Τα μυστικά του σινεμά 48.0
Τα μυστικά του σινεμά 48.0
Η διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στο «από ’δω» και το «από ’κει» της κάμερας δεν εμπόδισε αρκετούς σκηνοθέτες να τη διαβούν. Ως ηθοποιοί αυτή τη φορά, άλλοτε σε ταινίες συναδέλφων τους κι άλλοτε σε ιδανική συνεργασία με τον… ίδιο τους τον εαυτό. Πιο εύκολη, φυσικά, είναι η μετάβαση για όσους κατέχουν τη διπλή ιδιότητα. Σκηνοθέτες-ηθοποιοί, από τον Κλιντ Ιστγουντ και τον Γούντι Αλεν μέχρι τον Χριστόφορο Παπακαλιάτη. «Η δική μου περίπτωση είναι ενός σκηνοθέτη-ηθοποιού που γράφει» είχε πει ο Ορσον Γουέλες, πλειοδοτώντας με την ιδιότητα (και) του σεναριογράφου.
Οι… καθαρόαιμοι σκηνοθέτες αποφεύγουν, συνήθως, τις κακοτοπιές αναλαμβάνοντας μικρούς ρόλους στις ταινίες τους. Ένα πλούσιο καλεσμένο υποδύθηκε ο Ζαν Ρενουάρ στον «Κανόνα του παιχνιδιού» (1939), τον αμερικανό πρέσβη ο Νίκολας Ρέι στο «55 μέρες στο Πεκίνο» (1963), ένα τουρίστα ο Τζον Χιούστον στο «Θησαυρό της Σιέρα Μάντρε» (1948), τον γιαπωνέζο αστυνομικό ο Σάμουελ Φούλερ (μακιγιαρισμένος ανάλογα) στη «Γυμνή γκέισα» (1955). Πολλοί επέλεξαν ρόλους κομμένους και ραμμένους στα μέτρα τους. Τους σκηνοθέτες υποδύθηκαν σε ταινίες τους οι Τζόζεφ Λόζεϊ («Η μυστηριώδης κυρία με τα μαύρα», 1956), Κλοντ Σαμπρόλ («Οι ελαφίνες», 1968), Φεντερίκο Φελίνι («Ρόμα», 1972), Μελ Μπρουκς («Η τελευταία τρέλα του Μελ Μπρουκς», 1976). Το… τζακ ποτ, πάντως, σημειώθηκε στην «Περιφρόνηση» (1963) του Ζαν Λικ Γκοντάρ, όπου ο ίδιος υποδύεται έναν βοηθό σκηνοθέτη, με σκηνοθέτη (στην ταινία πάντα) τον Φριτς Λανγκ.
Άλλοι ανοίχτηκαν σε πιο βαθιά νερά, αναλαμβάνοντας ρόλο (συν)πρωταγωνιστή σε ταινίες που σκηνοθέτησαν. Ο Ρόμαν Πολάνσκι υπήρξε -μεταξύ άλλων ρόλων- θύμα των βαμπίρ στη «Νύχτα των βρικολάκων» (1967) και εφιαλτικός αυτόχειρας στον «Ένοικο» (1976). Ο Φρανσουά Τριφό γιατρός στο «Ένα αγρίμι στην πόλη» (1970). Ο Ζιλ Ντασέν διαρρήκτης στο «Ριφιφί» (1955) και αρχαιόπληκτος αμερικανός τουρίστας στο «Ποτέ την Κυριακή» (1960). Περισσότερο… εθισμένος στην ηθοποιία ο Τζον Χιούστον επωμίστηκε (και απέδωσε εμβληματικά) τον ρόλο του Νώε στην «Βίβλο» (1966). Οσο για τον Κλοντ Σαμπρόλ, επέλεξε τα… δύσκολα κάνοντας έναν Έλληνα, τον Αλκιβιάδη, στο «Ο δρόμος της Κορίνθου» (1967).
Αδιαφιλονίκητος νικητής στις κινηματογραφικές εμφανίσεις ήταν -και παραμένει- ο Άλφρεντ Χίτσκοκ. Ο μετρ του σασπένς σκηνοθέτησε περισσότερες από 50 ταινίες, έχοντας κάνει σε τουλάχιστον 30 από αυτές σύντομα περάσματα μπροστά από τον φακό. Μια συνήθεια που έγινε καλτ, με τους θεατές να προσπαθούν να τον εντοπίσουν από ταινία σε ταινία. Για αυτό τον λόγο, άλλωστε, ο ίδιος είχε επιλέξει να εμφανίζεται στις αρχικές σκηνές, ώστε να μην αποσπάται η προσοχή του κοινού από την εξέλιξη της ιστορίας. Ξεκίνησε τα σουλάτσα μπροστά από τον φακό το 1927, στο θρίλερ «The lodger» (ένας από τους εργαζόμενους σε γραφείο εφημερίδας). Ακολούθησαν έκτακτες εμφανίσεις σε αρκετές ταινίες της αγγλικής περιόδου: «Εκβιασμός» (1929, επιβάτης του μετρό), «Τα 39 σκαλοπάτια» (1935, περαστικός έξω από το λεωφορείο), «Νέος και αθώος» (1937, φωτογράφος έξω από το δικαστήριο), «Η κυρία εξαφανίζεται» (1938, άνθρωπος που περπατά στην πλατφόρμα του σιδηροδρομικού σταθμού του Λονδίνου) κ.ά. Αργότερα, στο Χόλιγουντ, διατήρησε αυτή τη συνήθεια επιλέγοντας κάθε φορά διαφορετικό τρόπο εμφάνισης. Στη «Ρεβέκκα» (1940) περιμένει έξω από ένα τηλεφωνικό θάλαμο, στον «Άγνωστο του εξπρές» (1951) προσπαθεί να μπει στο τρένο κουβαλώντας ένα πελώριο μπάσο, στη «Σκιά των τεσσάρων γιγάντων» (1959) χάνει την τελευταία στιγμή το λεωφορείο, στα «Πουλιά» (1963) βγαίνει από ένα κατάστημα ζώων συνοδεύοντας αρκετά σκυλάκια κ.λπ.
Οι πιο ευφάνταστες εμφανίσεις του Χίτσκοκ σημειώθηκαν σε 4 ταινίες. Στον «Βρόγχο» (1948) η γνώριμη φιγούρα του σχηματίζεται σε μια ταμπέλα νέον, στην «Οικογενειακή συνομωσία» (1976) η σιλουέτα του διαγράφεται πίσω από το τζάμι μιας πόρτας, στο «Τηλεφωνήσατε Ασφάλεια Αμέσου Δράσεως» (1954) διακρίνεται σε μια ομαδική φωτογραφία, ενώ στη «Σωσίβια λέμβο» (1944) εικονίζεται σε μια διαφήμιση εφημερίδας για χάπια αδυνατίσματος. Για την ακρίβεια, σε δύο φωτογραφίες με την ένδειξη «πριν» (χοντρός) και «μετά» (αδυνατισμένος). Μικρή, αλλά χαρακτηριστική λεπτομέρεια: την περίοδο εκείνη ο Χίτσκοκ ακολουθούσε μια κούρα αδυνατίσματος και οι δύο φωτογραφίες ήταν πραγματικές. Την πρώτη την έβγαλε όταν ήταν 136 κιλά, ενώ στη δεύτερη είχε κατέβει στα 91 κιλά.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News