530
|

Το γκρο πλαν της Κοραλίας Καράντη

Το γκρο πλαν της Κοραλίας Καράντη

Το «γλυκό πουλί της νιότης», του Τενεσί Ουίλιαμς, ήταν ανάμεσα στα δώρα των εικοστών εννάτων γενεθλίων μου. Μολονότι δε μου αρέσει να διαβάζω θεατρικά, η Αλεξάνδρα Ντελ Λάγκο, μια χολιγουντιανή ηθοποιός κοντά στα πενήντα, που προσπαθεί να ξεπεράσει την κρίση ηλικίας μέσω των καταχρήσεων, μου είχε τραβήξει το ενδιαφέρον. Περισσότερο από τις μεταπτώσεις στην ψυχολογία της, με είχε ιντριγκάρει ο τρόπος που ο συγγραφέας αποτύπωνε την αδυναμία της να διαχειριστεί τη χαμένη από χέρι μάχη με το χρόνο. Οι σελίδες πετούσαν μπροστά στα μάτια μου και το βιβλίο τέλειωσε σε δυο μέρες.

Η ιστορία μου είχε αφήσει μια απορία. Ποια ελληνίδα θα μπορούσε να ανταποκριθεί σε έναν τέτοιο πολυσύνθετο ρόλο; Να είναι αισθησιακή, με δόσεις προστυχιάς, να αποπνέει μια φθαρμένη λάμψη, αλλά να διατηρεί το κύρος μια ισχυρής προσωπικότητας, να είναι έξυπνη για να αναγνωρίζει την κατάστασή της, ταυτόχρονα όμως τόσο πληγωμένη που να ερωτεύεται έναν μικρότερο άντρα, και να δίνει μαθήματα ήθους με τη συμπεριφορά της; Κάποιος μου είπε ότι η Μελίνα Μερκούρη, στην παράσταση του 1960 στο Θέατρο Τέχνης, ήταν εξαιρετική.

Φέτος, από τέλη Φλεβάρη, το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος, σε σκηνοθεσία Βασίλη Νικολαϊδη, πήρε το ρίσκο να ανεβάσει το διαχρονικό έργο του Αμερικάνου συγγραφέα. Μόλις στο πρώτο μισάωρο της παράστασης θυμήθηκα τα λόγια γνωστού ηθοποίου, από μια συζήτηση που είχαμε στα καμαρίνια. «Και η αποτυχία στο σανίδι θέλει πολύ κόπο, κρύβεται πολύς ιδρώτας πίσω από αυτό που βλέπεις», μου είχε πει. Στη σκέψη τούτη ανασκουμπώθηκα, ένιωσα αμήχανα που βρίσκομαι στη θέση του θεατή. Στην αχανή σκηνή του Βασιλικού Θεάτρου, το οποίο λες και είναι καταραμένο να μη γεμίσει ποτέ, η Κοραλία Καράντη, υποδυόμενη τη Ντελ Λάγκο, εξηγεί στο νεαρό εραστή της, τον Μέμο Μπεγνή, γιατί έφυγε τρομοκρατημένη από την πρεμιέρα της τελευταίας της ταινίας. Επειδή στο πρώτο γκρο πλαν άκουσε εκκωφαντικούς ψιθύρους για το πόσο είχε γεράσει. Κι αυτοί οι ψίθυροι στοίχειωσαν τα αυτιά της και την έριξαν στον προθάλαμο της κατάθλιψης, στη μελαγχολία.

Τη στιγμή που η Καράντη έλεγε τις δυο θαυματουργές λέξεις, «γκρο πλαν», ο χρόνος πάγωσε και τα μάτια μου εστίασαν πάνω της, σαν κάμερα που κάνει κοντινό πλάνο: βλέμμα ανέκφραστο και φωνή άψυχη. Έμοιαζε εγκλωβισμένη σε μια προσωπική μελαγχολία, που παραδόξως την τραβούσε μακριά από τον ρόλο, αντί να την ταυτίζει με αυτόν. Το κομβικό σημείο για να εκτοξεύσει την παράσταση χάθηκε. Κι έκτοτε, δεν υπήρξε επιστροφή, σαν η ίδια να γνώριζε ότι η απόδοσή της υστερούσε. Στο σανίδι, τα βήματα της δε συγχρονίστηκαν ποτέ με την αμερικανίδα σταρ. Οι θεατές κοιτούσαν μια γυναίκα, στις ηλικιακές προδιαγραφές του Ουίλιαμς, να προσπαθεί μάταια να πείσει τον εαυτό της ότι ο ρόλος δεν είναι μεγαλύτερος από τις υποκριτικές της ικανότητες.

Φεύγοντας, ένιωσα μια ακαταλαβίστικη στενοχώρια. Στο δρόμο της επιστροφής, φέρνοντας την Κοραλία Καράντη στο μυαλό μου, σκέφτηκα ότι οι άνθρωποι συνήθως αποτυγχάνουν όταν δεν συνειδητοποιούν ότι αναλαμβάνουν κάτι πολύ δυσκολότερο από αυτό που πραγματικά μπορούν να βγάλουν εις πέρας. Η Αλεξάνδρα Ντε Λάγκο φαινόταν ως χρυσή ευκαιρία για την Καράντη να επιστρέψει πανηγυρικά στο θέατρο. Ωστόσο, τα καράτια ήταν 24 και η ευκαιρία μετατράπηκε σε παγίδα. Στο τέλος τη χειροκρότησα. Όχι για την απόδοσή της, αλλά για το θάρρος της να υποκλιθεί μπροστά στο κοινό. Θα μπορούσε να είχε τρομάξει από τους ψιθύρους και να το έβαζε στα πόδια.

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News