Με τον όρο «Γλυπτά του Παρθενώνα» -ο όρος «Ελγίνεια» θεωρείται αδόκιμος- ορίζεται η συλλογή από μαρμάρινα γλυπτά —αετώματα, μετόπες, μέρη της ζωφόρου του Παρθενώνα, ναού της θεάς Αθηνάς, στην Ακρόπολη των Αθηνών— που αποσπάστηκαν και αποτελούν περίπου το 60% του συνόλου του γλυπτού διάκοσμου του Παρθενώνα, που σώζεται σήμερα.
Τα Γλυπτά του Παρθενώνα δεν είναι αυθύπαρκτα έργα τέχνης. Δημιουργήθηκαν ως αρχιτεκτονικά και συμβολικά μέρη του ναού της Αθηνάς, που χτίστηκε τον 5ο π.Χ. αιώνα, τη στιγμή της απόλυτης ακμής της αθηναϊκής δημοκρατίας.
Από τους 97 σωζόμενους λίθους από τη ζωφόρο του Παρθενώνα, οι 56 βρίσκονται στη συλλογή του Βρετανικού Μουσείου στο Λονδίνο και οι 40 στην Αθήνα. Από τις 64 σωζόμενες μετόπες, οι 48 βρίσκονται στην Αθήνα και οι 15 στο Λονδίνο. Από τις 28 σωζόμενες μορφές των αετωμάτων, οι 19 βρίσκονται στο Λονδίνο και οι 9 στην Αθήνα.
Τώρα, σύμφωνα με τους Times, η αγάπη του Ογκίστ Ροντέν για τα Γλυπτά του Παρθενώνα θα είναι το θέμα μεγάλης έκθεσης, τον ερχόμενο Απρίλιο, στο Βρετανικό Μουσείο. Περίπου 100 έργα του φημισμένου γάλλου γλύπτη θα εκτεθούν δίπλα σε μια δωδεκάδα από τα Γλυπτά.
Ο επιμελητής της έκθεσης, Ιαν Τζένκινς, θέλει «να δουν οι επισκέπτες τα Γλυπτά του Παρθενώνα μέσα απ’ τα μάτια του Ροντέν».
Ο μεγαλύτερος γλύπτης του τέλους του 19ου και αρχών τού 20ού αιώνα, ταξίδεψε 15 φορές στο Λονδίνο και κάθε φορά επισκεπτόταν το Βρετανικό Μουσείο για να σχεδιάσει και να αναζητήσει έμπνευση. Τα πρώτα χρόνια της τρίτης δεκαετίας της ζωής του, ο νεαρός Ροντέν, όπως και το σύνολο σχεδόν των σπουδαστών σε σχολές τέχνης, ζωγράφιζε από εκμαγεία και αντέγραφε τα αντίγραφα των Γλυπτών του Παρθενώνα που υπήρχαν στο Παρίσι τη δεκαετία του 1860. Κάποια από αυτά τα σχέδια θα εκτεθούν τον Απρίλιο του 2018.
Παράλληλα, ο Ροντέν απέκτησε και κάποια εκμαγεία των Γλυπτών σε σμίκρυνση. Επισκέφθηκε για πρώτη φορά το Λονδίνο το 1881 και η ανακάλυψη εκ μέρους του της συλλογής του Βρετανικού Μουσείου αποδείχθηκε αποκάλυψη γι’ αυτόν. Το 1902 έγραψε ότι «απλά, στοιχειώνω το Βρετανικό Μουσείο». Και συνέχισε να το επισκέπτεται, από καιρό σε καιρό, έως τον θάνατό του, το 1917.
Η έκθεση -από τις 26 Απριλίου έως τις 29 Ιουλίου 2018- θα φιλοξενηθεί στη Sainsbury Exhibitions Gallery, και περίπου 12 από τα Γλυπτά θα μετακινηθούν από την Duveen Gallery, κάτι το οποίο έχει συμβεί μόνον δύο φορές στο παρελθόν. Θα παρουσιαστούν τα 13 εναπομείναντα σχέδια των Γλυπτών από τον Ροντέν και μαζί τους περί τα 80 έργα του γάλλου γλύπτη, συμπεριλαμβανομένων και εκδοχών των πιο σημαντικών. Τα περισσότερα δάνεια θα είναι από το Μουσείο Ροντέν, αλλά κάποια έργα θα έλθουν από άλλες συλλογές.
Είναι γεγονός ότι για τον Ροντέν, και όχι επειδή το ισχυρίζεται το Βρετανικό Μουσείο, τα Γλυπτά ήταν τεράστια πηγή έμπνευσης. Αναφέρεται ότι για το πασίγνωστο έργο του «Το Φιλί» (1882) ο Ροντέν εμπνεύστηκε από ένα ζευγάρι θεοτήτων που αρχικά ήταν στο Ανατολικό Αέτωμα. Ο γλύπτης είχε στην κατοχή του μια φωτογραφία αυτού του ζευγαριού, τραβηγμένη τη δεκαετία του 1880. Παρ’ όλη την εμμονή του με την κλασική τέχνη, ο Ροντέν δεν επισκέφθηκε ποτέ την Ελλάδα.
Ο Ιαν Τζένκινς έχει μια ερμηνεία γι’ αυτό, καθώς πιστεύει ότι ο καλλιτέχνης είχε το δικό του όραμα και τη δική του έμπνευση από την Αρχαία Ελλάδα «και προτιμούσε αυτά τα όνειρα από την πραγματικότητα».
Ο Χάρτβιχ Φίσερ, διευθυντής του Βρετανικού Μουσείου, ανέφερε ότι η έμπνευση του Ροντέν εκπορεύτηκε από τις επισκέψεις του για να δει τα Γλυπτά στο Λονδίνο και ότι αποτελεί ένα «φανταστικό παράδειγμα» για το πώς ο χώρος που διευθύνει προσφέρει ένα μοναδικό σκηνικό για τα ελληνικά Γλυπτά.
«Η προβολή των Γλυπτών του Παρθενώνα, σε ένα παγκόσμιο πολιτιστικό πλαίσιο, βοηθά τους επισκέπτες να συνειδητοποιήσουν το μεγαλείο τους μόνο εκεί», δήλωσε ο Φίσερ – χωρίς να ντρέπεται. Με απλά λόγια, κάποιος δεν θα μπορούσε να καταλάβει την αξία των Γλυπτών στην Αθήνα, παρά μόνο στο Λονδίνο! Απίστευτος συλλογισμός…
Οι Ελληνες που επιθυμούν την επιστροφή των Μαρμάρων χαρακτήρισαν αυτό το επιχείρημα του Φίσερ ως «ανοησία», τονίζοντας ότι το εν λόγω μουσείο έχει χαρακτηριστεί ως ένα «παγκόσμιο αποθετήριο αντικειμένων αποικιοκρατίας».
«Η στάση του Μουσείου είναι αυτή: ναι, αυτά τα γλυπτά έχουν εκτοπιστεί, έχουν ληφθεί από τον τόπο στον οποίο δημιουργήθηκαν, αλλά τέθηκαν σε ένα άλλο πλαίσιο. Ετσι, αυτό που λείπει από την Αθήνα υπάρχει στο Λονδίνο, σε ένα διαφορετικό πλαίσιο, το οποίο προκαλεί άλλα είδη σκέψεων και άλλων μορφών δημιουργικότητας», τονίζει ο Φίσερ. Αγαπητέ, δεν έχουν «ληφθεί», έχουν κλαπεί. Αντίστοιχα, στον Ιερό Βράχο της Ακρόπολης, στον τόπο όπου γεννήθηκαν, ο θεατής θα έκανε λιγότερες σκέψεις, ενώ θα μπερδευόταν μέσα σε λάθος μορφές δημιουργικότητας. Αστειότητες…
Ο Τζένκινς, συμπληρώνει τη σκέψη του προϊσταμένου του: «Στο Λονδίνο αυτά τα έργα ξεπερνούν την αρχική τους λειτουργία ως αξιοθέατα και γίνονται αντικείμενα Τέχνης». Μετάφραση: στην Αθήνα είναι απλώς στολίδια, στο Λονδίνο βγάζουν την Τέχνη την οποία κρύβουν μέσα τους.
Ο Αλέξης Μανθεάκης, πρόεδρος της Διεθνούς Επιτροπής Δράσης για τα Γλυπτά του Παρθενώνα, δήλωσε: «Τα σχόλια του διευθυντή του Μουσείου είναι αστεία, μέρος της δικαιολογίας και της στάσης στην οποία έχουν αφιερωθεί εδώ και καιρό. Ολη αυτή η συζήτηση περί Τέχνης, μέσα σε ένα λεγόμενο παγκόσμιο πλαίσιο, είναι απλώς για να δικαιολογήσει ότι το Βρετανικό Μουσείο είναι ένας παγκόσμιος κατάλογος αποθεμάτων αποικιοκρατίας – μια βιτρίνα των κατακτήσεων της Βρετανίας».
Ουδείς μπορεί να διαφωνήσει με την παραπάνω άποψη. Το ζήτημα είναι να μπορέσουμε να ξεπεράσουμε τον θυμό μας για τις βρετανικές απόψεις που δεν απαλύνουν την απώλεια των Γλυπτών και, ταυτόχρονα, περιγράφουν την πραγματικότητα.
Η οποία λέει ότι τα Γλυπτά είναι σε βρετανικά χέρια και είναι σχεδόν αδύνατον να επιστρέψουν στη χώρα μας. Είναι σαν να περιμένει κάποιος ότι «πάλι με χρόνια με καιρούς, πάλι δικά μας θα ‘ναι» τα εδάφη στην άλλη όχθη του Αιγαίου.
Και ότι θα σηκωθεί ο Μαρμαρωμένος Βασιλιάς…
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News