Ο Σπύρος δεν είναι από τα Γιάννενα όπως παραπέμπει το επώνυμό του. Μεγάλωσε όμως απέναντι, στην Κέρκυρα (τόπο καταγωγής του πατέρα του), ενώ γεννήθηκε το 1980 στο Λίβερπουλ, τόπο καταγωγής της μητέρας του. Κολυμβητής μεσαίων και μεγάλων αποστάσεων, δηλαδή 400 μ. και 1.500 μ., άρχισε να διακρίνεται στα τέλη της δεκαετίας του ’90. Πιτσιρικάς (για μας τους 30άρηδες τότε) είχε λάβει μέρος στην πρώτη του Ολυμπιάδα στο Σίδνεϊ το 2000. Ένας «ξανθομπάμπουρας» που ξεχώριζε από το μελαχρινό μοτίβο της ελληνικής αποστολής. Το 2004 κολύμπησε σε δύο τελικούς Ολυμπιακών Αγώνων όταν μόνο μια χούφτα Έλληνες έχουν καταφέρει να κολυμπήσουν σε τελικούς κολύμβησης. Το 2007 αποφάσισε να εγκαταλείψει το χλώριο για χάρη του αλατιού. Και δεν νομίζω ότι το μετάνιωσε ποτέ.
Άρχισε να εξειδικεύεται στους αγώνες «ανοικτού νερού», δηλαδή εκτός πισίνας, συνήθως σε θάλασσα ή σε λίμνη που είχαν αρχίσει να μπαίνουν στο επίσημο πρόγραμμα των διοργανώσεων κολύμβησης. Εκεί, στις αποστάσεις των 5 και 10 χλμ. άρχισε να συλλέγει μετάλλια σε πανευρωπαϊκά και παγκόσμια πρωταθλήματα. Τα 10 χλμ. είναι αναλογικά ο Μαραθώνιος της κολύμβησης καθότι οι πρώτοι τερματίζουν σε δύο ώρες παρά κάτι (στον Μαραθώνιο, δηλαδή στα 42 χλμ., οι πρώτοι τερματίζουν σε δύο ώρες και κάτι). Έτσι λοιπόν μπορούμε να πούμε άνετα ότι ο Γιαννιώτης είναι ένας άξιος (αν και μουσκεμένος) απόγονος του Φειδιππίδη. Πραγματικός μαχητής καθότι όσο κι αν σας φαίνεται παράξενο η ανοιχτή κολύμβηση (σε αντίθεση με την ασφάλεια που σου προσφέρουν οι διαδρομές στην πισίνα) είναι ένα άθλημα επαφής, όπου τα τραβήγματα, οι κλωτσιές και οι αγκωνιές είναι στην ημερήσια διάταξη, σχεδόν όπως και στο πόλο.
Αν υπάρχει μια λέξη που χαρακτηρίζει τον αθλητή Σπύρο Γιαννιώτη, είναι «σκύλος». Δεν τη διάλεξα τυχαία στον τίτλο, με την έννοια ότι δεν εγκαταλείπει, επιμένει, δεν τα παρατάει, λιώνει και συνεχίζει. Και δεν μιλάω μόνο για τον αγώνα. Μιλάω για τις εκατοντάδες ώρες προπόνησης πριν από αυτόν. Γιατί τα χρυσά μετάλλια εκεί ουσιαστικά κερδίζονται κι όχι μόνο την ημέρα του αγώνα. Κι επειδή πίσω από κάθε μεγάλο αθλητή υπάρχει κι ένας άξιος προπονητής, δεν πρέπει να παραλείψουμε να αναφέρουμε ότι όλα αυτά τα χρόνια είχε σταθερό προπονητή δίπλα του, τον έμπειρο Νίκο Γέμελο.
Το χθεσινό χρυσό μετάλλιο δεν ήταν φωτοβολίδα. Ο Σπύρος πρωταγωνιστεί τα τελευταία 6 χρόνια ανεβοκατεβαίνοντας τα βάθρα των μεγάλων διοργανώσεων. Πέρσι στο Λονδίνο στους Ολυμπιακούς Αγώνες για 5” έχασε το χάλκινο μετάλλιο. Το 2011 στη Σαγκάη ήταν πάλι χρυσός παγκόσμιος πρωταθλητής. Με βάση δηλαδή αυτές τις επιτυχίες και τη διάρκειά του, μιλάμε για έναν από τους 3-4 καλύτερους αθλητές που έχει βγάλει ο ελληνικός αθλητισμός. Το ευχάριστο είναι ότι η πορεία του Σπύρου Γιαννιώτη τα τελευταία χρόνια έχει αρχίσει να δημιουργεί σχολή στην «ανοιχτή κολύμβηση» όπου προσελκύει όλο και περισσότερους αθλητές και αθλήτριες. Μάλιστα προχθές η Κέλλυ Αραούζου, πρώην πρωταθλήτρια κλασικής κολύμβησης κι αυτή, άγγιξε το μετάλλιο στα 5 χλμ. (βγήκε 4η, 6 μόλις δέκατα του δευτερολέπτου μετά την 3η!) ακολουθώντας τα υγρά χνάρια της Μαριάνας Λυμπερτά.
Κλείνω ρίχνοντας μια ιδέα: Ο Σπύρος Γιαννιώτης είναι ο ιδανικός πρεσβευτής «ασφαλούς κολύμβησης» στη θάλασσα. Σε μια χώρα που έχει πάνω από 300 πνιγμούς κάθε χρόνο, μερικά σποτάκια με τον Σπύρο να δίνει συμβουλές σίγουρα θα τραβήξουν το ενδιαφέρον ενός κοινού που νομίζει ότι τα ξέρει όλα και αυτά «δεν το αφορούν». Το ποιος λέει κάτι έχει σημασία, ιδιαίτερα αν το ακροατήριο είναι μικρά παιδιά, αλλά ακόμα και για μας τους ξερόλες τους μεγάλους.
Σπύρο, την επόμενη φορά που θα κάνω τις απλωτές μου στις ελληνικές θάλασσες, εσένα θα σκέφτομαι. Θα μου έρχεται στο μυαλό η ξεραΐλα που νιώθεις στο στόμα, το αλάτι που ποτίζει όλο σου το είναι, οι μυς που γίνονται ανυπάκουοι από το γαλακτικό οξύ μετά τη μιάμιση ώρα. Μόνο που εγώ θα μαζεύω κοχύλια, κι εσύ θα μαζεύεις μετάλλια. Και κάτι μου λέει ότι ο «σκύλος» θα βάλει πλώρη και για Ρίο. Οι πέντε κύκλοι, άλλωστε, κάτι του χρωστάνε…
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News