Καλώς ή κακώς, φαίνεται ότι τόσο στη λογοτεχνία όσο και στις τέχνες γενικότερα, ακόμα και στη ροκ μουσική σκηνή, οι αποκαλούμενοι «καταραμένοι» δημιουργοί είναι παρωχημένοι.
Η Τζάνις Τζόπλιν και ο Τζιμ Μόρισον έχουν εγκαταλείψει τα εγκόσμια εδώ και πολλά χρόνια, αμφότεροι σε ηλικία μόλις 27 ετών, ενώ όσον αφορά τη λογοτεχνία, οι συγγραφείς που θα μπορούσαν να χαρακτηρισθούν «καταραμένοι» –όπως υπήρξαν καταραμένοι ο Μποντλέρ, ο Ρεμπό και ο Βερλέν– μετριούνται στα δάχτυλα του ενός χεριού.
Τον επόμενο μήνα συμπληρώνονται 200 χρόνια από τη γέννηση του Σαρλ Μποντλέρ. Ο άνθρωπος που κατέστη πρότυπο των αποκαλούμενων «poètes maudits», των καταραμένων ποιητών, γεννήθηκε την 9η Απριλίου του 1821 στο Παρίσι.
Κατά τη διάρκεια της ζωής του υπήρξε αριστοκράτης, επαναστάτης αλλά και απόκληρος της κοινωνίας. Ο Μποντλέρ ήταν ένας flâneur, ένας πλάνης, ένας αργόσχολος, ένας εκκεντρικός δανδής που κατασπατάλησε την περιουσία που κληρονόμησε από τον πατέρα του.
Συναναστρεφόταν με διαπρεπείς ποιητές, συγγραφείς και στοχαστές και με περίφημες madames των παρισινών σαλονιών, αλλά και με ιερόδουλες και μποέμ τύπους, ενώ συχνά κατέφευγε στους «τεχνητούς παραδείσους» του κρασιού, του οπίου, του λάβδανου και του αψεντιού.
Ο Μποντλέρ, όμως, υπήρξε και ο άνθρωπος που κατέστη πρότυπο της νεωτερικής ποίησης, συγγράφοντας, επί χρόνια, και εκδίδοντας, τελικά, το 1857, το αριστουργηματικό «Les fleurs du mal», ένα έργο στο οποίο απαγγέλλει το Κακό, αναζητώντας «τα ωραιότερα άνθη» που φυτρώνουν μέσα του, είτε σε χαμαιτυπεία είτε στη λαγνεία ή στον ανθρώπινο πόνο.
Αλλά η έκδοση κατασχέθηκε και λογοκρίθηκε καθώς αποτέλεσε μία μαχαιριά στο στήθος του κυρίαρχου πουριτανισμού της εποχής. Τον Ιούνιο το 1857 ο Μποντλέρ καταδικάστηκε για προσβολή των χρηστών ηθών ενώ η καταδικαστική απόφαση ακυρώθηκε, τελικά, ύστερα από σχεδόν έναν αιώνα, το 1949.
«Δεν υπάρχουν ταμπού»
Σήμερα δεν υπάρχουν παλαιάς κοπής καταραμένοι δημιουργοί «ίσως γιατί δεν υπάρχουν ταμπού να παραβιαστούν ή πιθανώς εξαιτίας του υπερβολικού ηδονισμού» που επικρατεί στις κοινωνίες μας, αναφέρει σε κείμενό της η Ραφαέλα ντε Σάντις στο Il Venerdi, το εβδομαδιαίο ένθετο της ιταλικής La Repubblica.
Αυτό, ωστόσο, δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν συγγραφείς που εξακολουθούν να πηγαίνουν κόντρα στην κοινωνία και στα όποια ήθη της και σε όλα όσα επιτάσσει, δίχως απαραίτητα να καταφεύγουν σε τεχνητούς παραδείσους.
«Η χρήση ουσιών δεν ωθεί απαραίτητα κάποιον να γράψει κατά της κοινωνίας. Ο Κάρλος Καστανιέδα χρησιμοποιούσε το πεγιότλ για να διευρύνει τα όρια της συνείδησής του, και σε ένα βιβλίο όπως το “Κάτω από το ηφαίστειο” του Μάλκολμ Λόουρυ, το αλκοόλ συνδράμει τον πρωταγωνιστή να βλέπει οράματα. Ούτε καν ο Ρεμπό δεν είμαι σίγουρος ότι χρειαζόταν πραγματικά τα ναρκωτικά. Κατά πάσα πιθανότητα ήταν σαν τον Οβελίξ, είχε πέσει μέσα όταν ήταν μικρός» σημείωσε o Βάλτερ Σίτι.
«Κόντρα στο ρεύμα»
Σύμφωνα με τον διακεκριμένο ιταλό συγγραφέα και κριτικό λογοτεχνίας, ελλείψει μοντέρνων Μποντλέρ και Ρεμπό, μπορούμε να αρκεστούμε σε συγγραφείς όπως είναι ο Μισέλ Ουελμπέκ και ο Μπρετ Ιστον Ελις, δύο δημιουργοί οι οποίοι «μπροστά σε μία λογοτεχνία που απαιτεί ολοένα περισσότερο να είμαστε ηθικοί, να αποστέλλουμε θετικά μηνύματα, αυτοί κινούνται προς την αντίθετη κατεύθυνση, ακούν τις λέξεις, δεν αποφασίζουν εκ των προτέρων που θα οδηγήσουν το βιβλίο. Θα τους χαρακτήριζα “συγγραφείς – σολομούς επειδή δεν ακολουθούν το ρεύμα αλλά αντιθέτως ανεβαίνουν το ποτάμι”».
Κάποιοι στην Ιταλία θεωρούν πως και ο Βάλτερ Σίρι είναι ένας καταραμένος συγγραφέας, εκείνος, ωστόσο, το αρνείται, αναφέροντας πως «είμαι μια χαρά στον κόσμο, μου αρέσει το φαγητό, αγαπώ την καλή συντροφιά». Παραδέχεται, όμως, ότι όταν γράφει τα καταφέρνει καλύτερα με τα αρνητικά πορτρέτα, «σαν να με ελκύει περισσότερο η σκιά» εξήγησε. Αλλά υπήρξε ένας κορυφαίος ιταλός δημιουργός που επιδίωξε και κατάφερε με τον δικό του, μοναδικό τρόπο να καταστεί καταραμένος, ο Πιερ Πάολο Παζολίνι.
«Οταν ήταν νέος έτσι αντιλαμβανόταν τον εαυτό του. Η ποιήτρια Νοβέλα Κανταρούτι, που τον γνώριζε πολύ καλά, μου έχει αφηγηθεί ότι ζάλιζε τον κόσμο λέγοντας ότι ήταν εκείνος ο Ρεμπό. Μετά, κατά τη διάρκεια της ζωής του ανακάλυψε τον καθολικισμό και τα λούμπεν προάστια. Και επέστρεψε για να κάνει κάτι ενάντια σε όλους και σε όλα με το “Σαλό”. Πρόκειται για μία ταινία που δυσκολεύεσαι να τη δεις, ενδεχομένως να μπορεί να συμπεριληφθεί στην κατηγορία των καταραμένων ταινιών» σημείωσε ο ιταλός συγγραφέας.
Η Λεντίκ και η Σολάνας
Οσον αφορά τις «καταραμένες» της παγκόσμιας λογοτεχνίας, χαρακτηριστική περίπτωση αποτελεί η Βιολέτ Λεντίκ. «Αφηγούνταν τα συναισθήματά της χωρίς αιδώ. Ηταν αμφισεξουαλική και το επιδείκνυε πολύ. Αρκεί να διαβάσετε βιβλία της όπως τα “Τερέζα και Ισαβέλα” και “Η νόθος” για να το καταλάβετε. Ετσι ήταν και η Ρενέ Βιβιέν, ανοιχτά ομοφυλόφιλη και θαρραλέα ούτως ώστε να αμφισβητεί την ηθική. Ηταν όμως αλκοολική και έκανε και χρήση ουσιών, πέθανε σε ηλικία μόλις 32 ετών» ανέφερε στο ιταλικό περιοδικό η Φραντσέσκα Τζακομπίνο, δοκιμιογράφος, συγγραφέας και μεταφράστρια που έχει αφιερώσει σημαντικό μέρος του έργου της σε αντισυμβατικές γυναίκες.
«Ισως η πιο καταραμένη του 20ού αιώνα να ήταν η Βαλερί Σολάνας. Ζούσε στους δρόμους. Ηταν μία γυναίκα του περιθωρίου. Είχε γράψει μια κωμωδία και ένα μανιφέστο και αγωνίστηκε μάταια για να αναδείξει τα έργα της. Πυροβόλησε τον Αντι Γουόρχολ επειδή δεν ανέλαβε την παραγωγή του θεατρικού έργου της. Θεωρούσε πως ήταν ένας φαλλοκράτης, κάποιος που συγκέντρωνε γύρω του περιθωριακούς αλλά κατά βάθος ήταν άνθρωπος της εξουσίας» πρόσθεσε.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News