Καθώς το μακελειό στο Χανάου δείχνει ακροδεξιά τρομοκρατία, «γεννώνται ερωτήματα όσον αφορά την ικανότητα της γερμανικής αστυνομίας να ελέγξει τη βία των εξτρεμιστών». Ναι μεν τα δίκτυα των νεοναζί είναι εντοπισμένα, αλλά «πολλά πρόσφατα περιστατικά φανερώνουν ότι υπάρχουν και άλλα πρότυπα».
Το «μανιφέστο» του δράστη είχε αποδέκτη του το γερμανικό έθνος, λέει ο Ολιβερ Μούντι, ο νεαρός ανταποκριτής της λονδρέζικης εφημερίδας The Times στο Βερολίνο, κάτι που «υποδηλώνει ότι ο δολοφόνος αισθάνθηκε ότι είναι στρατιώτης σε έναν πόλεμο εναντίον επικίνδυνων εθνικών ομάδων, φυλών ή πολιτισμών». Ο ανταποκριτής επισημαίνει ότι ο λόγος του συγκεκριμένου άνδρα δεν είναι τυπικά νεοναζιστικός, αλλά μάλλον προσιδιάζει με εκείνον της «διεθνοποιημένης Δεξιάς, με τις θεωρίες συνωμοσίας της περί σύγκρουσης μεταξύ φυλών».
Ο φονιάς ζητεί την «εξάλειψη» μιας σειράς χωρών, από το Μαρόκο μέχρι τις Φιλιππίνες, και οι «παρανοϊκές εικασίες του» υποδηλώνουν κάποιον πάσχοντα διανοητικώς: λόγου χάρη, η «πεποίθησή του» ότι «τελούσε υπό την επιτήρηση μυστικών πρακτόρων από γεννησιμιού του».
Ο Μούντι θυμίζει τις περιπτώσεις των ακροδεξιών που αναστάτωσαν τη γερμανική κοινωνία τον τελευταίο καιρό: εκείνη του 27χρονου που προ πενταμήνου επετέθη σε συναγωγή κατηγορώντας μέσω Ιντερνετ τους εβραίους για τα προβλήματα του κόσμου. Μνημονεύει και τις προληπτικές συλλήψεις 12 ανδρών που ήταν εξοπλισμένοι και αποφασισμένοι να επιτεθούν σε τζαμιά με τελικό σκοπό την «καταστροφή του γερμανικού κράτους».
Τους ενώνει το Internet
Ο ανταποκριτής στέκεται στο γεγονός ότι οι επαφές των παραπάνω ατόμων γίνονταν μέσω διαδικτυακού «φόρουμ συνομιλιών». Ανεξαρτήτως της ιδεολογικής ταμπέλας που μπορεί κάποιος να κρεμάσει σε όλους αυτούς τους τύπους, αν δηλαδή είναι ακραιφνείς νεοναζιστές ή νεοσυντηρητικοί αμερικανικού τύπου, ένα είναι το βέβαιον κατά τον Μούντι:
«Ολοι τους έχουν ριζοσπαστικοποιηθεί μέσω Ιντερνετ» και όχι «μέσω ζυμώσεων και πολιτικοποίησης στον πραγματικό κόσμο».
Το γερμανικό κράτος, καταγράφοντας τάσεις στο πολιτικό περιθώριο, εκτιμά ότι 12.700 ακροδεξιοί κάθε απόχρωσης αποτελούν εν δυνάμει κίνδυνο πρόκλησης βιαιοτήτων κάθε είδους. Το πρόβλημα της αντιμετώπισής τους αποκρυσταλλώνεται στην ικανότητά τους να επικοινωνούν με απευθείας σύνδεση και να ενημερώνονται για τη χρήση εκρηκτικών υλών και όπλων.
Ξόδεψαν χρόνο στο Τζιχάντ
Υπάρχει όμως και ένα δεύτερο ζήτημα λέει ο βρετανός δημοσιογράφος: «Εδώ και πολλά χρόνια οι γερμανικές υπηρεσίες ασφαλείας έχουν επικεντρώσει το ενδιαφέρον τους στην καταπολέμηση της ισλαμικής τρομοκρατίας».
Οσοι ασκούν κριτική στο κράτος, συνεχίζει ο Μούντι, το εγκαλούν για εφησυχασμό απέναντι στο καινούργιο φαινόμενο της «ρευστής, ετερόκλητης και διεθνοποιημένης ακροδεξιάς». Πάντως η αρμόδια υπηρεσία, η BfV, η οποία καλείται «για την προστασία του συντάγματος», έχει ήδη ανακοινώσει ένα πλάνο προσλήψεων για την αντιμετώπιση της Ακροδεξιάς. Μάλιστα θα χρησιμοποιήσει ένα πρόγραμμα που μέχρι τώρα ήταν απασχολημένο αποκλειστικά με τους τζιχαντιστές, προσπαθώντας να αξιολογήσει την επικινδυνότητα των κινήσεών τους.
Ο ανταποκριτής κλείνει το σημείωμά του με ένα σχόλιο που υπονοεί ότι από την BfV έχουν περάσει και άτομα με δεξιά λογική τα οποία ευθύνονται για τη βραδύτητα των γερμανικών υπηρεσιών ασφαλείας «να προσαρμοστούν στην άνοδο της ακροδεξιάς τρομοκρατίας».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News