Να πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά. Τι είναι μόστρα πρώτα πρώτα. Είναι βιτρίνα, επίδειξη αλλά και το πρόσωπο του ανθρώπου, το μούτρο, η φάτσα. Η λέξη είναι λατινικής καταγωγής από το ρήμα mostrare που πάει να πει δείχνω κα σημαίνω. Το λέμε κι εμείς το μοστράρω, ίσως με μια ιδέα αλάνικης διάθεσης. Αυτά γενικά, βέβαια, γιατί στη Μύκονο, όπως μας πληροφορεί στο εξαιρετικό βιβλίο του «Η κοπανιστή – Το χθες, το αύριο και 43 συνταγές» ο Δημήτρης Ρουσουνέλος (κυκλοφορεί πλέον και στα αγγλικά), η μόστρα είναι «το μυκονιάτικο παξιμάδι, η ψημένη υποδιαίρεση ενός αρχικού αρτοσκευάσματος».
Στη Μύκονο, λοιπόν, εδώ και αιώνες τρώνε την κοπανιστή τους αλειμμένη σε μόστρα. Βρέχουν ελάχιστα το παξιμάδι, απλώνουν στην επιφάνεια 1 κ.τ.σ κοπανιστή και τη σκεπάζουν από πάνω με μια μεγάλη ώριμη και ζουμερή ντομάτα κομμένη σε μικρότερα ή σε μεγαλύτερα κομμάτια. Τα ραντίζουν με λίγο ελαιόλαδο, προαιρετικά ρίχνουν επίσης λίγη ξερή ρίγανη και έχουν έτοιμο στη στιγμή έναν ωραίο μεζέ για το ούζο.
Αλλες φορές πάλι αντί για ντομάτα γλυκαίνουν την αψάδα της με σταφύλι. Ταιριάζει καταπληκτικά. Για κάντε εικόνα τον Μυκονιάτη αγρότη που φτάνει στο χωράφι του μέσα στη ντάλα του καλοκαιριού. Κόβει ένα τσαμπί σταφύλι από την κληματσαριά, βγάζει από το σακούλι του μια μόστρα και μια σταλιά κοπανιστή και κολατσίζει. Ετσι λοιπόν κι εγώ αξιοποίησα την κοπανιστή που μου ήρθε πεσκέσι, κατ’αρχάς, με παραδοσιακό τρόπο.
Δείτε εδώ τη συνταγή.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News