– Καλημέρα η Μαρία είμαι, είναι ο Παχής εκεί; Αστον, μην τον ξυπνάς, αλλά να του πεις να έρθει να σφάξει ένα κόκορα σήμερα. Να μην το ξεχάσει. Θα τον πιάσουν μαζί με τον Φίλιο. Ακουσες;
Ακουσε η γυναίκα του Παχή στην άλλη άκρη της γραμμής, άκουσα κι εγώ μόλις μπήκα στο Rosemary, την έξαλλη Μαρία, άυπνη και κουρασμένη πλην όμως αποφασισμένη, να παραγγέλνει τηλεφωνικά το βίαιο τέλος του αλανιάρη κόκκορα, που ελεύθερος κι ωραίος τριγυρίζει μέσα στο κτήμα τους και κάθε πρωί από τις τέσσερις μέχρι τις εφτάμιση δεν βάζει γλώσσα μέσα του.
Εχει μάλιστα μια προτίμηση ο άμυαλος, να λαλάει κάτω από το παράθυρο της κοπέλας. Μετά εκείνος πέφτει για ύπνο ενώ η Μαρία πρέπει να σηκωθεί και να αρχίσει τη δουλειά.
Κακό του κεφαλιού του, όμως, γιατί όπως το βλέπω, αποκλείεται να ζήσει μέχρι τα βαθιά γεράματα κι ας κοκορεύεται. Στην κατσαρόλα της Μαρίας που είναι και καλή μαγείρισσα, θα καταλήξει να κολυμπάει μαζί με τις χυλοπίττες της κυρά Λένης.
Δείτε ολόκληρο το κείμενο και τη συνταγή εδώ
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News