Ας αρχίσουμε με μια εικόνα: ένα εξάχρονο κορίτσι ακούει και δοκιμάζει όλα σχεδόν τα μουσικά όργανα. Σταματάει περισσότερο στο βιολί. Δεν το ακούει, κυρίως. Το πιάνει. Το δοκιμάζει. Είναι η κομψότητά του που την κερδίζει. Και το επιλέγει. Η μητέρα της, που έχει φροντίσει να δοκιμάσει η μικρή όλα τα όργανα, συμφωνεί και η ιστορία μας ξεκινάει ακριβώς από εκεί και παίρνει το δρόμο της. Σαν μουσική.
Η κομψότητα, λοιπόν, ήταν το πρώτο ζητούμενο, ακόμη και στη μουσική, για την όμορφη κοπέλα με το όνομα Αλεξάνδρα Κόνιακ. Την πρωτοξεχώρισα στην εξαιρετικά επιτυχημένη παράσταση «Μικρές ιστορίες φόνων» του ηθοποιού και θεατρικού συγγραφέα Παναγιώτη Μπρατάκου, στο Vault Theater Plus. Σκηνοθετημένη από τον Δημήτρη Καρατζιά, να τραγουδάει -δραματικά και σαγηνευτικά- τραγούδια του νέου συνθέτη Μάνου Αντωνιάδη. «Πω πω, πολλή ντροπή», είναι η πρώτη αντίδρασή της όταν της το λέω. Σαστίζω. «Ήταν η πρώτη φορά που έπαιζα σε θεατρική σκηνή και είχα πολλή ντροπή. Νόμιζα ότι δεν ήμουν καλή». Και ο Μότσαρτ πίστευε ότι το βιολί είναι ίσως το πιο καλλίφωνο, το πιο ευαίσθητο μουσικό όργανο, αλλά δεν το διάλεξε για την κομψότητά του. Ή, μήπως, κι εκείνος ως παιδί το διάλεξε ακριβώς γι’ αυτό.
Εντάξει, ας αφήσουμε τον Μότσαρτ σε αυτή την ιστορία. Και ας πιάσουμε το κονιάκ. Για την ακρίβεια την περιοχή της Γαλλίας που βγάζει το -ονομαστό- κονιάκ. Από εκεί πήρε το όνομά του ο πατέρας της Αλεξάνδρας Κόνιακ. Μισός Ρώσος, μισός Γάλλος. Γεννημένος στην Τασκένδη, όπως και η μητέρα της. «Μισή Ρωσίδα, μισή Πόντια», όπως μου εξηγεί. Ο πατέρας της, σπουδαγμένος πολιτικός μηχανικός, με μεγάλη αγάπη στα βινύλια. Και η μητέρα της με σπουδές στο περίφημο Κονσερβατόριο (το Ωδείο, αν θέλετε) της Μόσχας. Εκεί κοντά είδε εκείνος στο δρόμο την μετέπειτα κυρία Κόνιακ και «ως αλήτης» (φράση της Αλεξάνδρας, που συνοδεύεται από ένα γάργαρο γέλιο) την ακολούθησε. Και ο έρωτας έδειξε το μέλλον.
Α, κάτι ακόμη. Εκείνο το Κονιάκ στο επώνυμο του πατέρα, το ελληνικό ληξιαρχείο (ήρθαν για να ζήσουν μόνιμα στην Αθήνα όταν η Αλεξάνδρα ήταν εννέα μηνών) το έγραψε Κόνιακ. Και να η καζούρα στο σχολείο. «Αφού έλεγα στους φίλους πως όταν μεγαλώσω θα το κάνω Κονιάκου». Όμως της έμεινε το Κόνιακ. Αλλιώς το όνομα της Αλεξάνδρας θα ήταν εκείνο του ευγενούς γαλλικής καταγωγής αποστάγματος. «Θα ήμουν η Αλεξάνδρα πολλών αστέρων, που λέω συχνά». Κομψότητα, είπαμε. Αλλά και «αλητεία», σαν κι αυτή που απέδωσε στον πατέρα της. Χαριτολογεί. Δεν κάνει όμως το ίδιο μιλώντας για την αγάπη της για το καλό κρασί, πάντα όμως σε πολύ κομψό ψηλό ποτήρι. Η κομψότητα, που λέγαμε. «Από αυτό ξεκίνησα να πίνω κρασί».
Πάρτε λοιπόν αυτά τα χαρακτηριστικά, κομψότητα, «αλητεία», και προσδώστε τα σε ένα εξάχρονο κορίτσι που έχει επιλέξει, ως αντικείμενο καταρχάς, το βιολί και ακούει όλη μέρα τα μαθήματα πιάνου της μητέρας της, τους μαθητές εκείνης να ασκούνται ασταμάτητα σε κλίμακες, συν την αδελφή της στην επίπονη, συνεχή μουσική προετοιμασία της στο πιάνο. Ε, και έχετε την Αλεξάνδρα Κόνιακ του σήμερα. Ή, έστω, έχετε μια ιδέα για όσα τη διαμόρφωσαν.
Δεν το ξέρετε ή δεν το θυμάστε, πιθανότατα, αλλά η μικρή Αλεξάνδρα, σπουδάζοντας παράλληλα Φωνητική και Μοντέρνο Τραγούδι στο Ωδείο Φίλιππος Νάκας και Αισθητική Κοσμετολογία στο ΤΕΙ Αθήνας, στα 18 της ένωσε το μουσικό της δρόμο με εκείνον των Stavento, που την άκουσαν να τραγουδάει με το γκρουπάκι της στο Όνομα του Ρόδου». Και έφτασε να συμμετέχει στο άλμπουμ τους «Σήμερα το γιορτάζω», όπως και στα Mad Video Music Awards. Και έπειτα, μέχρι τα 23 της, τραγουδούσε στο πλευρό του Χρήστου Δάντη. Τεσσερισήμισι χρόνια.
Βέβαια, ήδη είχε πρωτοεμφανιστεί, ως τραγουδίστρια σε σόλι, με τη Συμφωνική Μαθητική Ορχήστρα «Ν. Μάντζαρος» – «Μ. Λοΐζος» και τη Φιλαρμονική της Ηλιούπολης. Κι έπειτα με δύο κιθάρες ανέβηκε, πάλι σε μουσική σκηνή, και είπε και ένα τραγούδι. Και περισσότερα. Προτού φτιάξει το πρώτο γκρουπ: Τους «Κάπως, Κάπου, Κάποτε». Έφηβη ακόμη. Για να μην υπάρχει πρόβλημα με την ηλικία της, οι ιδιοκτήτες των μουσικών σκηνών που εμφανιζόταν, της έλεγαν να δηλώνει 18 ετών. «Δεν μπορούσα να λέω ψέματα, όμως. Και έλεγα όσο λιγότερο μπορούσα. Έλεγα πως είμαι δεκαεπτάμισι!».
Αυτή η «αυτόνομη» μουσική πορεία ήταν που την ενδιέφερε από την αρχή. Ακόμη κι όταν τραγουδούσε με το Δάντη. Έτσι ενώθηκε αμέσως μετά με τον συνθέτη, πιανίστα και ενορχηστρωτή Χρίστο Σερενέ (γνωστό και από το παιδικό θεατρικό και κουκλοθεατρικό «Καρυδότσουφλο», υπό την αιγίδα της Ελληνικής Πνευμονολογικής Εταιρείας) και τον κοντραμπασίστα και όχι μόνον Φίλιππο Μπουραΐμη (ιδρυτή των Klein Mein). Σε ένα πρότζεκτ υπό τον τίτλο Bliss – ευλογία. Έπειτα ήρθαν οι «Μικρές ιστορίες φόνων» στο Vault κι έπειτα η πορεία με τα «αγόρια της», όπως τα λέει. «Τα παλικάρια μου που είναι όλα ένα κι ένα. Όλοι κούκλοι. Με αυτούς πορεύομαι». Εκείνοι προσπαθούν να την πείσουν να παίξει το -κομψό- βιολί. «Αλλά τα έχω φορτώσει στον κόκορα», μου λέει με αφοπλιστική ειλικρίνεια.
Η επικοινωνία στο λάιβ είναι ένα ακόμη ζητούμενο για την Αλεξάνδρα Κόνιακ. Κι εκεί, στο ρεπερτόριο, μου θυμίζει το δεύτερο χαρακτηριστικό της. «Σε αυτό είμαι αλήτισσα». Και δεν σημαίνει ότι εννοεί, π.χ., τη διασκευή τραγουδιών της Βανδή ή μέσα στο «εντεχνοποπρόκ περιβάλλον» το συνδυασμό του «Πιάσε με» της Τσαλιγοπούλου με το μουσικό μοτίβο από το «Υποφέρω» και τις «Κατάλληλες προϋποθέσεις». Εννοεί και τις επιλογές της. Και στα τραγούδια, όπως αυτά που ήδη έχει κυκλοφορήσει σε EP από την Polymusic ή σε digital singles (τα τελευταία με το συνθέτη Χρίστο Σερενέ): «Α4», «Σε επιλέγω», «Όταν δεν είμαι καλά».
Με την ίδια δισκογραφική θα κυκλοφορήσει και το πρώτο της ολοκληρωμένο άλμπουμ, με «τα παλικάρια της», μέχρι το Δεκέμβριο. Ναι, αλλά CD σε τέτοιες εποχές που πεθαίνει η δισκογραφία; «Καταρχάς και το CD έχει καταντήσει πλέον συλλεκτικό. Όμως είναι ωραίο να υπάρχει στο συρτάρι ενός καλλιτέχνη. Είναι κάτι σαν ταυτότητα ή διαβατήριό του. Το δίνεις και λες «αυτή είμαι εγώ». Κι εκείνος που παίρνει το CD σου αποκτά μία εικόνα από εσένα, ακόμη κι αν δεν σε γνωρίζει. Ακόμη και από το εικαστικό του μέρος».
Α, δεν είπαμε τον τίτλο. «Λαχείο, όπως και το πρώτο τραγούδι», μου απαντάει. Παράξενο. «Είναι ένα κομμάτι που αγαπάω πολύ και με αντιπροσωπεύει. Είναι ένα ερωτικό κομμάτι. Για όλους εμάς που ψάχνουμε το λαχείο μας». Το βρίσκουμε; «Δεν έχω ανάγκη να ρεφάρω / μα είναι που θέλω να ποντάρω / σ’ ένα καλύτερο χαρτί / κι αν είσαι εσύ αυτό, / στο χρόνο θα φανεί», μου απαντάει με τους – ταιριαστούς – στίχους του τραγουδιού «Σε επιλέγω», που φτάνει ήδη τις 30.000 ακροάσεις στο YouTube. Ο χρόνος λοιπόν θα δείξει αν και η μουσική κομψότητα, την οποία λατρεύει η Αλεξάνδρα Κόνιακ, θα είναι λαχείο που θα κληρώσει…
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News