχτηκε κι έμεινε στο πόστο του ως τον Δεκέμβριο του ίδιου χρόνου, οπότε παραιτήθηκε για λόγους υγείας.

Μετά την παραίτηση της κυβέρνησης Ελευθερίου Βενιζέλου το 1932, ο Παπαναστασίου έγινε πρωθυπουργός. Ανατράπηκε λίγες μέρες αργότερα από τους Φιλελεύθερους. Τρία χρόνια αργότερα, μετά το κίνημα του 1935, υπέστη μύριες όσες διώξεις. Είδε τη δημοκρατία, για την οποία τόσο μόχθησε, να γκρεμίζεται στα τέλη του 1935, πένθησε τον θάνατο του Ελευθέριου Βενιζέλου στις 13 Μαρτίου 1936, έζησε να υποστεί την εγκαθίδρυση της δικτατορίας του Ιωάννη Μεταξά στις 4 Αυγούστου και πέθανε πικραμένος στις 17 Νοεμβρίου 1936.

(Περισσότερη Ιστορία στο historyreport.gr)

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News