Η συντηρητική παράταξη της Γερμανίας εξακολουθεί να τρεκλίζει στις δημοσκοπήσεις, πίσω από το SPD του Ολαφ Σολτς, και καθώς η 26η Σεπτεμβρίου, η μέρα που οι γερμανοί ψηφοφόροι θα προσέλθουν στις κάλπες για να εκλέξουν τα νέα μέλη της Μπούντεσταγκ, πλησιάζει απειλητικά, οι Χριστιανοδημοκράτες και οι Χριστιανοκοινωνιστές του CDU/CSU αποφάσισαν να επιστρατεύσουν στη μάχη τους για την εξουσία το παλιό φόβητρο του «κόκκινου» υποψήφιου και του «μυστικού συμμάχου» των χωρών της Ανατολικής Ευρώπης που εποφθαλμιούν τα χρήματα των γερμανών φορολογούμενων, εξηγεί σε άρθρο της η Τόνια Μαστρομπουόνι.
Η ανταποκρίτρια της La Repubblica στο Βερολίνο αναφέρει σχετικά πως ο Λούκας Γκούτενμπεργκ, υποδιευθυντής του παραρτήματος του Institut Jacques Delors στο Βερολίνο αναγκάστηκε να αναφέρει δημοσίως (στο Twitter) πως είναι «κρίμα που το CDU δεν μπορεί να αντισταθεί στον πειρασμό, κατά το τελευταίο μίλι της προεκλογικής εκστρατείας, να μην ενεργοποιήσει αντιευρωπαϊκά αντανακλαστικά για να κερδίσει δύο ψήφους παραπάνω».
Εως σήμερα το CDU/CSU επιδίωκε να πάρει το προβάδισμα, έστω και καθυστερημένα, επισημαίνοντας κυρίως τον κίνδυνο να σχηματιστεί στη Γερμανία μία «κόκκινη κυβέρνηση» συμμαχίας μεταξύ των Σοσιαλδημοκρατών, των Πρασίνων και της Αριστεράς (Die Linke). Ωστόσο οι τελευταίες δημοσκοπήσεις αποκαλύπτουν πως η συγκεκριμένη τακτική δεν λειτουργεί. Οι γερμανοί πολίτες είτε δεν πιστεύουν πως θα σχηματιστεί μία τέτοια κυβέρνηση είτε δεν ανησυχούν ιδιαίτερα όσον αφορά το ενδεχόμενο να σχηματιστεί μία υπέρ το δέον προοδευτική κυβέρνηση. Αλλωστε ο Ολαφ Σολτς, ο υποψήφιος του SPD για την καγκελαρία, προέρχεται από τη συντηρητική παράταξη του κόμματός του και δεν έχει καμία πρόθεση (προς το παρόν τουλάχιστον) να συνεργαστεί με το Die Linke.
Ετσι, τις τελευταίες ημέρες ο επικεφαλής του CSU (και πρωθυπουργός της Βαυαρίας) Μάρκους Ζέντερ, ο γενικός γραμματέας του CDU Πολ Ζίμιακ και ένα επιφανές (όσο και σκληροπυρηνικό) στέλεχος του κόμματος, ο Φρίντριχ Μερτς, άρχισαν να βάλλουν κατά του Σολτς «με λαϊκιστικές και αντιευρωπαϊκές κορόνες που είχαν να ακουστούν από τα χρόνια της ελληνικής κρίσης», αναφέρει χαρακτηριστικά η Μαστρομπουόνι.
Ο Μάρκους Ζέντερ, για παράδειγμα, σε συνέντευξή του στην Handelsblatt, κατηγόρησε τον Σοσιαλδημοκράτη διεκδικητή της καγκελαρίας ότι «ποντάρει στα ευρωομόλογα και σε μία Ενωση των χρεών». Ο βαυαρός ηγέτης υπονοεί πως ο Σολτς θα ήθελε να ολοκληρώσει την τραπεζική ένωση σε επίπεδο ΕΕ με τη δημιουργία ενός ευρωπαϊκού ταμείου εγγύησης των καταθέσεων. Κάτι τέτοιο καταρχάς θα προστάτευε το εύθραυστο τραπεζικό σύστημα της Γερμανίας, αλλά σύμφωνα με τον Ζέντερ «θα ανάγκαζε τους γερμανούς αποταμιευτές να εγγυώνται για τις τράπεζες της Νότιας Ευρώπης που έχουν καταρρεύσει».
Ο Πολ Ζίμιακ εμφανίστηκε πολύ πιο προκλητικός. Κατηγόρησε επίσης το SPD ότι τάσσεται υπέρ «μίας Ευρώπης των χρεών» στο πλαίσιο της οποίας «οι φορολογούμενοι, οι συνταξιούχοι και οι αποταμιευτές της Γερμανίας θα πρέπει να εγγυώνται στο μέλλον για τα χρέη άλλων». Αλλά το μεγάλο πρόβλημα του γενικού γραμματέα του CDU είναι ότι το SPD και ο υποψήφιος του επιθυμούν και μία «κοινωνική Ευρώπη» και σύμφωνα με τον Ζίμιακ αυτό θα σήμαινε ότι «οι γερμανοί εργαζόμενοι θα χρηματοδοτούσαν τις κοινωνικές υπηρεσίες άλλων χωρών, πως η Ευρώπη θα κατακλυζόταν από γερμανικά χρήματα». Ερωτηθείς από τον δημοσιογράφο με τον οποίο συνομιλούσε εάν σοβαρολογεί, ο συντηρητικός πολιτικός απάντησε: «Βεβαίως. Οι άνεργοι της Ρουμανίας ή της Βουλγαρίας ή άλλων χωρών θα χρηματοδοτούνταν από έναν ηλεκτρολόγο μηχανικό του Βούπερταλ ή από μία νοσοκόμα του Τσέμνιτς».
Εως πρόσφατα παρόμοιες απόψεις προέρχονταν από τη δεξιά πτέρυγα του CDU/CSU και τις εξέφραζαν σκληροπυρηνικές προσωπικότητες όπως ο Φρίντριχ Μερτς, ο πρώην άσπονδος εχθρός της Ανγκελα Μέρκελ που πριν από έναν χρόνο εναντιώθηκε στη σύσταση του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάπτυξης και δεν σταματά να επιτίθεται στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Το ότι ο Ολαφ Σολτς θέλει «μια ΕΕ των χρεών» και «ένα αδύναμο ευρώ» ενώ τάσσεται και υπέρ της τραπεζικής ένωσης, ο Μερτς το επανέλαβε πρόσφατα για πολλοστή φορά.
Ομως το να εκφράζουν τις ίδιες θέσεις κορυφαία στελέχη του CDU/ CSU – θέσεις σχετικά με τις οποίες έως τώρα επικρατούσε η άποψη ότι τις επεξεργαζόταν και τις εξέφραζε μία μειονότητα του κόμματος για να αποτραπεί τη φυγή ψηφοφόρων προ την ακροδεξιά του AfD – είναι σίγουρα ανησυχητικό. Ειδικά εάν κατέληγαν στο κυβερνητικό πρόγραμμα μιας ενδεχόμενης κυβέρνησης υπό την ηγεσία του Αρμιν Λάσετ, καταλήγει η ιταλίδα δημοσιογράφος.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News