“Πανωλεθρίαμβος”, Κων/νος Τζούμας (Καστανιώτης)
“Πανωλεθρίαμβος”, Κων/νος Τζούμας (Καστανιώτης)
Το ταξίδι του «Φινετσάτου Κωνσταντίνου Τζούμα» φτάνει στο τέλος του. Η μοναδική αυτή persona επιστρέφει το 1975 από τη Νέα Υόρκη , στη χώρα που δεν θα ωριμάσει ποτέ, που όλοι θέλουν να παραμείνουν κολλημένοι στην εφηβεία και μας ξεναγεί στα πεπραγμένα του ως το 2005. Πρόκειται για μια de profundis εξομολόγηση – παρουσίαση μιας ελεύθερης προσωπικής ζωής, από πλευράς εμπειριών, που ήθελε να ζήσει.
Σνομπάροντας που και που τα αισθήματά του, με γλαρή ευλάβεια στην κατάθεσή της ψυχής του, προσπάθησε να φέρει εις πέρας το οτιδήποτε, χωρίς να το κάνει θέμα, απολύτως ικανός να υπάρξει, με μία αισθητική που έγινε η ηθική του, προφυλάσσοντας τον από κάθε μορφής χυδαιότητα, γιατί αυτός είναι ο χαρακτήρας του. Επέμεινε σε χαμηλόφωνη συμπεριφορά, μακριά από επικίνδυνες γοητείες και απατηλές λάμψεις. Προτίμησε να μείνει σιωπηλός, να κάνει το σωστό, που περνάει απαρατήρητο, παρά να κλέψει την παράσταση κερδίζοντας τις εντυπώσεις.
Συχνά εγκατέλειψε μπάνικες κουκλάρες, γυναίκες εκπάγλου καλλονής, με κρουστά σεξαπήλ, γεμάτα από ανεπιτήδευτη ελεγκάντσα, σαν ο χρόνος να είναι με το μέρος τους, στο έλεος τους από περιφρόνηση και ίσως για τιμωρία, όταν αντιλήφθηκε – ευτυχώς πάντα πολύ νωρίς – ότι οι κορμάρες τους ορέγονταν κτήνη, αντρίλα και εκφοβισμό, αντί της ευγένειας και της φινέτσας που υποτίθεται ότι τις τράβηξε κοντά του.
Γοήτευσε και γοητεύτηκε, αποπλανήθηκε και αποπλάνησε, κατέκτησε και κατακτήθηκε, λατρεύτηκε και λάτρεψε γυναίκες και…..για το ανιδιοτελές δόσιμό τους, που δεν περίμεναν τίποτα από εκείνον, και είδε τον έρωτα ως ένα παιχνίδι και τίποτα περισσότερο, καθότι σε διαφορετική περίπτωση πολύ drama και toomuchila, στο οποίο συμμετείχε όποτε προέκυπτε, απολαμβάνοντάς το και ακολούθως πήγαινε γι’ άλλα.
Όσο για τη διαδρομή του στα επαγγελματικά του, έψαχνε πάντα το καινούργιο, το διαφορετικό, αυτό που ξέφευγε από το τετριμμένο και ξεχώριζε από το κλασσικό, το συνηθισμένο, μακριά από τη χαμηλοκωλίαση της ελληναρίας και τα θρεφτάρια της με τα υπερτροφικά εγώ, και στα οποία κυρίαρχη θέση είχαν μονίμως οι λέξεις, αυτοσχεδιασμός, τελειομανία, καλή διάθεση. Όλα πάντα σε μία ατμόσφαιρα απόλυτης συνεργασίας. Θεατρικές παραστάσεις, τηλεόραση, κινηματογράφος , ραδιοφωνικές παραγωγές, τα τελευταία χρόνια με το Café Society στον Εν Λευκώ, το κοινό όχι απλά τις εκτίμησε, ενίοτε τις κατέκρινε, μα πολύ περισσότερο τις αγάπησε, τις αποθέωσε, τις εκθείασε!
Ο Κωνσταντίνος, που ξέρει τόσο να ντύνεται όσο και να γδύνεται, ο Τζούμας που πάντα θα έχει αυτό το γούστο, το χιούμορ, την ευγένεια, δηλώνει ξεκάθαρα πως τώρα ξέρει ότι δε θέλει να του γίνεται καμία χάρη. Πως αρκετά ευνοήθηκε. Πως αρκετά επιδόθηκε στη τέχνη του να παίρνει, να του χαρίζονται. Εδώ και καιρό θέλει να δίνει, να πληρώνει για όλα, σαν τάμα, χωρίς προσδοκίες ανταπόδοσης. Καιρός ήταν άλλωστε. Βλέπετε, τα καλύτερα παιδιά κουράστηκαν, αλλά δεν γύρισαν στο σπίτι, γιατί απλά, δεν υπήρχε πια σπίτι.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News