525
|

Η (παιδική) χαρά του ποδοσφαίρου

Αλκης Γαλδαδάς Αλκης Γαλδαδάς 11 Μαρτίου 2010, 09:05

Η (παιδική) χαρά του ποδοσφαίρου

Αλκης Γαλδαδάς Αλκης Γαλδαδάς 11 Μαρτίου 2010, 09:05

Ο μικρός Σωκράτης ήταν πάλι στις κακές του και οι γύρω του υπέφεραν. Στριφογύριζε στο μικρό παιδικό πάρκο, που μάταια το είχαν στρίψει έτσι ώστε να φαίνεται και λίγο η θάλασσα από το μεγάλο παράθυρο μήπως και αυτό τον ηρεμούσε λίγο, αλλά μάταια. Οι άνθρωποι του σπιτιού είχαν ξαναδεί αυτές τις φάσεις. Ο μικρός να κρατάει στο χέρι το πάνινο κουκλάκι και να το βαράει αλύπητα στα κάγκελα, στο πάτωμα, πάνω στα άλλα παιχνίδια. Το κουκλάκι πότε ήταν το ίδιο πότε ήταν άλλο. Τώρα αυτό που κρατούσε έγραφε «Μπάντοβιτς» στην πλάτη. Κι εντωμεταξύ τους έστελνε να πάν να ψάξουν και να βρουν στην αποθήκη ένα άλλο, πιο παλιό, το «μυρμήγκι», λίγο κακομούτσουνο για παιδικό παιχνίδι, που του το είχαν φέρει από την Ισπανία, Βαλβέρντε ή κάπως έτσι το έλεγαν. Το καλοκαίρι είχε κάνει κι αυτό τη θητεία του στα κάγκελα και είχε φάει αρκετές από το μικρό Σωκράτη.

Τώρα όμως, τι σου είναι τα παιδιά, αυτό το ήθελε ξανά πίσω να παίξει μαζί του. Ο «αδίστακτος», που κάποτε είχε ανακατευτεί με κάτι άλλα παιχνίδια, αεροπλανάκια και τέτοια και είχαν γραφτεί πολλά γι αυτό, ήταν από τους λίγους που ο μικρός ανεχόταν να γυρίζει εκεί γύρω αλλά μερικές φορές πλήρωνε τα νεύρα του μικρού. «Αδίστακτο» τον είχε βαφτίσει μια οικονομική εφημερίδα για δικούς της λόγους αλλά τώρα μάλλον δυστυχή θα τον έλεγες βλέποντάς τον να ψάχνει βλαστημώντας τους Ισπανούς αγίους ενώ έψαχνε στη μισοσκότεινη αποθήκη για το εργατικό «μυρμήγκι». Στοίβα πια ήταν τα κουκλάκια εκεί μέσα, ταλαιπωρημένα τα πιο πολλά από το κοπάνημα. Το πιο φθαρμένο έλεγε «Ιωαννίδης» αυτό κι αν είχε φάει κάγκελο, ένα άλλο ντούρο και σχετικά ατσαλάκωτο με μια παλιομοδίτικη μαρμαρωμένη θα έλεγες χωρίστρα ήταν ο «Μπάγεβιτς» βέβαια ενώ το πιο έτοιμο για πρώτη ζήτηση ήταν αυτό που έλεγε «Λεμονής».

Στα αζήτητα της αποθήκης εδώ και καιρό κάτι άλλα με μαύρα ρούχα και μια σφυρίχτρα στο στόμα, να κοιτάζουν βουβά πια στο κενό. Τα καλά «κοράκια», (λόγω των μαύρων ρούχων τους είχαν πάρει το μακάβριο αυτό παρατσούκλι, ίσως όμως και γιατί έθαβαν και ομάδες με ένα σφύριγμ), έλεγαν πως τα είχε τώρα ένας άλλος μπόμπιρας, καινούριος σχετικά στην παιδική χαρά, που έπαιζαν όλοι εκεί τα Σαββατοκύριακα. Του την έδινε του μικρού Σωκράτη αυτός. Όχι τόσο γιατί ήταν τεράστιος και περπατούσε άτσαλα, σαν να τον έκοβε όλη την ώρα το πράσινο babylino, που ποτέ δεν του έπεφτε εντελώς σωστά. Αλλά γιατί αν και ήταν ένα μικρό και αφελές παιδί, κρίνοντας από τα λόγια του, είχε καταφέρει να στήσει μια δική του παραγκούλα εκεί στην παιδική χαρά και έβαζε μέσα μόνο τους φίλους του. Τελευταίο απόκτημα του πράσινου μπόμπιρα ένα άλλο κουκλάκι με κουστούμι και μια βλαχογραβάτα. Έλεγαν πως εμφανιζόταν μέχρι πριν λίγο στην TV αλλά για κάποιο λόγο τον… έξυσαν από εκεί και είχε πιάσει δουλειά στον πράσινο μικρό-γίγαντα και σαν μαέστρος είχε τη διεύθυνση των άλλων μαύρων κούκλων με τη σφυρίχτρα.

Βέβαια όλα αυτά τα τρομερά, που συνέβαιναν στη μικροκοινωνία της παιδικής χαράς, αν τα έβλεπες από λίγο πιο μακριά καταλάβαινες πως ήταν τρικυμία σε ένα φλιτζάνι με νερό. Από την άλλη όμως σκεπτόσουν, αν ακόμη και μέσα στο φλιτζάνι δεν μπορούμε να έχουμε μπουνάτσα τότε πώς θα είναι να ξανοιχτούμε στον ωκεανό;
 

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News