861
|

Πικρούτσικα πικρούτσικα

Γιούλα Ράπτη Γιούλα Ράπτη 12 Μαΐου 2015, 12:11

Πικρούτσικα πικρούτσικα

Γιούλα Ράπτη Γιούλα Ράπτη 12 Μαΐου 2015, 12:11

Αν ζούσε σήμερα ο Προυστ και, Αναζητώντας τον Χαμένο Χρόνο, ξεκινούσε με την ανάμνηση μιας μαντλέν στο τσάι για να φτάσει μετά από αμέτρητες σελίδες στον Ξανακερδισμένο Χρόνο, δεν θα τον ακολουθούσαν και πολλοί.

Με λόγια του σήμερα, αν ήταν blogger, δεν θα είχε καμιά τύχη σε followers που θα ταυτίζονταν μαζί του σ' αυτό το ταξίδι στον χρόνο και την αυτογνωσία.

Μπορείς, όμως, να ξεκινήσεις από τα ραδίκια της γιαγιάς σου, που τα 'βρισκε πικρούτσικα πικρούτσικα αλλά απολαυστικά, και μ' ένα τόσο δα βιβλιαράκι να πας τον χρόνο πίσω-μπρος, σε ό,τι κράτησε, ωραιοποίησε ή εξόρισε η μνήμη, και στην αναμέτρηση του εαυτού που κατάφερες κάπως να συνθέσεις με την πραγματικότητα της καθημερινής σου ζωής.

Vita moderna. Ο Θάνος Κάππας, παιδί αυτών των καιρών, των αγχωμένων, βιαστικών και καχύποπτων με τη νοσταλγία, στην αρχή της ελληνικής μπλογκόσφαιρας πριν μια δεκαετία, συστήθηκε ως Thas Kas με τη Vitamoderna. Στο περισσότερο αθώο και προστατευτικό κλίμα των πρώτων χρόνων, τα κείμενά του που συνδύαζαν λυρισμό και λιτότητα, πικρές διαπιστώσες και ξεχωριστή τρυφερότητα, καταδύσεις στα βαθιά και παιδική ελαφρότητα, βρήκαν θερμή υποδοχή και πιστούς συνοδοιπόρους.

Ο Θάνος Κάππας, εκπαιδευτικός, μας συστήνεται τώρα ως συγγραφέας, με τα «Πικρούτσικα πικρούτσικα», από τις εκδόσεις της Εστίας, ανασυνθέτοντας κομμάτια και αποσπάσματα από τα 10 χρόνια γραφής του στο blog και σε έντυπα αλλά και κάποια αδημοσίευτα. 40 αφηγήματα σε δύο ενότητες.

Εμμονές και καθηλώσεις. Στην πρώτη ενότητα, ο χρόνος παίζει σαν παιδί με τους βόλους. Η επαρχία που μεγάλωσε, οι πρώτος παιδικός έρωτας, οι φίλοι, η Νέα Σμύρνη ως νέα πατρίδα, η εφηβεία… Κοινός τόπος όλων, που δεν αποκλείεται παιδιά να είχαμε τα ίδια αναπάντητα ερωτήματα («πρώτον, γιατί δεν ζούμε κρυμμένοι κάτω από το σεντόνι αγκαλιά με ένα κορίτσι και δεύτερον, γιατί να πεθαίνουμε»).

Ο Θάνος Κάππας γνωρίζει ότι και η μνήμη μια κατασκευή είναι. Η ανάμνηση, παρά τα στοιχεία ντοκιμαντέρ, μια fiction απόδοση είναι τελικά, που ανάλογα με τις εμμονές, τις καθηλώσεις, τις προσδοκίες και τους φόβους μας συμμετέχει στο ταινιάκι της ζωής μας. Με πρωταγωνιστές, κομπάρσους, ερασιτεχνική ίσως σκηνοθεσία και ελλείψεις στο σενάριο, αλλά πάθος στην ερμηνεία. («Σκέφτομαι την εικόνα ενός καλού παιδιού που επιμελώς κατασκεύαζα για χρόνια, βουτηγμένος στην αγωνία ότι από ώρα σε ώρα θα αποκαλυφθεί η περί του αντιθέτου αλήθεια (…) Γι’ αυτή τη σκηνοθεσία ενός άλλου, είπα τόσα ποιήματα, κατέθεσα τόσα στεφάνια, έκανα τόσες παρελάσεις. Για να κρυφτεί αυτή η ένταση έμαθα τόσες πρωτεύουσες, συγκράτησα τόσες μάχες. Κι επειδή ανάπαυση δεν βρήκα, φρόντισα να φορτώσω νέο ψέμα πάνω στο παλιό. Και συνεχίζω ακόμα έτσι, απτόητος».

Tragicomedia moderna. Στη δεύτερη ενότητα το ταινιάκι μας προβάλλεται πια στην οθόνη της πραγματικότητας. Οι κριτές είναι αυστηροί, το κοινό μπορεί να γιουχάρει ή να αποθεώσει, αλλά η ζωή πρέπει να συνεχιστεί, με μοντάζ ή χωρίς. Στην ολομέτωπη σύγκρουση του μέσα εαυτού με τα κωμικοτραγικά επεισόδια της ζωής, ο άλλος εαυτός, αυτός που σκηνοθετήσαμε, με όση ενηλικίωση μπόρεσε ή άντεξε, προσπαθεί να βγάλει μια άκρη. («Προτεραιότητες ανατρέπονται, απωθήσεις ανασύρονται και τελικά στήνεται ένας καθρέφτης να κοιτάξεις. Ποιος είσαι και πού βαδίζεις. Ποια τα ζητούμενα και ποια η γεύση της ζωής»)

Κι έτσι ο κύκλος, που άρχισε με τα πικρούτσικα αλλά γευστικά ραδίκια της γιαγιάς, ξαναρχίζει. Όπως και οι βασικές απορίες στο παιδικό κεφάλι, παρά τις εμπειρίες, τους έρωτες, τα διαβάσματα, τις μουσικές και τα χρόνια που πέρασαν, παραμένουν αναπάντητες.

Ο Θάνος Κάππας φαίνεται να συμφωνεί με τη διαπίστωση του Πολ Βαλερί «Οι άνθρωποι διαφέρουν σ΄αυτά που δείχνουν και μοιάζουν σ' αυτά που κρύβουν». Οι μικρές, λιτές αλλά πλήρεις νοήματος ιστορίες του, αποκαλύπτουν την τέχνη να αφαιρείς το περιττό για χάρη της ουσίας, να μιλάς απευθείας στην καρδιά αλλά έχοντας και το μυαλό συντονισμένο και ικανοποιημένο· πράγμα δυσεύρετο όχι μόνο στη λογοτεχνία αλλά και στη ζωή.

Όσο γρήγορα διαβάζονται τα «Πικρούτσικα πικρούτσικα», τόσο αργά μεταβολίζονται και τα κρατάς δίπλα στο κομοδίνο για μια δεύτερη, πιο ήσυχη, παραδομένη ανάγνωση.

Λογοτέχνης ή blogger; Αυτή είναι μια συζήτηση που έχει ανοίξει εδώ και καιρό και θα κρατήσει ακόμη περισσότερο. Δεν νομίζω να αμφισβητεί κανείς ότι οι bloggers υπήρξαν οι χρονογράφοι του καιρού μας. Το facebook σαρωτικά μας έφερε σταδιακά στη μετα-blogging εποχή. Αρκετοί από αυτούς, με το nickname ή το κανονικό τους όνομα, εκδίδουν βιβλία, διεκδικώντας πέρα από την οθόνη μας και μια θέση στη βιβλιοθήκη μας. Κατ' αναλογία, θυμίζει μια εποχή που οι δημοσιογράφοι εξέδιδαν τις στήλες που είχαν σε εφημερίδες.

Στο ερώτημα αν το υλικό ενός προσωπικού ιστολογίου αποτελεί πρώτη ύλη για λογοτεχνία, η απάντηση είναι «εξαρτάται»: όχι μόνο από τον χρόνο, αλλά και από τι αναγνωρίζουμε σήμερα ως τέχνη του λόγου – η Τέχνη, σε όποια μορφή, δεν μπορεί να είναι ανεπηρέαστη από τους κραδασμούς της κάθε εποχής.

Τα «Πικρούτσικα πικρούτσικα», αναδεικνύουν έναν έτοιμο, διεισδυτικό και με σαφές προσωπικό στίγμα συγγραφέα. Η σύνθεση, η διαδοχή και η κρυφή συνομιλία των 40 αφηγημάτων δημιουργεί ένα άρτιο λογοτεχνικό έργο. Και ίσως να είναι ακόμη πιο δύσκολη αυτή η επεξεργασία και σύνθεση από την κατευθείαν γραφή νέου υλικού.

Όσο για το παλιό και παντοτινό ερώτημα αν το προσωπικό γίνεται και γενικά ενδιαφέρον, όλα στην Τέχνη είναι προσωπικά, σημασία έχει πώς γίνεται αυτό, ο τρόπος. Κι αν κάτι εμφανίζεται σαν αυτοβιογραφικό, σημασία έχει ότι καταλήγει σαν βιογραφία μιας γενιάς, ή ακόμη περισσότερο σαν καθρέφτης των ανθρώπων, πίσω από τα προφανή· εκεί που όλοι μοιάζουμε κι ας το κρύβουμε…

Ο Θάνος Κάππας κερδίζει αυτό το στοίχημα. Διαβάστε τον!

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News