«Θα καταστήσουμε τη χώρα μας πρωτοπόρα στην προστασία του κλίματος», υποσχέθηκε ο Ολαφ Σολτς, ο επόμενος (από την ερχόμενη Τετάρτη 8 Δεκεμβρίου) καγκελάριος της Γερμανίας και επικεφαλής της κυβέρνησης συνασπισμού των Σοσιαλδημοκρατών με τους Πράσινους και τους Ελεύθερους Δημοκράτες.
«Καμία βιομηχανική χώρα δεν θα καταβάλει μεγαλύτερες προσπάθειες για την προστασία του κλίματος», επισήμανε και ο Κρίστιαν Λίντνερ, ηγέτης των Ελεύθερων Δημοκρατών και μελλοντικός υπουργός Οικονομικών της χώρας.
«Με αυτήν την κυβερνητική συμμαχία, βαδίζουμε τον δρόμο του 1,5°C», σημείωσε από την πλευρά του Ρόμπερτ Χάμπεκ, ηγέτης των Πράσινων (μαζί με την Αναλένα Μπέρμποκ που κατέληξε στο υπουργείο Εξωτερικών) και μελλοντικός επικεφαλής του νέου διευρυμένου υπουργείου Οικονομίας και Πολιτικής για το Κλίμα.
Αρκετοί, ωστόσο, αναφέρουν στο ρεπορτάζ τους οι Καρλ Ματίσεν και Αϊτόρ Ερνάντεθ-Μοράλες του Politico, έχουν αρχίσει ήδη να διερωτώνται πώς μπορεί η νέα γερμανική κυβέρνηση να τηρήσει τις υποσχέσεις της για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και, κυρίως, πόσο θα κοστίσει η τήρησή τους. Ο Αντρέας Γκραφ, υπεύθυνος ενεργειακής πολιτικής για την ΕΕ στη δεξαμενή σκέψης Agora Energiewende σημείωσε πως «υφίστανται πολύ καίρια ερωτήματα… κυρίως όσον αφορά το οικονομικό».
Σε αυτό το πλαίσιο η νέα γερμανική κυβέρνηση καλείται, για παράδειγμα, να βρει έναν τρόπο, ούτως ώστε έως το 2030 να απαλλαγεί από τον άνθρακα (ο οποίος κατά το πρώτο μισό του τρέχοντος έτους παρήγαγε το 27% της ηλεκτρικής ενέργειας στη χώρα), τηρώντας, συγχρόνως, την υπόσχεσή της ότι κανένας από τους εργαζόμενους στη βιομηχανία του άνθρακα δεν θα χάσει τη δουλειά του.
Η καγκελαρία έχει ήδη δεσμευτεί για την παροχή 40 δισεκατομμυρίων ευρώ για τη δημιουργία νέων «πράσινων» θέσεων εργασίας και οι τρεις κυβερνητικοί εταίροι συμφώνησαν να επισπεύσουν τις σχετικές διαδικασίες, δίχως, ωστόσο, να προτίθενται να αποζημιώσουν τις επιχειρήσεις που θα αναγκαστούν να τερματίσουν τη λειτουργία τους.
Επίσης τεράστιο ζήτημα που καλείται να αντιμετωπίσει η νέα γερμανική κυβέρνηση αποτελεί η τροφοδότηση της Γερμανίας με ενέργεια κατά τη διάρκεια της οικολογικής μετάβασης. Σε αυτό το πλαίσιο επιδιώκεται, πλέον, έως το 2030 από ανανεώσιμες πηγές να παράγεται όχι το 65%, όπως αρχικά είχε αποφασιστεί, αλλά το 85% της ηλεκτρικής ενέργειας στη χώρα. Οι ειδικοί, ωστόσο, θεωρούν την επίτευξη και του εν λόγω στόχου κάθε άλλο παρά εύκολη υπόθεση.
Πάντως ο κυβερνητικός συνασπισμός σκοπεύει να δεσμεύσει το 2% της γερμανικής επικράτειας για τη δημιουργία αιολικών πάρκων, να αυξήσει την παραγωγική ικανότητα των υπεράκτιων αιολικών πάρκων στα 75GW έως το 2045, να αξιοποιήσει όλες τις «κατάλληλες» οροφές για την εκμετάλλευση της ηλιακής ενέργειας και να αναβαθμίσει τα δίκτυα διανομής.
«Αλλά η καθαρή ενέργεια δεν θα επαρκεί για την κάλυψη της ζήτησης έως το 2030, και αυτό σημαίνει ότι η σταδιακή κατάργηση του άνθρακα θα αναγκάσει τους Γερμανούς να στραφούν σε δύο πράγματα που λατρεύουν να μισούν: στο ρωσικό φυσικό αέριο και στην γαλλική πυρηνική ενέργεια», επισημαίνουν οι δημοσιογράφοι του Politico.
Οσον αφορά το φυσικό αέριο η νέα γερμανική κυβέρνηση έχει ήδη δηλώσει πως είναι «απαραίτητο» για την κάλυψη «της αυξανόμενης ζήτησης για ενέργεια κατά τα επόμενα χρόνια σε ανταγωνιστικές τιμές». Επιπρόσθετα η Γερμανία χρειάζεται το φυσικό αέριο των Ρώσων για την παραγωγή μπλε υδρογόνου (που είναι πιο καθαρό από το γκρίζο), τουλάχιστον έως ότου θα διαθέτει αρκετή ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές για να παράγει το δικό της πράσινο υδρογόνο που είναι η πλέον καθαρή μορφή υδρογόνου.
Ωστόσο η ενεργειακή εξάρτηση της Γερμανίας από τη Ρωσία (η οποία πρόκειται να αυξηθεί περαιτέρω εάν εγκριθεί, τελικά, και αρχίσει η λειτουργία του Nord Stream 2 την επόμενη χρονιά) απασχολεί και ανησυχεί ολοένα περισσότερους στο Βερολίνο. Στην προκειμένη περίπτωση σανίδα σωτηρίας αποτελεί η πυρηνική ενέργεια της Γαλλίας.
Μετά την καταστροφή που σημειώθηκε στην Φουκουσίμα της Ιαπωνίας το 2011 η Ανγκελα Μέρκελ ανακοίνωσε πως η χώρας της πρόκειται να εγκαταλείψει την πυρηνική ενέργεια ενώ η διαδικασία σταδιακής κατάργησής της πρόκειται να ολοκληρωθεί κατά τη διάρκεια της επόμενης χρονιάς.
Ωστόσο «το ενοποιημένο ενεργειακό σύστημα της ΕΕ επιτρέπει την εισαγωγή ενέργειας που παράγεται από την πυρηνική βιομηχανία της Γαλλίας την οποία ο πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν έχει δεσμευτεί να επεκτείνει», υπενθυμίζει το Politico. «Μπορούμε να προβλέψουμε ότι η πυρηνική ενέργεια θα συνεχίσει να αποτελεί και το 2030 μέρος της ολοκληρωμένης λύσης της Γερμανίας για να έχει εφεδρείες ενέργειας», ανέφερε ο Αντρέας Γκραφ.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News