Με την… ευχή του αμερικανού προέδρου Τζο Μπάιντεν να φύγει ο Πούτιν από τη ρωσική προεδρία –φράση την οποία ξεστόμισε το περασμένο Σάββατο, επί πολωνικού εδάφους– ασχολήθηκε η Repubblica. Θύμισε ότι η ακριβής πρόταση του Μπάιντεν ήταν «για όνομα του Θεού, αυτός ο άνθρωπος δεν μπορεί να παραμείνει στην εξουσία», επίσης ότι υπήρξε άμεση αντίδραση από πλευράς Κρεμλίνου με το σχόλιο ότι τέτοιες προτάσεις περιπλέκουν τη διαδικασία ειρήνευσης στην Ουκρανία, αλλά και διευκρινιστική δήλωση του Λευκού Οίκου ότι ο Μπάιντεν δεν σκόπευε να ζητήσει «αλλαγή καθεστώτος στη Ρωσία».
Με αυτά και με τα άλλα, οι Ιταλοί διαπίστωσαν ότι αναζωπυρώθηκε στη Δύση η συζήτηση περί επικείμενου πραξικοπήματος στη Μόσχα.
Το ιταλικό Μέσο έλαβε ξεκάθαρη στάση: έγραψε ότι «κατά κάποιο τρόπο ήταν η τρίτη γκάφα» του Μπάιντεν, αφού είχαν προηγηθεί οι χαρακτηρισμοί «χασάπης» και «εγκληματίας πολέμου» τους οποίους ο αμερικανός πρόεδρος είχε απευθύνει στον ρώσο ομόλογό του. Το σερί του Μπάιντεν η Repubblica το απέδωσε «στον αυθορμητισμό του», στο γεγονός ότι «αφήνει να του ξεφεύγουν πράγματα» και μάλιστα «δίχως την παραμικρή διπλωματία». Τέλος πάντων, «είπε αυτό που πιστεύει για τον Πούτιν».
Η διευκρινιστική τοποθέτηση του Λευκού Οίκου σημαίνει, πάντα κατά τη Repubblica, ότι η Ουάσινγκτον κατανόησε πως η συγκεκριμένη έκφραση του προέδρου μπορεί να εκληφθεί σαν προσβλητική από τον Πούτιν, άρα να μη σταματήσει ο πόλεμος με τους όρους που επιθυμούν οι ΗΠΑ: «Αν ο Πούτιν πιστέψει ότι οι Δυτικοί δεν έχουν μόνο την πρόθεση να βοηθήσουν την Ουκρανία αλλά επιδιώκουν και να ανατρέψουν τον ίδιο, τότε θα έχει λιγότερα κίνητρα να διαπραγματευτεί κάποιον συμβιβασμό με το Κίεβο και να λήξει η σύγκρουση».
Στο σημείο αυτό η Repubblica ανέφερε ότι, εκτός από τον γάλλο πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν, δημοσίως (στο Twitter) έψεξε τον Μπάιντεν και ο Ρίτσαρντ Χάας, προέδρος του αμερικανικού think tank Council on Foreign Relations (Συμβούλιο Διεθνών Σχέσεων), πολύπειρος σε διπλωματικά θέματα. Ο Χάας (σσ: άρθρα του φιλοξενεί κατά καιρούς και το Protagon) τιτίβισε ότι η δύσκολη κατάσταση έγινε δυσκολότερη και παραδέχθηκε ότι άλλο πράγμα είναι η επιθυμία μας για κάτι και άλλο πράγμα η δυνατότητά μας να ικανοποιήσουμε την επιθυμία μας. Είδε και την κλιμάκωση του πολέμου πιθανή. «Τα συμφέροντά μας είναι να τερματίσουμε τον πόλεμο με όρους που μπορεί να αποδεχθεί η Ουκρανία και να αποθαρρύνουμε κλιμάκωση από πλευράς Ρωσίας. Η έκκληση του Μπάιντεν για αλλαγή ηγεσίας δεν εξυπηρετεί αυτούς τους δύο στόχους».
Στον αντίποδα αυτής της κριτικής, το βρετανικό Μέσο Guardian έγραψε ότι «η ιδέα να μείνει ο Πούτιν πρόεδρος της Ρωσίας έπειτα από μία συμφωνία με την Ουκρανία είναι ανήθικη», αφού «ο ρώσος δικτάτορας, με τις απάνθρωπες ενέργειές του έχει καταστήσει τον εαυτό του απαράδεκτο». Και όσον αφορά τη δήλωση Μπάιντεν, υπερθεμάτισε: «Η δολοφονική βασιλεία του πρέπει να λήξει από τα μέσα. Η Δύση πρέπει να κάνει ό,τι μπορεί για να ενθαρρύνει ένα πραξικόπημα». Στο κρίσιμο ερώτημα ποιος θα είναι ο πραξικοπηματίας, ο Guardian υπέδειξε σαν προθύμους «τους Κροίσους, τους στρατηγούς, τους γραφειοκράτες και τους διεφθαρμένους πολιτικούς». Ολοι αυτοί, έγραψαν οι Αγγλοι, «έχουν δεύτερες σκέψεις για τον πόλεμο επειδή δεν μπορούν πλέον να ταξιδέψουν στην Ευρώπη και επειδή το ρούβλι καταρρέει».
Η Repubblica δεν έδειξε να συμμερίζεται τον βρετανικό ενθουσιασμό για πραξικόπημα στη Ρωσία, ανέφερε όμως τις «15.000 συλλήψεις διαδηλωτών, τη φυγή Ρώσων στο εξωτερικό για να μη ζήσουν και πάλι σε μία χούντα όπως επί Σοβιετικής Ενωσης», αλλά και «τη δεκαπενθήμερη απουσία από το προσκήνιο δύο επιφανών ρώσων στρατιωτικών, του υπουργού Αμυνας Σοϊγκού και του επιτελάρχη Γερασίμοφ». Και διέγνωσε ότι «υπάρχει δυσφορία» για τους χειρισμούς του Πούτιν. Η οποία με την πάροδο του χρόνου μπορεί να διογκωθεί και στον ρωσικό λαό που αυτή τη στιγμή «σχηματίζει ουρές στα καταστήματα για να προμηθευτεί είδη πρώτης ανάγκης».
Ο λαός, όμως, πραξικοπήματα δεν μπορεί να κάνει. Χρειάζονται ειδικοί για αυτή τη δουλειά. Ποιος, λοιπόν, θα μπορούσε να το οργανώσει; «Το υπουργείο Αμυνας και η FSB, η κληρονόμος του έργου της Κα Γκε Μπε. Αυτοί οι φορείς θα τραβούσαν μπροστά και θα ακολουθούσαν οι δισεκατομμυριούχοι που πλήττονται από τις κυρώσεις». Τον Πούτιν θα υπερασπιζόταν η Εθνοφρουρά, «ο ιδιωτικός στρατός του προέδρου». Εχουν και αυτοί κίνητρο: «Ακόμη και οι απλοί στρατιώτες της εισπράττουν επιδόματα και υψηλούς μισθούς, έτσι γνωρίζουν ότι αν πέσει ο Πούτιν θα χάσουν αμέσως τα προνόμιά τους – έτσι είναι αποφασισμένοι να τον υπερασπιστούν». Το γενικό συμπέρασμα των Ιταλών είναι ότι «σήμερα ο Πούτιν μάλλον είναι καλύτερα προστατευμένος από οποιονδήποτε άλλον». Συνεπώς «η εξέγερση ή το πραξικόπημα απαιτούν χρόνο» και σε κάθε περίπτωση δεν είναι ζήτημα του παρόντος.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News