Την πεποίθησή του ότι η κρίση της πανδημίας του κορονοϊού δημιουργεί και νέες ευκαιρίες εξέφρασε ο διοικητής της Τραπέζης Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας, μιλώντας την Τρίτη σε διαδικτυακή εκδήλωση του «Κύκλου Ιδεών» για «Την Ελλάδα μετά (;) την πανδημία», την οποία συντονίζει ο πρώην αντιπρόεδρος Βαγγέλης Βενιζέλος. Παραδέχτηκε πάντως ο διοικητής της ΤτΕ ότι η ύφεση για το 2020 θα είναι βαθύτερη από ό,τι στην προηγούμενη εκτίμηση.
Ο κ. Στουρνάρας τόνισε ότι, σύμφωνα με τις προβλέψεις της ΤτΕ, η συμβολή του Ταμείου Ανάκαμψης στον ετήσιο ρυθμό της οικονομικής ανάπτυξης θα είναι 1,9% κατ’ έτος και προσέθεσε ότι με τους κατάλληλους χειρισμούς η Ελλάδα μπορεί, παρά τις δυσκολίες, να κάνει τη μετάβαση στο νέο αναπτυξιακό πρότυπο. Παράλληλα όμως προέβλεψε αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων λόγω της πανδημίας.
«Ο κορονοϊός αφήνει βαρύ αποτύπωμα στην ελληνική και στην παγκόσμια οικονομία αλλά και στην κοινωνία. Είναι μια σοβαρή ασθένεια με πρωτοφανείς παρενέργειες, ύφεση, ανεργία χρεοκοπίες επιχειρήσεων, αύξηση μη εξυπηρετούμενων δανείων, αύξηση δημοσίων ελλειμμάτων και χρέους, αποπληθωρισμός, όπως έχουμε σήμερα στην Ελλάδα, δημιουργώντας τις προϋποθέσεις χρόνιας στασιμότητας, σε αρκετές οικονομίες. Μια τέτοια εξέλιξη πρέπει να αποφευχθεί πάση θυσία μέσω της κατάλληλης χρήσης της δημοσιονομικής και της νομισματικής πολιτικής αλλά και των κατάλληλων παρεμβάσεων στο τραπεζικό σύστημα, αλλά και μέτρα που τονώνουν την παραγωγικότητα» ανέφερε ο κ. Στουρνάρας.
Ο διοικητής της ΤτΕ ανέφερε ότι η πανδημία θα συνεχιστεί έως τα μέσα του 2021, όπου, όπως είπε, οι επιστήμονες εκτιμούν ότι θα έχουν βρεθεί αποτελεσματικά φάρμακα και εμβόλια και τόνισε ότι για τον λόγο αυτό, όλες οι οικονομικές προβλέψεις έως τότε είναι παρακινδυνευμένες.
«Η ελληνική οικονομία επιβαρύνεται και από την επιδείνωση των ελληνοτουρκικών σχέσεων και του προσφυγικού προβλήματος. Παρά ταύτα, η επίδοσή της στο πρώτο εξάμηνο του έτους, όπου το ΑΕΠ συρρικνώθηκε κατά 7,9% ήταν καλύτερη από τον μέσο όρο της ζώνης του ευρώ, όπου είχαμε συρρίκνωση κατά 9%, ενώ η πρόβλεψη της ΕΚΤ για την Ελλάδα για όλο το έτος, είναι συρρίκνωση του ΑΕΠ κατά 7,5%, λίγο μικρότερη από την πρόβλεψη για τη ζώνη του ευρώ που είναι 8%» ανέφερε ο κ. Στουρνάρας και εκτίμησε, ότι «αυτό ενδεχομένως οφείλεται στον πολύ μικρότερο αριθμό κρουσμάτων ανά χιλίους κατοίκους στην Ελλάδα και στο ότι η επίπτωση από το lockdown ήταν μικρότερη από τις άλλες χώρες της ευρωζώνης».
Συνεχίζοντας, ο διοικητής της ΤτΕ αναφέρθηκε στις ευκαιρίες που δημιουργούνται σημειώνοντας με έμφαση την «αξιοσημείωτη», όπως τη χαρακτήρισε, αλλαγή στη συμπεριφορά των θεσμών της ΕΕ.
«Κυρίαρχο στοιχείο απέναντι στην πανδημία στην ΕΕ είναι η κοινή δράση, μέσω της δημιουργίας του αναπτυξιακού ταμείου το οποίο θα χρηματοδοτήσει, αναπτυξιακές πρωτοβουλίες την περίοδο 2021 2026, από το οποίο η Ελλάδα θα εισπράξει 30,2 δισ. ευρώ, εκ των οποίων 17,7 δισ. ευρώ θα είναι επιχορηγήσεις, και τα υπόλοιπα πολύ χαμηλότοκα δάνεια για αναπτυξιακές δράσεις, με σημαντικότερες αυτές που αφορούν σε μετάβαση στην πράσινη ενέργεια και εξοικονόμηση ενέργειας, την ψηφιοποίηση του δημόσιου τομέα και της οικονομίας γενικότερα, και τη θωράκιση της υγείας. Η Ελλάδα εισπράττει πολύ περισσότερα χρήματα από αυτά που αναλογούν στην κλείδα της, αυτή που χρησιμοποιεί η ΕΚΤ στα προγράμματα αγορών κρατικών ομολόγων. Τα κονδύλια αυτά, εφόσον απορροφηθούν εγκαίρως και κατευθυνθούν σε δραστηριότητες με υψηλή προστιθέμενη αξία, και συνδυαστούν με τις κατάλληλες μεταρρυθμίσεις, η Ελλάδα θα έχει κάνει τη μετάβαση στο νέο αναπτυξιακό πρότυπο, παρά το γεγονός ότι θα είναι μια χώρα πολύ υψηλού δημόσιου χρέους το οποίο όμως με τις ρυθμίσεις που είχαν γίνει μπορεί να εξυπηρετείται», είπε.
Συνεχίζοντας, υπογράμμισε ότι σύμφωνα με τις πρώτες εκτιμήσεις της ΤτΕ οι επιπτώσεις του Ταμείου Ανάκαμψης στον ετήσιο ρυθμό της οικονομικής ανάπτυξης, είναι 1,9% κατ’ έτος.
«Η προσωρινή κατάργηση των κανόνων του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης επέτρεψε στις χώρες της ζώνης του ευρώ και στην Ελλάδα να στηρίξουν την παραγωγή και την απασχόληση. Τα μέτρα αυτά αναμένεται να αυξήσουν δραματικά το μέσο δημοσιονομικό έλλειμμα στα κράτη της Ευρωζώνης, κοντά στο 10% του ΑΕΠ για το 2020, όσο περίπου και στην Ελλάδα και το δημόσιο χρέος κατά 20 με 25 μονάδες», ανέφερε ο κ. Στουρνάρας.
Προσέθεσε χαρακτηριστικά ότι «ο συνδυασμός επεκτατικής δημοσιονομικής και νομισματικής πολιτικής πρέπει να συνεχιστεί μέχρι να ελεγχθεί η πανδημία, να ανακάμψουν οι οικονομίες και να πλησιάσει ο πληθωρισμός πολύ κοντά στον στόχο του 2% σε σταθερή και βιώσιμη βάση. Η κοινή δράση της ΕΕ η οποία εκφράστηκε με το Ταμείο Ανάκαμψης των 750 δισ ευρώ δεν πρέπει να είναι μια εφάπαξ πολιτική αλλά η απαρχή μιας περισσότερο συνεκτικής κοινής ευρωπαϊκής πολιτικής, με έκδοση κοινών ασφαλών ομολόγων».
Αναφερόμενος στις μακροοικονομικές εξελίξεις για την Ελλάδα, ο κ. Στουρνάρας είπε ότι για το 2020 η ΤτΕ αναμένει συρρίκνωση 7,5% για το σύνολο του έτους, έναντι συρρίκνωσης 5,8% που ήταν η προηγούμενη πρόβλεψη. «Το δυσμενές σενάριο παραμένει στο 9,4%, πάντα εξαρτώμενο από ενδεχόμενη επιδείνωση της πανδημίας. Για το 2021 αναμένεται σημαντική ανάκαμψη της τάξης του 5,6% στο βασικό σενάριο. Σημαντικό στοιχείο είναι η αύξηση των αποταμιεύσεων και πότε αυτή θα μετατραπεί σε επενδυτική ή καταναλωτική δαπάνη», τόνισε.
Σε ό,τι αφορά τις δημοσιονομικές εξελίξεις ο κ. Στουρνάρας είπε ότι η ΤτΕ αναμένει πρωτογενές έλλειμμα περίπου 6% για το 2020 λόγω των μέτρων που ελήφθησαν για την πανδημία και λόγω της πτώσης των φορολογικών εσόδων. «Το δημόσιο χρέος αναμένεται να ξεπεράσει οριακά το 200% του ΑΕΠ. Η βιωσιμότητα του χρέους μεσοπρόθεσμα συνεχίζει να ισχύει, κάτω από εύλογες υποθέσεις εξέλιξης του ονομαστικού ΑΕΠ», σημείωσε.
Αναφερόμενος στις τραπεζικές εξελίξεις τόνισε ότι «οι συνθήκες ρευστότητας αναμένονται πολύ θετικές με πολύ σημαντική αύξηση των καταθέσεων. Το πρόβλημα εντοπίζεται στα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, τα οποία είναι 60 δισ. ευρώ με στοιχεία του πρώτου εξαμήνου του 2020, στην ποιότητα των κεφαλαίων των τραπεζών λόγω του αυξανόμενου ποσοστού της αναβαλλόμενης φορολογικής απαίτησης στα συνολικά εποπτικά κεφάλαιά τους, και στον κίνδυνο ξαφνικής αύξησης των μη εξυπηρετούμενων δανείων».
Εκτίμησε επίσης ότι η εφαρμογή του σχεδίου «Ηρακλής» είχε θετικά αποτελέσματα, αλλά προσέθεσε ότι «δεν επαρκεί από μόνο του λόγω του όγκου των μη εξυπηρετούμενων δανείων», και ανέφερε ότι η ΤτΕ και οι σύμβουλοί της έχουν επεξεργαστεί λύση, η οποία, όπως είπε, βασίζεται σε μια εταιρεία διαχείρισης ενεργητικού, στην οποία θα μεταφερθούν σε εθελοντική βάση, αρχικά στη λογιστική τους αξία, τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια που θα περισσέψουν μετά την εφαρμογή του σχεδίου «Ηρακλής» σε όλες τις τράπεζες και αυτά που θα δημιουργηθούν από την πανδημία, τα οποία η ΤτΕ υπολογίζει σε 8 δισ. ευρώ έως 10 δισ. ευρώ». Προανήγγειλε δε ότι το σχέδιο αυτό «θα μπορεί να κατατεθεί στην κυβέρνηση και τις ευρωπαϊκές αρχές προς το τέλος του Σεπτεμβρίου».
Τέλος, απαντώντας σε ερώτηση του συντονιστή της συζήτησης Νίκου Φιλιππίδη, ο κ. Στουρνάρας τόνισε ότι είναι μια πρόταση πολύ καλά δουλεμένη, την οποία η ΤτΕ επεξεργάζεται μαζί με εταιρείες συμβούλων από τον περασμένο Μάρτιο και εξέφρασε την αισιοδοξία του ότι θα γίνει δεκτή και από την κυβέρνηση και από τους θεσμούς και θα μπορέσει να ξεκινήσει από τις αρχές του επόμενου έτους.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News